Νεστάνη Αρκαδίας: Στη σκιά του Γουλά, με θέα τον εμβληματικό Κάμπο της Μαντινείας
Το πανέμορφο ορεινό χωριό της Αρκαδίας, που οι κάτοικοί του μετανάστευσαν στο Σικάγο τις δεκαετίες '60 και '70.
ΑΡΚΑΔΙΑ. Κάθε φορά που επιστρέφω από τον Αγιαννάκη, εκεί λίγο μετά την Τρίπολη, στα δεξιά, παρατηρώ την πανέμορφη Νεστάνη, με παλαιότερο όνομα «Τσιπιανά», η οποία απλώνεται κάτω από έναν εντυπωσιακό και επιβλητικό βράχο, τον Γουλά. Αν είναι κάποιος μαζί μου στο αυτοκίνητο συνήθως θα αναφερθούμε στο μεταναστευτικό κύμα των δεκαετιών του ’60 και του ’70, που οι περισσότεροι κάτοικοι του χωριού, έφυγαν για το Σικάγο.
Αρκεί να πούμε ότι το χωριό κάθε καλοκαίρι αποκτά και πάλι ζωή, καθώς ολόκληρες οικογένειες έρχονται από το Σικάγο για να περάσουν τις διακοπές τους στον τόπο τους. Είναι τόσο μεγάλο και ισχυρό το δέσιμο με την ιδιαίτερη πατρίδα τους που όλα τα μικρά παιδιά, τρίτη γενιά μεταναστών, μαθαίνουν ελληνικά και μεγαλώνουν με γνώμονα και άξονα το χωριό των παππούδων τους. Οι περισσότεροι από αυτούς, έχοντας φτιάξει περιουσίες στο εξωτερικό, έχουν επισκευάσει το σπίτι της οικογένειας στο χωριό και θεωρούν υποχρέωσή τους, να συμβάλλουν και για την ανάπτυξη του οικισμού και την ενίσχυση για την πραγματοποίηση έργων ανάδειξης της Νεστάνης.
«Κάθε καλοκαίρι, εδώ στην πλατεία στήνεται σχεδόν καθημερινά και ένα γλέντι. Άνθρωποι που έρχονται στο χωριό κάνουν τα έξοδα και έτσι όλοι μαζί, διασκεδάζουν, λένε ιστορίες από το παρελθόν, μιλάνε ακόμη και για τις δυσκολίες που συνάντησαν». Αυτό θα μας πει ένας από τους ανθρώπους που συναντήσαμε λίγο αργότερα στη βόλτα μας στο χωριό.
Φτάνουμε στην πλατεία του οικισμού, όπου 4-5 πλατάνια την καλύπτουν ιδανικά. Δύο καφενεία, ένα φαρμακείο, τα γραφεία του πολιτιστικού συλλόγου, ένας ξυλόφουρνος και μερικά όμορφα και λιτά σπίτια. «Τα περισσότερα από αυτά ανήκουν σε οικογένειες που έχουν μεταναστεύσει στο Σικάγο» θα μας πει ο “ξεναγός” μας, Γιώργος Αγγελόπουλος, ένας πολύ δραστήριος κάτοικος. «Θυμάμαι ως παιδί ότι κάθε μέρα έφευγε και μία οικογένεια. Πολλές φορές έφευγαν και δύο-τρεις μαζί. Το χωριό άδειαζε. Ο ένας έπαιρνε μαζί του τον άλλο. Η αρχή ήταν δύσκολη. Στη συνέχεια, υπήρχε μεγάλη στήριξη και αυτό ήταν που έκανε πολύ κόσμο να φύγει για την Αμερική και ειδικότερα για το Σικάγο». Όλοι αυτοί,, όμως, που έφυγαν, δεν ξέχασαν ποτέ τους το χωριό. Είναι χαρακτηριστικό ότι την δεκαετία του `80, η τράπεζα έστελνε σχεδόν τρεις φορές την εβδομάδα, στην πλατεία του χωριού, αυτοκίνητο με 3 υπαλλήλους, οι οποίοι μετέτρεπαν τα δολάρια σε δραχμές. Ήταν τόσα πολλά τα χρήματα που αυτό συνέβαινε για πολλά χρόνια.
Διαβάστε τη συνέχεια στο travel.gr