Γράφει ο Βαγγέλης Μητράκος

Ο Ηλίας (Λούης) Ρόρρης κατάγεται από τον Βρονταμά Λακωνίας και βρίσκεται εδώ και 65 χρόνια στην Αυστραλία (Σίδνεϊ) όπου πρόκοψε με τη δουλειά του κι έκανε μια μεγάλη και όμορφη οικογένεια . Είναι ένας προοδευτικός Έλληνας της διασποράς , με μεγάλη και ευρεία μόρφωση , που με την όλη δράση του προσφέρει πολλά στην ομογένεια της Αυστραλίας .

Λατρεύει το χωριό του τον Βρονταμά , τη Λακωνία και τη Σπάρτη , και από καιρού εις καιρόν μοιράζεται μαζί μας νοσταλγικές μνήμες αλλά και σπάνια ιστορικά στοιχεία από τον τόπο μας .

Τούτη τη φορά μας έστειλε όμορφες ιστορίες των Λαγκαδιανών Μαστόρων , τους οποίους είχε γνωρίσει καλά , αφού χτίσανε σπίτια στο χωριό του (στην παλιότερη εποχή) και μερικοί , μάλιστα , απ΄ αυτούς , παντρεύτηκαν εκεί κι έγιναν Βρονταμίτες .

Μας γράφει , λοιπόν , ο Λούης Ρόρρης :

«Ας μην ξεχνάμε πως τα Λαγκάδια είναι ορεινό και φτωχό από παραγωγικά προϊόντα διατροφής και το μόνο πράγμα που ήταν σε αφθονία ήταν η πέτρα για αυτό και καταγίνονταν από μικροί στην επεξεργασία της και στο χτίσιμο. Στο χωριό μας είχαμε οκτώ ή εννέα οικογένειες Λαγκαδιανών που είχαν έλθει σαν χτίστες ή μαστορόπουλα και παντρεύτηκαν φτωχές κοπέλες αλλά επειδή είχαν την τέχνη σταδιοδρόμησαν και έμειναν στο χωριό μας. Οι ιστορίες με τους Λαγκαδιανούς δεν είχαν όρια , να μερικές :

1) Ενώ έχτιζαν ένας από τους μαστόρους περίλαβε στα σκαμπίλια ένα μαστορόπουλο αλλά όχι στα γεμάτα και η κυρά που της έχτιζαν λέει :

«Μα γιατί το δέρνεις το παιδί μάστορα; Τι σούκανε» ;

Κι εκείνος αυθόρμητα :

«Μου ζητάει λαλαγγίτες (λουκουμάδες)…τόχει κακομαθημένο η μάνα του .. Που θα τις βρώ εγώ τώρα».

Και η κυρά :

«Μην το βαράς το καημένο μάστορα.. Θα σας φτιάξω εγώ λαλάγγια» .

Και αφού έφτιαξε τις λαλαγγίτες και στρωθήκαν όλοι κάτω και τις τρώγανε ο μάστορας πάλι κοιτώντας τη γάτα που καθόταν δίπλα λέει :

«Τσατς βρε γάτα που κάθεσαι και μας κοιτάς σα μπουκάλα με μαστίχα»…

Και η κυρά πάλι :

«Α!... να με συμπαθάτε να σας φέρω και λιγάκι μαστίχα το ξέχασα» .

2) Κάθε χρόνο το Πάσχα όπου και αν ήταν και χτίζαν έφευγαν και επέστρεφαν να κάνουν Λαμπρή με τους δικούς τους στα Λαγκάδια. Ένα τσούρμο , ήταν Μεγάλη Παρασκευή το βράδυ και ήταν καθυστερημένοι , και από την απέναντι πλαγιά από τα Λαγκάδια έβλεπαν τον Επιτάφιο που τον γύριζαν στο χωριό και ένα μαστορόπουλο μισονυσταγμένο και κουρασμένο μονολογούσε :

«Όλοι κρατούν λαμπάδες… όλοι κρατούν κεριά… κι ο μάστορο-Βασίλης του Κίτσου (γαϊδάρου) την ουρά» .

3) Ο μάστορας φώναζε από τη σκαλωσιά στο μαστορόπουλο :

«Σιόμπολα ( πέτρες μικρές) και λάσπη και κάτσε και ξανάσανε… και σύμπα και τη φωτιά να γίνουν τα κουκιά» .

4) Το κάθε μαστορόπουλο εκείνο που προσδοκούσε περισσότερο ήταν να γίνει και αυτός μάστορας να ανέβει στη σκαλωσιά….. και κλασσικά έλεγε :

«Πότε θα γίνω μάστορας να φάω κεφάλι από πράσο και μέση από σαρδέλα» .

5) Ένας καινούριος δάσκαλος στο χωριό που ήταν και θρησκόληπτος εξηγούσε στα παιδιά την ιστορία των πρωτοπλάστων και πώς ο Θεός έφτιαξε τα πάντα και για αυτό θεωρείται ο κτίστης της φύσης . Όταν τελείωσε ρωτάει ένα μαθητή :

«Ποιος λέμε παιδί μου ότι έκτισε τον κόσμο» ;

και ο μαθητής…

«Μα οι Λαγκαδιανοί κύριε….» .

Αυτές είναι μερικές ιστορίες και ανέκδοτα που αναφέρονταν στο χωριό μας στους προσφιλείς σε μένα Λαγκαδιανούς και μου έρχονται στο νου μετά από 65 χρόνια που λείπω.»