Είτε συμφωνεί, είτε διαφωνεί κάποιος με τις θέσεις του Πατριάρχη Βαρθολομαίου αλλά και την έλευσή του στη Σπάρτη και τον Μυστρά, πρέπει να σεβαστεί τον θεσμό… Αυτό λένε όσοι διαχειρίζονται τα, του δημόσιου βίου, πράγματα και εμπράγματα κι έρχονται έτσι αντιμέτωποι και με ένα άλλο δίλλημα (ενίοτε υπαρξιακής υφής) που συμπορεύεται με άλλες τινές βασανιστικές σκέψεις.

Οι νεκροί, άραγε δικαιώνονται, πότε, πού, πώς και γιατί; Δηλαδή με τον ίδιο σεβασμό σε αυτή την αρχή κανείς δεν κρίνεται όταν αποδημεί, είτε εις Κύριον είτε στον όποιο κύριό του, αλλά αντιθέτως του πρέπει ο προσήκων σεβασμός. Δηλαδή ο σεβασμός που του ταιριάζει. Έτσι αναδεικνύεται η αξία της ζωής έναντι κάθε άλλης αξίας, αξιωματικής, ηθικής, ψυχικής, σωματικής, κ.λ.π;

Ποιος άραγε ορίζει το ταιριαστό και πότε μιλάει η ιστορία, πότε η κοινωνία, πότε η εκκλησία, πότε η δικαιοσύνη, πότε η νέμεσις; Και αν μιλάμε κι εννοούμε την κοινωνική αρμονία και την κοινή συμφωνία που, μέσα στην σύγχρονη ατομικότητά της, αναζητά, οξύμωρα, το ταιριαστό, ποιος αποφασίζει την απόδοση τιμής και σεβασμού εξ ονόματος της κοινωνίας και ποιος επιβάλει την υπακοή αντί του σεβασμού προς πάσα κατεύθυνση;

Και πως άραγε δικαιώνονται μετά θάνατον και όσοι ακούσια ή και βίαια, αποτρόπαια και εγκληματικά οδηγήθηκαν σε αυτόν πρόωρα και όχι πλήρης ημερών; Και δεν εννοούμε τους στρατευμένους που, γνωρίζουν ότι έχουν θέσει εαυτόν στη διάθεση της Πατρίδας, αλλά αυτούς που καταστράφηκαν, καιγόμενοι, πνιγόμενοι, απεγνωσμένοι, από πράξεις, παραλείψεις, εγκληματικές αμέλειες, φονικές αδιαφορίες, ζώντων τε και τεθνεώτων… που είχαν την αναλάβει την ευθύνη της προόδου, της προκοπής, της καλής καγαθής ζωής των πολιτών που καταστράφηκαν.

Τι έχει τελικά αξία, να υπάρχει μνήμη ή αυτή να λέγεται αιωνία..;