“Εδώ ελεύθερη ακόμα δημοσιογραφία. Έλληνες, οι εισβολείς ευρίσκονται εις τα πρόθυρα των ΜΜΕ. Αδέλφια, κρατήστε καλά μέσα στην ψυχή σας το πνεύμα της ελευθερίας. Ο εισβολεύς εισέρχεται με όλες τις προφυλάξεις εις την έρημον χώρα με τα κατάκλειστα στόματα, μάτια και αυτιά... Έλληνες! Ψηλά τις καρδιές... Προσοχή! Το ΜΜΕ ύστερα απο λίγο δεν θα είναι ελληνικό, θα είναι κατοχικό και θα μεταδίδει ψέματα. Έλληνες μην το διαβάζετε. Ο πόλεμός μας συνεχίζεται και θα συνεχιστεί μέχρι της τελικής νίκης. Ζήτω το Έθνος των Ελλήνων...”Κάπως έτσι θα ήταν ένα έκτακτο ανακοινωθέν μας με αφορμή τον νέο Ποινικό Κώδικα που ισχύει απο 1η Μαίου 2024. Πρωτομαγιά επέλεξαν για την ισχύ ενός Κώδικα που για να μην είναι κατοχικός, επικίνδυνος και τελικά άχρηστος προϋποθέτει Λειτουργούς της Δικαιοσύνης με φρόνημα, μόρφωση, παιδεία, ήθος και κατάρτιση. “Όταν λέμε φυλακή, εννοούμε φυλακή...” είπε ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Φλωρίδης για να θυμίσει τα ισόβια του Καραμανλή. Όμως στην Ελλάδα σήμερα έχει σημασία ποιος νομοθετεί, ποιος ερμηνεύει, ποιος τεκμηριώνει, ποιος δικάζει.

Η νέα φιλοσοφία του ποινικού συστήματος, της εφαρμοσμένης και όχι της εικονικής ποινής, έρχεται να σημαδέψει την αγωνιστική Πρωτομαγιά. Θα εκτίεται μέρος της ποινής φυλάκισης ακόμη και για πλημμελήματα που τιμωρούνται με πάνω από 2 χρόνια.

Ο νέος νόμος (5090/2024) περιλαμβάνει πληθώρα αλλαγών, με βασικούς άξονες, όπως ισχυρίζεται η Κυβέρνηση, την επιτάχυνση στην απονομή της Δικαιοσύνης, την αυστηροποίηση των ποινών για μικροεγκλήματα της καθημερινότητας, αλλά και βαριές ποινές για αδικήματα όπως είναι ο εμπρησμός δάσους ή η πρόκληση τροχαίου από παραβίαση κόκκινου σηματοδότη, η εξύβριση - συκοφαντική δυσφήμηση, η έκτιση μέρους των ποινών σε φυλακή ή με παροχή κοινωφελούς εργασίας, θέτοντας τέλος στο καθεστώς ατιμωρησίας στο οποίο είχε οδηγήσει ο νόμος Παρασκευόπουλου και η νομοθεσία παλαιότερων ετών.

Εξύβριση - Συκοφαντική δυσφήμηση

Ποινές από 3 μήνες μέχρι 2 χρόνια προβλέπονται για όσους προσβάλλουν την τιμή άλλου, ή παρουσία τρίτου προσώπου ισχυρίζονται ή διαδίδουν για κάποιον άλλον εν γνώσει τους ψευδές γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του. Οποιος προσβάλλει την τιμή άλλου με λόγο ή με έργο ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση έως 6 μηνών ή χρηματική ποινή. Και αν αυτό γίνει σε δημόσιο χώρο ή μέσω του Διαδικτύου, τότε η φυλάκιση αυξάνεται ακόμη και έως 1 έτος ή χρηματική ποινή. Σε περίπτωση που η προσβολή ανάγεται σε σχέσεις του ιδιωτικού ή του οικογενειακού βίου, διπλασιάζεται το ύψος της φυλάκισης και φτάνει έως τα 2 έτη ή χρηματική ποινή. Από την άλλη πλευρά, όποιος με οποιονδήποτε τρόπο παρουσία τρίτου προσώπου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον, εν γνώσει του, ψευδές γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 3 μηνών και χρηματική ποινή.
Αν αυτό γίνει δημόσια ή μέσω του Διαδικτύου, η προβλεπόμενη ποινή φυλάκισης διπλασιάζεται στους 6 μήνες και επιπλέον επιβάλλεται χρηματική ποινή.

Έχει λόγο να φοβάται ο μη συκοφάντης;

Όλα αυτά συμβαίνουν σε μια εποχή κατα την οποία το διαδίκτυο είναι βασικός πόρος πληροφορίας και τα social media βασικός τόπος έκφρασης των πολιτών. Αλλά και εποχή όπου η βιομηχανία αγωγών κατα δημοσιογράφων και ΜΜΕ, για εξύβριση και συκοφαντία, απο πολιτικά κυρίως κι όχι μόνον, πρόσωπα, έχει ξεπεράσει κάθε όριο και βαρβαρότητα έτσι ώστε η ίδια η Ευρώπη να καταλογίζει στην Ελλάδα ανελευθερία του τύπου και της ελεύθερης δημοσιογραφικής έκφρασης και γνώμης.

Κάθε πολίτης μορεί να έχει άποψη για το εάν και κατα πόσο τα κεντρικά ΜΜΕ εκφράζουν τη λαϊκή βούληση και υπερασπίζονται τα δικαιώματα και τους αγώνες των πολιτών. Τα περιφερειακά ΜΜΕ σε κάποιο βαθμό κρατούν αντίσταση ή έστω τα προσχήματα. Τα τοπικά ΜΜΕ, εαν υφίστανται, είτε είναι απόλυτα φερέφωνα του ποδηγέτη τους είτε είναι μαχόμενα και εκτεθειμένα σε πάσης φύσεως κακόβουλους ή “ισχυρούς”. Θύματα μιας ανελέητης φίμωσης που μπορούν να κινούν οι ισχυροί ακόμα και αν οι ανίσχυροι κρίνονται, τελικά, αθώοι.

Έχει λόγο ο μη συκοφάντης να φοβάται τον νέο ποινικό κώδικα;

Όσο υπάρχουν δικαστές ενάρετοι με κατάρτηση και αποδίδουν δικαιοσύνη, ο δίκαιος και ο αθώος δεν έχει να φοβάται ακόμα και όταν γίνεται δέκτης ανηλεών επιθέσεων με εξώδικα, μηνύσεις και αγωγές. Αρκεί οι δικαστές, όχι μόνον να δικάζουν με βάση τον νόμο, αλλά να διακρίνουν έγκαιρα και θαραλλέα τις συστηματικές (αν όχι συστημικές) επιθέσεις των συμφερόντων εναντίον των αντικειμενικών δημοσιογράφων. Και αφου διακρίνουν ας τιμωρούν τη σκευωρία, τη μεθόδευση, την συντονισμένη επίθεση. Γιατί μόνον έτσι ο Νόμος δεν θα έχει μόνον ισχύ αλλά και πραγματική δύναμη, θα έχει αποδοχή και αναγνώριση. Θα έχει, με λίγα λόγια, πετύχει στον σκοπό του, να δικαιώσει, να διαμορφώσει συνείδηση, να αποδώσει και το άδικο, όχι μόνον το δίκαιο.

Η Ελλάδα, μέσα στη δίνη της ατομικής ύπαρξης και της ρηχής αναζήτησης, ευτυχώς διαθέτει δικαστές που διακρίνονται για τη νομομάθεια, για την ευθυκρισία τους και για την ευλογημένη ικανότητα της διάκρισης.

Ενώπιον μιας τέτοιας Πολιτείας, όχι μόνον δεν εκπέμπουμε ανακοινωθέν υποταγής αλλά δηλώνουμε σταθεροί στις αρχές της δημοκρατίας, της δημοσιογραφίας και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όρθιοι στις επάλξεις.

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις