Εσείς γνωρίζατε για την Τάφρο των Μαριανών, το χαμηλότερο σημείο της επιφάνειας του φλοιού της Γης
Όταν ο Τζέιμς Κάμερον «βούτηξε» στα 11.000 μέτρα στην Τάφρο των Μαριανών
ΚΟΣΜΟΣ. Η Τάφρος των Μαριανών (Mariana Trench) είναι το βαθύτερο σημείο των ωκεανών του πλανήτη Γη και το χαμηλότερο σημείο της επιφάνειας του φλοιού της Γης, καθώς φτάνει στα 10.994 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Βρίσκεται στον δυτικό Ειρηνικό Ωκεανό στα ανατολικά των Μαριάνων νήσων (Mariana Islands).
Η τάφρος έχει 2.550 χιλιόμετρα μήκος και μέσο πλάτος μόλις 69 χιλιόμετρα, φτάνοντας το μέγιστο βάθος στην άβυσσο του Τσάλεντζερ. Εάν το όρος Έβερεστ, δηλαδή η υψηλότερη κορυφή της Γης σε ύψος 8.848 μέτρα πάνω από το επίπεδο της θάλασσας, βρισκόταν στο βαθύτερο σημείο της τάφρου τότε θα ήταν 2.146 μέτρα κάτω από την επιφάνεια. Το βαθύτερο σημείο της τάφρου δεν είναι το κοντινότερο σημείο στο κέντρο της Γης, καθώς η Γη δεν είναι τέλεια σφαίρα, αλλά εμφανίζει μια ελαφρά εξόγκωση στον Ισημερινό, με αποτέλεσμα πολλά σημεία του πυθμένα του Αρκτικού Ωκεανού να βρίσκονται πιο κοντά στο κέντρο της Γης.
Στο χαμηλότερο μέρος της τάφρου, όπου οι τεκτονικές πλάκες συναντιούνται, η στήλη του νερού από πάνω ασκεί μια πίεση 1.086 bar, που ισοδυναμεί με 1.100 φορές την κανονική ατμοσφαιρική πίεση στην επιφάνεια της θάλασσας.
Η Τάφρος των Μαριανών έχει προταθεί ως σημείο διαχείρισης πυρηνικών αποβλήτων, όπου λόγω των ειδικών γεωλογικών συνθηκών (βυθιζόμενες πλάκες) τα πυρηνικά απόβλητα θα εισχωρούσαν στον μανδύα της Γης. Παρ' ότι το εγχείρημα αυτό είναι τεχνολογικά εφικτό, διεθνείς συνθήκες διαχείρισης πυρηνικών αποβλήτων απαγορεύουν την εφαρμογή του.
Το φυσικό περιβάλλον της τάφρου των Μαριανών εθεωρείτο παλαιότερα ως ακατάλληλο για να αναπτυχθούν μορφές ζωής. Τελικώς όμως, η νέα έρευνα των Δανών, Γερμανών, Βρετανών και Ιαπώνων επιστημόνων, με επικεφαλής τον καθηγητή Ρόνι Γκλουντ του πανεπιστημίου της Νότιας Δανίας, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό γεωεπιστημών «Nature Geoscience», σύμφωνα με το BBC και το «New Scientist», έρχεται να επιβεβαιώσει προηγούμενα στοιχεία ότι μια ποικιλία οργανισμών μπορούν να επιζήσουν στις ακραίες αυτές συνθήκες.
Χαμηλή θερμοκρασία του νερού στους 1 έως 4°C, πίεση 1.100 φορές μεγαλύτερη από εκείνη στην επιφάνεια της θάλασσας και πλήρες σκοτάδι διαμορφώνουν το γύρω περιβάλλον. «Αυτά τα μικρόβια αναπνέουν όπως εμείς. Υπάρχει εντυπωσιακά μεγάλη ποσότητα τροφής εκεί κάτω και μάλιστα φρέσκια και πολύ θρεπτική», ανέφερε ο Σκοτσέζος ερευνητής δρ. Ρόμπερτ Τούρνεβιτς.
Οι επιστήμονες έστειλαν, το 2010, ένα μη επανδρωμένο ρομποτικό βαθυσκάφος βάρους 600 κιλών στην τεράστια υποθαλάσσια τάφρο, από όπου συνέλεξε δείγματα από το λασπωμένο ίζημα του βυθού σε βάθος έως 20 εκατοστών. Η μετέπειτα ανάλυση έδειξε μεγάλες ποσότητες οξυγόνου και ένα μεγάλο αριθμό μικροβίων. Κάθε κυβικό εκατοστό του ιζήματος του βυθού περιείχε γύρω στα 10 εκατ. μικρόβια.
Τα μικρόβια βρίσκουν στον βυθό της τάφρου των Μαριανών αφθονία νεκρής φυτικής και ζωικής ύλης, που καταβυθίζεται σιγά-σιγά από τα μικρότερα βάθη και αποσυντίθεται αργά όταν πια φθάσει στον βυθό και αρχίσει να μετατρέπεται σε ίζημα.
Το 2012, ο Καναδός σκηνοθέτης Τζέιμς Κάμερον είχε γίνει ο πρώτος άνθρωπος μετά από 50 χρόνια, που μόνος του, με ένα ειδικό βαθυσκάφος, είχε κατέβει για λίγη ώρα στον βυθό της τάφρου των Μαριανών, όπου όμως δεν είχε δει ιδιαίτερα ίχνη ζωής.
Σχεδόν 11.000 μέτρα κάτω από την επιφάνεια του νερού, η τάφρος των Μαριανών αποτελεί το βαθύτερο σημείο των ωκεανών της Γης, αλλά και ένα από τα πιο συναρπαστικά και σημαντικά ερευνητικά ταξίδια-πρόκληση που πολλοί ονειρεύονται να κάνουν. Ο σκηνοθέτης του «Τιτανικού» όμως, το κατάφερε.
Ενώ χιλιάδες ορειβάτες έχουν ανεβεί με επιτυχία στο Έβερεστ, το υψηλότερο σημείο της Γης, ελάχιστοι άνθρωποι έχουν φτάσει στο βαθύτερο σημείο του πλανήτη, στον Ειρηνικό Ωκεανό, το οποίο είναι γνωστό και ως Challenger Deep. Το 1960, ο Don Walsh και ο Jacques Piccard ήταν οι δύο πρώτοι άνθρωποι που έφτασαν εκεί ως ομάδα. Μισό αιώνα αργότερα, το 2012, ο James Cameron έγινε ο πρώτος άνθρωπος που έκανε σόλο κατάδυση με επανδρωμένο υποβρύχιο στο σημείο αυτό.
Οι Piccard, Walsh και Cameron παρέμειναν οι μόνοι άνθρωποι που έφτασαν στον βαθύτερο βυθό του κόσμου μέχρι το 2019, όταν ξεκίνησαν οι τακτικές καταδύσεις με το DSV Limiting Factor, ένα επανδρωμένο όχημα βαθιάς κατάδυσης που ανήκει και λειτουργεί από τον ερευνητικό οργανισμό ωκεανολογικών ερευνών Inkfish του Gabe Newell.
Σε απίστευτα βάθη
Η τάφρος των Μαριανών αποτελεί μέρος ενός παγκόσμιου δικτύου βαθιών τάφρων που διασχίζουν τον πυθμένα του ωκεανού, οι οποίες σχηματίζονται όταν συγκρούονται δύο τεκτονικές πλάκες. Στο σημείο της σύγκρουσης, η μία από τις πλάκες βυθίζεται κάτω από την άλλη στον φλοιό της Γης, δημιουργώντας μια ωκεάνια τάφρο.
Η Τάφρος βρίσκεται στον δυτικό Ειρηνικό ωκεανό, ανατολικά των Φιλιππίνων και κατά μέσο όρο περίπου 200 χιλιόμετρα ανατολικά των νήσων Μαριάνα. Ουσιαστικά μοιάζει με μια σχισμή, σε σχήμα ημισελήνου, στον φλοιό της Γης που έχει μήκος πάνω από 2.550 χιλιόμετρα και πλάτος 69 χιλιόμετρα. Η απόσταση μεταξύ της επιφάνειας του ωκεανού και του βαθύτερου σημείου της τάφρου -το Challenger Deep, το οποίο βρίσκεται περίπου 322 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της αμερικανικής επικράτειας Γκουάμ- είναι σχεδόν 11 χιλιόμετρα.
Αυτό που κάνει την Τάφρο αυτή μια από τις πιο σημαντικές ερευνητικές αποστολές, η οποία ελκύει πληθώρα εξερευνητών που θέλουν να προσπαθήσουν να την επισκεφτούν, δεν έγκειται μόνο το βάθος της. Αν και στον πυθμένα της τάφρου των Μαριανών η πίεση ξεπερνά τις 1000 ατμόσφαιρες, νούμερο αρκετό για να συνθλίψει όλα τα υποβρύχια εκτός από τα πιο ανθεκτικά και να σκοτώσει ακαριαία έναν απροστάτευτο άνθρωπο.
Το μεγάλο ενδιαφέρον που παρουσιάζει αυτό το σημείο προκύπτει από την ζωή που συναντάται εκεί. Και όμως σε τόσο αφιλόξενο, βαθύ και σκοτεινό τόπο, έχει παρατηρηθεί θαλάσσια ζωή. Όταν ο Piccard καταδύθηκε εκεί το 60, παρατήρησε ένα πλατύ ψάρι μήκους περίπου ενός μέτρου, το οποίο ονόμασε «ατσάλινο τέρας», αφού μπορούσε και επιβίωνε στις τεράστιες πιέσεις της τάφρου και είχε μάτια, παρά το αέναο σκοτάδι του βιότοπού του.
Έκτοτε έχουν παρατηρηθεί πολλά νέα είδη, συμπεριλαμβανομένων μικροσκοπικών οργανισμών που ζουν στο βυθό, μεγάλων μονοκύτταρων αμοιβάδων με διάμετρο μεγαλύτερη από 10 εκατοστά, μεδουσών, αμφίποδων και σαλιγκαριών – τα οποία ενέπνευσαν ακόμη και έναν νέο τύπο μαλακού υποβρύχιου βαθιάς θάλασσας.
Οι επιστήμονες ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για τους μικροοργανισμούς που ζουν στις σχισμές της Τάφρου, καθώς υποστηρίζουν ότι μπορούν να οδηγήσουν σε ανακαλύψεις στη βιοϊατρική και τη βιοτεχνολογία. Οι κάτοικοι της Τάφρου των Μαριανών μπορεί ακόμα να δώσουν απαντήσεις και για την εμφάνιση της ζωής στη Γη. Επιπλέον, η μελέτη των πετρωμάτων από τις ωκεάνιες τάφρους θα μπορούσε να οδηγήσει και σε καλύτερη κατανόηση των σεισμών που δημιουργούν τα ισχυρά και καταστροφικά τσουνάμι, που παρατηρούνται στις ακτές του Ειρηνικού, σχολιάζουν πολλοί γεωλόγοι.
Το ταξίδι του Cameron
Δυστυχώς οι άνθρωποι δεν έχουν τα ίδια φυσικά χαρακτηριστικά με εκείνα των οργανισμών που ζουν σε αυτά τα βάθη, γεγονός που κάνει την κατάδυσή τους σε αυτό το σημείο από επικίνδυνη έως αδύνατη. Στόχος των σύγχρονων εξερευνητών ήταν να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες, μέσω της τεχνολογίας, μέσα σε ένα υποβρύχιο, έτσι ώστε αυτό να αντέχει τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, σε ένα τόσο μεγάλο βάθος.
Οι δυσκολίες αυτές όμως δεν ήταν αρκετά σημαντικές για τον σκηνοθέτη και εξερευνητή James Cameron, ο οποίος εκπλήρωσε το 2012 τον μακροχρόνιο στόχο του, να φτάσει στον πυθμένα της Τάφρου με επανδρωμένο σκάφος. Για την κατάδυση, ο Cameron σχεδίασε ένα υποβρύχιο όχημα 7,5 περίπου μέτρων, το Deepsea Challenger.
Το σκάφος ήταν εξοπλισμένο με υδραυλικό βραχίονα χειρισμού για τη λήψη δειγμάτων και με πολλαπλές κάμερες για τη λήψη εικόνων του τοπίου και των μορφών ζωής σε μερικές από τις βαθύτερες ζώνες του κόσμου. Είχε έναν μηχανισμό προσεδάφισης, ένα μη επανδρωμένο σκάφος μεγέθους τηλεφωνικού θαλάμου, το οποίο επίσης περιηγήθηκε στα μυστηριώδη βάθη της Τάφρου για να συλλέξει δείγματα και εικόνες.
Ωστόσο ακόμα και με αυτήν την προσεχτικά σχεδιασμένη τεχνολογία, το υποβρύχιο του Cameron δεν έμεινε άθικτο από την κατάδυση. Με το σημείο που επισκέφθηκε ο εξερευνητής, η πίεση του νερού να υπολογίζεται πάνω από 10.859 atm, αρκετά κομμάτια εξοπλισμού έπεσαν θύματα της τεράστιας πίεσης, μέχρι να φτάσει το υποβρύχιο στον πυθμένα της θάλασσας. Μετά από τρεις ώρες εξερεύνησης, o Cameron ξεκίνησε την ανάδυση, η οποία του πήρε περίπου 1,5 ώρα μέχρι να δει την επιφάνεια του νερού.
O Cameron έφερε μαζί του πίσω 68 νέα είδη μικροοργανισμών και πολλές μαγευτικές φωτογραφίες που δείχνουν έναν κόσμο πολύ διαφορετικό από αυτόν που ξέρουμε. Και ενώ η τεχνολογία προοδεύει και οι επισκέψεις στην Τάφρο των Μαριανών συνεχίζονται, το ταξίδι του Cameron θα αποτελεί για πάντα καταδυτικό ορόσημο σε ένα από τα πιο αφιλόξενα μέρη του πλανήτη μας.