Γερμανική εισβολή. Μέρος της Βαλκανικής Εκστρατείας του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου
Χρονολογία 6 Απριλίου – 1 Ιουνίου 1941
Έκβαση Νίκη των δυνάμεων του Άξονα. Τριπλή κατοχή της Ελλάδας από Γερμανία, Ιταλία, Βουλαγαρία.

Ηγετικά πρόσωπα

Βίλχελμ Λιστ / Γερμανός
Μαξιμίλιαν φον Βάιχς / Γερμανός
Αλμπέρτο Φερέρο / Ιταλός

Αλέξανδρος Παπάγος / Έλληνας
Χένρι Μέτλαντ Γουίλσον / Άγγλος
Μπέρναρντ Φρέιμπεργκ / Νεοζηλανδός
Τόμας Μπλάμεϊ /. Αυστραλός

Δυνάμεις

Ιταλία:
585.000 άνδρες
Γερμανία:
180.000 άνδρες,
501 άρματα μάχης
490 αεροσκάφη
Βουλγαρία:
Άγνωστο

Ελλάδα:
430.000 άνδρες
20 άρματα μάχης
Βρετανική Κοινοπολιτεία:
62.612 άνδρες
100 άρματα μάχης
99 αεροσκάφη

Απώλειες

Ιταλία:
13.755 νεκροί,
63.142 τραυματίες,
25,067 αγνοούμενοι

Γερμανία:
1.099 νεκροί,
3.752 τραυματίες,
385 αγνοούμενοι

Ελλάδα:
13.325 νεκροί,
62.663 τραυματίες,
1.290 αγνοούμενοι
Βρετανική Κοινοπολιτεία:
903 νεκροί,
1.250 τραυματίες,
13.958 αγνοούμενοι

Αιχμάλωτοι 270000 Έλληνες και 13000 Βρετανοί

Τα στατιστικά για τις δυνάμεις και τις απώλειες τις Ιταλίας και της Ελλάδας αναφέρονται τόσο για τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο όσο και για τη Γερμανική εισβολή (περίπου 300.000 Έλληνες στρατιώτες πολέμησαν στην Αλβανία).

Το σύνολο των βρετανικών στρατευμάτων που αποβιβάστηκαν στην Ελλάδα, τα οποία περιλάμβαναν Βρετανούς, Αυστραλούς, Νεοζηλανδούς, Κύπριους και Παλαιστίνιους, ήταν, πλην του προσωπικού της RAF και των στρατιωτών στην Κρήτη, περίπου 58.000.Στους παραπάνω αριθμούς δεν συμπεριλαμβάνονται οι απώλειες των Γερμανών και των Βρετανών κατά την Μάχη της Κρήτης, οι οποίες ήταν για τους Γερμανούς 1.990 νεκροί και 1.995 αγνοούμενοι και για τους Βρετανούς 1.742 νεκροί 1.737 τραυματίες, 11.835 αιχμάλωτοι και πάνω από 2.000 αξιωματικοί και ναύτες από βυθίσεις πλοίων.

Τα στατιστικά για τις Γερμανικές απώλειες αναφέρονται στο σύνολο της Βαλκανικής Εκστρατείας και βασίζονται στις δηλώσεις του Χίτλερ στο Ράιχσταγκ στις 4 Μαΐου 1941.

Η Γερμανική Εισβολή

Η γερμανική εισβολή στην Ελλάδα ήταν η πολεμική επιχείρηση της ναζιστικής Γερμανίας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κατά της Ελλάδας, που υπαγορεύτηκε, αφενός μεν από το Χαλύβδινο Σύμφωνο, μετά και την αποτυχία που σημείωσε η μεγάλη ιταλική εαρινή επίθεση, του έτερου μέλους του Άξονα και αφετέρου από την παρουσία βρετανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα, που θα μπορούσαν έτσι να απειλήσουν τα μετόπισθεν στην επικείμενη επίθεση της Γερμανίας στην ΕΣΣΔ, γνωστή ως «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα».

Η εισβολή αυτή εκτελέστηκε με δύο επιχειρήσεις, την Επιχείρηση Μαρίτα, που αφορούσε τις επιχειρήσεις στην ηπειρωτική Ελλάδα και την Επιχείρηση Ερμής που αφορούσε την αεραπόβαση και κατάληψη της Κρήτης γνωστότερη ως μάχη της Κρήτης. Η Γερμανική επίθεση στην Ελλάδα θεωρείται τμήμα των ευρύτερων πολεμικών επιχειρήσεων στη Μεσόγειο και ειδικότερα της Βαλκανικής Εκστρατείας, ενώ για την Ελλάδα συνέχεια και παραλληλία του Ελληνοϊταλικού πολέμου που είχε ξεκινήσει στις 28 Οκτωβρίου 1940 και προηγούμενο της βουλγαρικής εισβολής και της τριπλής κατοχής που ακολούθησε.

Η γερμανική εισβολή ξεκίνησε στις 6 Απριλίου του 1941, με την επίθεση γερμανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα μέσω Βουλγαρίας και Γιουγκοσλαβίας. Δύο γερμανικά σώματα στρατού επιτέθηκαν στις ελληνικές θέσεις στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη. Παρά την ηρωική αντίσταση των αμυνομένων η μάχη διήρκεσε μόλις τέσσερις μέρες, καθώς η γερμανική επίθεση μέσω Γιουγκοσλαβίας υπερκέρασε τις θέσεις άμυνας και απειλούσε τα μετόπισθεν των ελληνικών στρατευμάτων. Στις 9 Απριλίου παραδόθηκαν τα ελληνικά στρατεύματα στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη με τους Γερμανούς να εκφράζουν τον θαυμασμό τους για την ανδρεία και μαχητικότητα των Ελλήνων.

Στις 9 Απριλίου ξεκίνησε η γερμανική προέλαση προς νότια, με ταυτόχρονη κίνηση δυνάμεων από την Έδεσσα και από την περιοχή της Φλώρινας. Στην γραμμή άμυνας στην Δυτική Μακεδονία, οι συνδυασμένες δυνάμεις της Ελλάδας και της Βρετανικής Κοινοπολιτείας δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τις καλύτερα εξοπλισμένες και αριθμητικά υπέρτερες Γερμανικές δυνάμεις. Το ρήγμα στην άμυνα που δημιουργήθηκε στην περιοχή της Κλεισούρας υποχρέωσε σε σύμπτυξη τις ελληνοβρετανικές δυνάμεις, αλλά στις 16 Απριλίου οι Γερμανοί κατάφεραν να παρεμβληθούν μεταξύ των Ελληνικών και Κοινοπολιτειακών δυνάμεων.

Η γρήγορη κίνηση των γερμανικών δυνάμεων στην ελληνική ενδοχώρα έθεσε σε κίνδυνο και τους Έλληνες που μάχονταν κατά των Ιταλών στην Αλβανία και μπροστά στον κίνδυνο πλήρους διάλυσης ο αντιστράτηγος Γεώργιος Τσολάκογλου, στις 20 Απριλίου συνθηκολόγησε πρώτα με τους Γερμανούς, παρά τις αντίθετες διαταγές της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας και αργότερα με τους ηττημένους Ιταλούς. Η Γερμανική εκστρατεία στην ηπειρωτική Ελλάδα τελείωσε με μία γρήγορη και καθολική γερμανική νίκη με την κατάληψη της Καλαμάτας στην Πελοπόννησο, μέσα σε ακριβώς είκοσι τέσσερις μέρες. Τόσο Γερμανοί όσο και Σύμμαχοι αξιωματούχοι εξέφρασαν το θαυμασμό τους για την ισχυρή αντίσταση που προέβαλαν οι Έλληνες στρατιώτες.

Στις 20 Μαΐου 1941 ξεκινά η Μάχη της Κρήτης. Επίλεκτα γερμανικά στρατεύματα επιτέθηκαν με αεραποβατική ενέργεια στο νησί το οποίο υπερασπίζονταν δυνάμεις της Ελλάδας και της Βρετανικής Κοινοπολιτείας. Οι σκληρές μάχες που έγιναν τις επόμενες δώδεκα μέρες ανέδειξαν νικητές τους Γερμανούς. Όμως το τίμημα της νίκης τους ήταν σοβαρό και έτσι, οι αλεξιπτωτιστές, μέχρι το τέλος του πολέμου δεν θα επαναλάβουν παρόμοια επιχείρηση σε τέτοια κλίμακα.

Κάποιοι ιστορικοί θεωρούν την Γερμανική εκστρατεία στην Ελλάδα αποφασιστική για την έκβαση του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, θεωρώντας ότι αποτέλεσε σοβαρή καθυστέρηση της εισβολής του Άξονα στη Σοβιετική Ένωση. Άλλοι θεωρούν ότι η εκστρατεία δεν είχε καμία επιρροή στην Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα και χαρακτηρίζουν την Βρετανική βοήθεια στην Ελλάδα ως μάταιο εγχείρημα, μία «πολιτική και συναισθηματική απόφαση» ή ακόμα και ένα «σαφές στρατηγικό σφάλμα».