Το αντιβασιλικό Δημοψήφισμα
Γράφει ο Παναγιώτης Τζουνάκος
Μετά την επανάσταση του 1821 και τη δημιουργία του νεώτερου Ελληνικού κράτους και συγκεκριμένα από το 1832 με την άφιξη του Όθωνα και στη συνέχεια με τη δυναστεία των Γλύξμπουργκ μέχρι τις 13 Δεκέμβρη του 1967, όταν ο βασιλιάς Κων/νος εγκατέλειψε τη χώρα μετά το αποτυχημένο κίνημα κατά της χούντας, η Ελλάδα τελεί υπό το καθεστώς της Βασιλευόμενης Δημοκρατίας, εκτός από την περίοδο 1924-1935 της Β΄ Ελληνικής Δημοκρατίας. Στο διάστημα των δεκαετιών της Βασιλείας οι συγκρούσεις των εκλεγμένων πρωθυπουργών με τους βασιλιάδες ήταν επαναλαμβανόμενες, σκληρές και οδυνηρές για την χώρα και τον λαό της.
Το Δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974 με 69,18% υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας ρύθμισε οριστικά το πολίτευμα της Ελλάδας. Είχε προηγηθεί η Συντακτική Πράξη της 1ης Αυγούστου και η επαναφορά του Συντάγματος του 1952, χωρίς τις διατάξεις που αφορούσαν τη μορφή του πολιτεύματος. Σημειώνεται ότι η Λακωνία έφερε το μικρότερο ποσοστό από όλους τους νομούς της χώρας υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας (40,48%). Το δημοψήφισμα έγινε από την μόλις συσταθείσα Κυβέρνηση του Κων/νου Καραμανλή που είχε προκύψει από τις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου, ο οποίος ζήτησε από τους βουλευτές του κόμματός του να κρατήσουν ουδέτερη στάση.
Επειδή όλα τα πολιτικά κόμματα απείχαν από την εκστρατεία υπέρ ή κατά του δημοψηφίσματος, τον αντιμοναρχικό αγώνα ανέλαβαν προσωπικότητες του πνευματικού χώρου, οι οποίες πραγματοποίησαν ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές ομιλίες. Στην κρατική τότε τηλεόραση (δεν υπήρχε ιδιωτική) δόθηκε ίσος χρόνος και στις δυο πλευρές. Ο βασιλιάς Κων/νος απευθύνθηκε στον Ελληνικό λαό από την τηλεόραση με ομιλία και μαγνητοσκοπημένο διάγγελμα. Ως εκπρόσωπος των συλλογικοτήτων του αντιμοναρχικού αγώνα ανέλαβε να απαντήσει από την τηλεόραση στην τηλεοπτική ομιλία του βασιλιά Κων/νου, ο διανοούμενος, δημοσιογράφος, κριτικός και λογοτέχνης Μάριος Πλωρίτης.
Μεταξύ άλλων είπε και τα εξής:
«[…] στις 8 Δεκεμβρίου δεν έχουμε να διαλέξουμε ανάμεσα σε μερικά κόμματα και να αποφασίσουμε σε πιο θα εμπιστευθούμε την εξουσία για τέσσερα, το πολύ, χρόνια. Έχουμε να διαλέξουμε ανάμεσα σε δύο πολιτεύματα και να αποφασίσουμε σε πιο θα εμπιστευθούμε τις τύχες της χώρας μας για δεκαετίες ολόκληρες, έχουμε να αποφασίσουμε αν ο αρχηγός του Κράτους θα είναι Έλληνας, που θα εκλέγεται από τους Έλληνες για ορισμένο χρονικό διάστημα, ή αν θα είναι ο κληρονόμος μιας ξένης δυναστείας, που την διόρισαν οι ξένοι και στάθηκε πάντοτε όργανο των ξένων. Ακούσαμε βέβαια, πριν μερικές μέρες, ένα συνήγορο του θρόνου να λέει πως “οι Έλληνες δεν είναι ακόμη ώριμοι για τη Δημοκρατία”. Και η φράση αυτή θυμίζει τόσο πολύ τους μύδρους του απριλιανού δικτάτορα για την “ανωριμότητα των Ελλήνων”, ώστε από μόνη της μαρτυρεί τι εκλεκτές συγγένειες υπάρχουν ανάμεσα στην νοοτροπία της βασιλείας και στη νοοτροπία της δικτατορίας.
[…] Ένας ξένος συγγραφέας λέει πολύ σωστά: Οι σύγχρονοι βασιλείς μοιάζουν με σκωληκοειδείς αποφύσεις. Όταν κάθονται φρόνιμοι, είναι άχρηστοι· όταν γίνονται ενοχλητικοί, επιβάλλεται η “αφαίρεσή” τους, που είναι πάντα “επικίνδυνη”… Ύστερα από τις αδιάκοπες “ενοχλήσεις” και αναταραχές, που έχει προκαλέσει η βασιλεία στην Ελλάδα, ύστερα από τους γύψους και τα χειρουργικά τραπέζια της επταετίας, οι Έλληνες δεν μπορούμε να ανεχθούμε νέες περιπέτειες και νέες “εγχειρήσεις”.
[…] Οι βασιλείς έχουν μια πολύ ευγενή μέθοδο για να περιφρονούν τη λαϊκή θέληση: ονομάζεται “διαφωνία”. Όπως ο Κωνσταντίνος κατάργησε τον Γεώργιο Παπανδρέου το 1965 διαφωνώντας μαζί του, έτσι ακριβώς είχε καταργήσει ο πατέρας του τον Κωνσταντίνο Καραμανλή το 1963, έτσι είχε καταργήσει ο παππούς του τον Ελευθέριο Βενιζέλο, έτσι είχε καταργήσει και ο προπάππος του τον Χαρίλαο Τρικούπη».
Το Σύνταγμα του 1975 που ακολούθησε, παρά τις βελτιωτικές παρεμβάσεις, περιλάμβανε πολλές διατάξεις από τα χουντικά «συνταγματικά» κείμενα του 1968 και του 1973. Ο αυταρχικός προσανατολισμός του παρέμεινε. Δεν κατοχυρώθηκε συνταγματικά το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής και έτσι όλες οι εκλογικές αναμετρήσεις που ακολούθησαν μέσω των διαφόρων πλειοψηφικών συστημάτων αλλοίωναν τη βούληση του εκλογικού σώματος, αφού μετέτρεπαν μειοψηφίες πολύ κάτω του 50% σε κυβερνητικές πλειοψηφίες. Έδωσε τη δυνατότητα για εγκαθίδρυση ξένων στρατιωτικών βάσεων στο έδαφος της χώρας, περιόρισε το απεργιακό δικαίωμα και κατοχύρωσε τα προνόμια του ξένου εφοπλιστικού κεφαλαίου με τη δυνατότητα εξαγοράς επιχειρήσεων μονοπωλιακού χαρακτήρα. Με το αντισχέδιο που είχε καταθέσει τότε το ΠΑΣΟΚ, το Σύνταγμα «θεωρεί σαν επιβεβλημένη και διατηρητέα την καπιταλιστική μορφή οργάνωσης της οικονομίας μας και μάλιστα στην πιο ανεξέλεγκτη μορφή της». Όμως, στη μεταρρύθμιση που έκανε το 1986 δεν προέβη σε καμιά ουσιαστική αλλαγή.
Έγκριτοι συνταγματολόγοι αποφαίνονται ότι, το σύνταγμα του 1975, μετά και από την εμπειρία μισού αιώνα επιβάλλεται να αναθεωρηθεί σε βάθος. Ζητούν την αλλαγή του άρθρου 86 περί ευθύνης υπουργών, ώστε «να αποσυνδεθεί από τη Βουλή η διαδικασία δίωξης υπουργών», στην οποία δεν συμφώνησε, για προφανείς λόγους η ΝΔ, στην πιο πρόσφατη αναθεώρηση τον Νοέμβριο του 2019. Να απαλλαγεί από τα εμφυλιοπολεμικά, μειοδοτικά και διχαστικά διλήμματα της προηγούμενης περιόδου, να προσαρμοστεί στις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας και να αποσαφηνίσει τους διακριτούς ρόλους πολιτείας και θρησκείας με τον διαχωρισμό κράτους και εκκλησίας, που είναι απαίτηση της μεγάλης πλειονότητας των πολιτών. Να επιβάλλει τη σταδιακή άμβλυνση των ανισοτήτων και την επικράτηση της κοινωνικής ισότητας για όλους και όλες ανεξαίρετα. Να προωθήσει την άμεση δημοκρατία και ταυτόχρονα να διευρύνει τους ορίζοντες της ατομικής ελευθερίας με την εξάλειψη της κρατικής καταστολής και της βίας, μέσω της κοινωνικής λογοδοσίας και να θεμελιώσει σε νέα βάση χωρίς παρερμηνείες και αναστολές τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα του Ελληνικού λαού.
ΥΓ 1.«Στην Αυτής Μεγαλειότητα Βασίλισσα Άννα-Μαρία», κατά τα γραφόμενα στην ανακοίνωση, παραχωρήθηκε το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο την 26η και την 27η Σεπτεμβρίου 2024 για τη διοργάνωση γαμήλιας εκδήλωσης, δείπνο 250 ατόμων με ζωντανή μουσική, έναντι του ποσού των 15.000 ευρώ. Το Β.Χ.Μ. είναι ένα από τα πέντε μουσεία που αποκόπηκαν από τον κορμό της Αρχαιολογικής υπηρεσίας και μετατράπηκαν σε ΝΠΔΔ. Είναι πολιτειακά προκλητική, αντιδημοκρατική και ιδιαίτερα διχαστική η απόφαση της ΥΠΠΟ και της κυβέρνησης να «αξιοποιούν» το μουσείο για δεξιώσεις «γαλαζοαίματων» παραβιάζοντας κατάφωρα το δημοψήφισμα του 1974. Οι νεόνυμφοι χόρεψαν, όπως τη χόρεψαν, τη «Δραπετσώνα» των Μίκη Θεοδωράκη και Τάσου Λειβαδίτη, με το «… εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί» να μην έχει σχέση με την οικονομική ταυτότητα των παρισταμένων.
ΥΓ 2. Τον τίτλο «Βασίλισσα της Ελλάδος» είχε η Άννα-Μαρία ως σύζυγος του εκλιπόντος Κων/νου Γλύξμπουργκ και δεν ισχύει, καθώς ο θεσμός της βασιλείας έχει καταργηθεί επί μισό αιώνα.