«Εξοντωτικά τα νέα μέτρα για τον κλάδο των Κέντρων Ξένων Γλωσσών»
ΓΥΘΕΙΟ. Με επιστολή του προς τον υπουργό Παιδείας Κων/νο Αρβανιτόπουλο, ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Λακωνίας Κων. Πανδής ζητεί την απόσυρση των νέων μέτρων που αφορούν στην ίδρυση και λειτουργία των κέντρων ξένων γλωσσών. Όπως τονίζει ο κ. Πανδής, τα συγκεκριμένα μέτρα οδηγήσουν σε εξόντωση του κλάδου, ενώ όπως αναφέρει, θα υποχρεώσει πολλούς εκπαιδευτικούς να στραφούν στα «μαύρα» ιδιαίτερα μαθήματα, γεγονός που θα επιφέρει πλήγμα στην εκστρατεία του κράτους αναφορικά με την πάταξη της φοροδιαφυγής. Αφού επισημαίνει ότι η ενδεχόμενη διάλυση των επαρχιακών κέντρων ξένων γλωσσών θα καταστήσει αδύνατη την εκμάθηση γλωσσών από τα παιδιά, λόγω του υψηλού κόστους και της αδυναμίας μετάβασης σε μεγάλα αστικά κέντρα, ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Λακωνίας κάνει λόγο για βιαστική προώθηση των μέτρων και ζητεί την απόσυρσή τους.
Η επιστολή του κ. Πανδή έχει ως εξής:
«Με το Ν 4093/12 θεσπίστηκαν μεταξύ άλλων και μέτρα για την ίδρυση και λειτουργία των Κέντρων Ξένων Γλωσσών. Διαβάζοντας κανείς τα μέτρα αυτά οδηγείται στο συμπέρασμα πως ίσως οι εμπνευστές τους δεν έχουν εικόνα της ελληνικής πραγματικότητας και κυρίως αυτής της ελληνικής επαρχίας. Οι κτιριακές προδιαγραφές που θα πρέπει να τηρούνται για τη χορήγηση νέων αδειών, αλλά και την ανανέωση των υφιστάμενων, είναι εξωπραγματικές, σε μια εποχή δε, που οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις φυτοζωούν και είναι αδύνατο να προσανατολιστούν σε επενδύσεις του επιπέδου αυτού.
Πραγματικά, θεωρούμε πως τα μέτρα αυτά οδηγούν στην πλήρη εξόντωση του κλάδου, στο κλείσιμο επιχειρήσεων και πολλούς να γίνουν οικονομικοί εγκληματίες δεδομένου πως, για την επιβίωσή τους, θα συνεχίσουν με ιδιαίτερα μαθήματα κατ’ οίκον, αναγκαστικά μη δηλωμένων, γεγονός που μειώνει τα έσοδα του κράτους από τη φορολογία και αντίκειται στους στόχους της ελληνικής πολιτείας για αύξηση των εσόδων από τη φορολογία και πάταξη της φοροδιαφυγής.
Δε θέλουμε να πιστέψουμε πως η κυβέρνηση θεσμοθέτησε τα μέτρα προς εξυπηρέτηση επιχειρηματικών κύκλων που επιθυμούν να διαλύσουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις του κλάδου για να μονοπωλήσουν την αγορά, γεγονός που θα αποβεί μοιραίο και για την ελληνική οικογένεια που πληρώνει την ιδιωτική εκπαίδευση. Είναι, άλλωστε γνωστό σε εμάς πως για τα φροντιστήρια που λειτουργούν στην επαρχία, όπου οι διαπροσωπικές σχέσεις είναι έντονες, η μείωση των εσόδων τους είναι σημαντική, μιας και το έργο τους, ως λειτούργημα, συνεχίζει να προφέρεται ακόμη και στην περίπτωση που γονείς παιδιών, λόγω της οικονομικής δυσπραγίας της ελληνικής κοινωνίας, αδυνατούν να πληρώσουν το σύνολο ή μέρος των διδάκτρων. Η διάλυση των επαρχιακών φροντιστηρίων θα καταστήσει αδύνατη την εκμάθηση γλωσσών από τα παιδιά αυτά, τα οποία, αδυνατώντας να μετακινηθούν σε μεγάλα αστικά κέντρα αλλά και να ανταποκριθούν στα υψηλά δίδακτρα των μεγάλων επιχειρήσεων, θα στερηθούν τη μόρφωση που τόσο είναι απαραίτητη στη νέα γενιά.
Εξάλλου θεωρούμε, με επιείκεια, πως η προώθηση των μέτρων αυτών έγινε βιαστικά και χωρίς σοβαρή μελέτη των επιπτώσεών τους στην ελληνική κοινωνία, γεγονός που έχει να κάνει και με την απαξίωση του κλάδου, αφού δεν καλέστηκε σε δημόσιο διάλογο για τα τόσο σοβαρά ζητήματα που τον αφορούν.
Θεωρώντας ως απαραίτητη την απόσυρση των μέτρων και την έναρξη κοινωνικού διαλόγου για το θέμα, αναμένουμε τις ενέργειές σας προκειμένου να αποφευχθεί ο αφανισμός του κλάδου», καταλήγει η επιστολή του κ. Πανδή.