ΚΟΣΜΟΣ. Ρόζα Παρκς, μαύρη μοδίστρα που αρνήθηκε να δώσει τη θέση της στο λεωφορείο σ’ ένα λευκό άνδρα τη δεκαετία του ’50, σηματοδοτώντας την αφετηρία της πορείας για την κατάργηση των νόμων περί φυλετικού διαχωρισμού στις ΗΠΑ.

Μία νεαρή μοδίστρα, η Ρόζα Παρκς, αρνείται να σηκωθεί από το κάθισμά της στο λεωφορείο για να καθίσει ένας λευκός και συλλαμβάνεται. Το παράδοξο για εμάς αυτό γεγονός συνέβη στην πόλη Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα, στην καρδιά του αμερικάνικου νότου, που ήταν γνωστός για τις ρατσιστικές του προκαταλήψεις ήδη από την εποχή του εμφυλίου πολέμου.

Τη δεκαετία του '50, στα λεωφορεία της πόλης οι μπροστινές θέσεις προορίζονταν για τους λευκούς επιβάτες, ενώ στο πίσω μέρος μπορούσαν να κάθονται οι μαύροι εφόσον υπήρχαν κενές θέσεις. Με την άρνησή της να παραχωρήσει τη θέση της στο λεωφορείο σε έναν λευκό άνδρα στο Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα το 1955, η μαύρη μοδίστρα Rosa Parks (1913-2005) έδωσε μεγάλη ώθηση στο κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι ηγέτες της τοπικής μαύρης κοινότητας κάλεσαν τους πολίτες σε μποϊκοτάζ των λεωφορείων, το οποίο ξεκίνησε την ημέρα που η Parks καταδικάστηκε για παραβίαση του νόμου διαχωρισμού. Με επικεφαλής τον νεαρό Δρ Μάρτιν Λούθερ Κινγκ jr, το μποϊκοτάζ κράτησε περισσότερο από ένα χρόνο, στη διάρκεια του οποίου η Parks έχασε -καθόλου συμπτωματικά- τη δουλειά της και τελείωσε μόνο όταν το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αποφάνθηκε ότι ο διαχωρισμός των ανθρώπων στα λεωφορεία ήταν αντισυνταγματικός.

Η Ρόζα Παρκς δεν ήταν βέβαια μια τυχαία επιβάτης, αλλά δραστήριο μέλος της τοπικής οργάνωσης για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων, που βρήκαν την «χρυσή» ευκαιρία να αναδείξουν το θέμα. Με επικεφαλής τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ένα δραστήριο νεαρό εφημέριο, ξεκίνησαν ένα γενικευμένο μποϋκοτάζ των συγκοινωνιών της πόλης που προκάλεσε μεγάλες οικονομικές ζημιές στη δημοτική αρχή.

Η Σύλληψη της Rosa Parks

Την Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου του 1955, η 42χρονη Rosa Parks επέστρεφε στο σπίτι με το λεωφορείο, μετά από μια κουραστική μέρα στη δουλειά. Οι μαύροι κάτοικοι του Μοντγκόμερι συχνά απέφευγαν τα λεωφορεία, λόγω του νόμου που ήθελε τους «νέγρους στο πίσω μέρος» κάτι που οι ίδιοι θεωρούσαν απόλυτα υποτιμητικό. Παρόλα αυτά, το 70% των επιβατών μια τυπική ημέρα ήταν μαύροι, και εκείνη την ημέρα η Rosa Parks ήταν ανάμεσά τους.

Ο διαχωρισμός που είχε ψηφιστεί με νόμο έλεγε ότι στο μπροστινό μέρος ενός λεωφορείου θα μπορούσαν να κάθονται μόνο οι λευκοί επιβάτες, ενώ οι μαύροι θα κάθονταν αποκλειστικά στο πίσω μέρος. Ωστόσο ήταν στην ευχέρεια του οδηγού να σηκώσει έναν μαύρο από τη θέση του για να καθίσει ένας λευκός, αν δεν υπήρχαν διαθέσιμες θέσεις.

Σε ένα σημείο της διαδρομής, ένας λευκός άνδρας είχε μείνει όρθιος, γιατί οι υπόλοιποι λευκοί είχαν καθίσει στα καθίσματα στο τμήμα που χαρακτηριζόταν ως «λευκό». Έτσι, ο οδηγός είπε στους επιβάτες στα τέσσερα καθίσματα της πρώτης σειράς του «έγχρωμου» τμήματος να σηκωθούν. Στην πραγματικότητα πρόσθεσε μια ακόμη γραμμή στο «λευκό» τμήμα. Οι τρεις άλλοι υπάκουσαν. H Parks όχι.

«Οι άνθρωποι λένε ότι δεν έδωσα τη θέση μου επειδή ήμουν κουρασμένη» έγραψε η Parks στην αυτοβιογραφία της, «αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Δεν ήμουν κουρασμένη σωματικά ... Όχι, είχα απλά κουραστεί να υποχωρώ». Τελικά, δύο αστυνομικοί πλησίασαν το σταματημένο λεωφορείο και συνέλαβαν την Parks.

Η Rosa Parks και το μποϊκοτάζ των λεωφορείων του Μοντγκόμερι

H είδηση της σύλληψής της έγινε γνωστή σε όλη σχεδόν την πολιτεία το ίδιο βράδυ. Η Rosa ωστόσο αφέθηκε ελεύθερη με εγγύηση λίγες ώρες αργότερα. Και ενώ ο Nixon προσπαθούσε να σχεδιάσει τι θα κάνουν στη δίκη, μια άλλη ιδέα προέκυψε: Οι μαύροι του Μοντγκόμερι θα έκαναν μποϊκοτάζ στα λεωφορεία την ημέρα της δίκης.

Στις 5 Δεκεμβρίου, η Parks κρίθηκε ένοχη για παραβίαση του νόμου περί διαχωρισμού. Η ποινή της ήταν με αναστολή, ενώ κλήθηκε να πληρώσει πρόστιμο 10 δολάρια συν 4 δολάρια σε δικαστικά έξοδα. Εν τω μεταξύ, η συμμετοχή των μαύρων στο μποϊκοτάζ ήταν πολύ μεγαλύτερη από όσο είχε προβλεφθεί αρχικά. Έτσι ο Nixon και μερικοί υπουργοί αποφάσισαν να εκμεταλλευτούν τη δυναμική και να συνεχίσουν τον αγώνα τους, με επικεφαλής τον Δρ Μάρτιν Λούθερ Κινγκ jr που ήταν τότε μόλις 26 ετών.

Το μποϊκοτάζ προκάλεσε οργή σε μεγάλο μέρος του λευκού πληθυσμού του Μοντγκόμερι, καθώς και βίαια επεισόδια αφού στα σπίτια του Nixon και του Μ.Λ. Κινγκ έγιναν βομβιστικές επιθέσεις. Η βία δεν πτόησε κανέναν και αυτό που συνέβαινε πλέον στο Μοντγκόμερι κέρδισε την προσοχή του αμερικανικού και διεθνή Τύπου.

Οι διαμαρτυρόμενοι, με τη βοήθεια πολλών λευκών κατοίκων, οργάνωσαν ένα εναλλακτικό σύστημα συγκοινωνιών με τα ιδιωτικά τους αυτοκίνητα. Η αντίδραση των λευκών ήταν βίαια. Οι αρχές έκαναν τα «στραβά μάτια» στην Κου Κλουξ Κλαν, η οποία ένα βράδυ πυρπόλησε το σπίτι του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.

Η ενέργεια αυτή έφερε τα αντίστροφα αποτελέσματα, καθώς προκάλεσε παναμερικανικό ενδιαφέρον. Ο διαχωρισμός λευκών και μαύρων στα λεωφορεία έφτασε μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. Στις 13 Νοεμβρίου 1956, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι ο διαχωρισμός των λεωφορείων ήταν αντισυνταγματικός. Το μποϊκοτάζ έληξε στις 20 Δεκεμβρίου. Μία ημέρα μετά από τη γραπτή οδηγία του Δικαστηρίου που έφτασε στο Μοντγκόμερι. Η Parks, η οποία είχε χάσει τη δουλειά της και βίωσε σκληρή παρενόχληση, έγινε γνωστή ως «η μητέρα του κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα».

Το 1996 της απονεμήθηκε το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας. Το 1999 τιμήθηκε με το Χρυσό Μετάλλιο του Κογκρέσου για τον αγώνα της κατά του ρατσισμού. Η Ρόζα Παρκς πέθανε στις 24 Οκτωβρίου 2005 και είναι η πρώτη γυναίκα της οποίας η σορός εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στη Ροτόντα του Καπιτωλίου.

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις