Γράφει ο Παναγιώτης Τζουνάκος

Η μη κυβερνητική οργάνωση Oxfam (διεθνής συνομοσπονδία φιλανθρωπικών οργανώσεων) ανακοίνωσε στις 18/1/16 ότι οι 62 πλουσιότεροι άνθρωποι του πλανήτη κατέχουν συνολικά όσο πλούτο έχει ο μισός πληθυσμός της γης, δηλ. 3.6 δισ. άτομα και 8 άνθρωποι, αξία ίση με αυτήν του φτωχότερου μισού παγκόσμιου πληθυσμού. Η τράπεζα Credit Suisse έδωσε την εξής κατανομή του παγκόσμιου πλούτου για το 2016: το 0,7 του παγκόσμιου πληθυσμού ελέγχει το 45,2% του παγκόσμιου πλούτου, το 7,3% το 39,4%, το 21% το 12,4% και το 71% το 3%. Για την Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ (8/2/20), το 68,3% του πληθυσμού ζει κοντά στο όριο της φτώχειας, το 12,9% κάτω από το όριο της φτώχειας και το 55,4% είναι οικονομικά ευάλωτο.

Η καταγραφή αυτή επιβεβαιώνει και πιστοποιεί τις τεράστιες ανισότητες που επικρατούν σε παγκόσμιο και σε τοπικό επίπεδο και είναι ο αδιάψευστος μάρτυρας των διαφορών που υπάρχουν στις κοινωνίες των ανθρώπων. Ο άνθρωπος αποδέχεται την παραπάνω οικονομική διαστρωμάτωση, που είναι δικό του δημιούργημα, τη συντηρεί και την προστατεύει, παρά τις όποιες δράσεις, διεκδικήσεις, στάσεις και επαναστάσεις έλαβαν χώρα στο παρελθόν, που είχαν σκοπό την ανατροπή της, προς όφελος των οικονομικά και κοινωνικά ασθενέστερων. Η πραγματικότητα αυτή απορρέει από τα συνειδησιακά κενά της μεγάλης πλειονότητας των ανθρώπων, της επιστημονικής χειραγώγησης και της εσωτερικής εκμετάλλευσης των αδυναμιών της υπόστασης και της Φύσης τους, αλλά και από το τσάκισμα κάθε έννοιας, πρόθεσης και πράξης, που επιχειρεί να αμφισβητήσει και πολύ περισσότερο να διασαλεύσει την ομαλή εξέλιξη και στρωμένη πορεία των πραγμάτων.

Λίγοι και πολλοί. Πλούσιοι και φτωχοί. Το δίπολο της απόλυτης σύζευξης, της αληθινής πραγματικότητας. Συνυπάρχουν στις κοινωνίες, με τους μεν να καθορίζουν και να προσδιορίζουν τους δε. Με τις διακρίσεις, τις αντιπαλότητες και τις συγκρούσεις να είναι όχι μόνο αναπόφευκτες, αλλά και αναγκαίες, προκειμένου να πιστοποιείται η ύπαρξη της κοινωνικής αντίθεσης. Η μεταξύ τους διαμάχη οφείλεται στη βαθιά ιδεολογική τους εναντίωση, που αποτελεί την αφετηρία του προσδιορισμού τους, με την επίγνωση της διαφορετικότητας εκατέρωθεν να ενισχύεται η πεποίθηση της προστατευμένης νόμιμα ανισοκατανομής, ως πραγματική ισορροπία που αξιακά επικρατεί μεταξύ των ανθρώπων, με τις εγγυήσεις του πολιτικού συστήματος. Οι εργοδότες, μέχρι πριν από λίγα χρόνια στήριζαν κατά κάποιο τρόπο τους εργαζόμενους, αφού αυτοί έθεταν σε λειτουργία τις μηχανές τους, για την παραγωγή των προϊόντων τους, ήταν και καταναλωτές τους. Γι’ αυτό, οι εργαζόμενοι έπρεπε να έχουν κάποια οικονομική δυνατότητα προκειμένου να συμμετέχουν στη διαδικασία της κυκλικής εκμετάλλευσης. Δεν το έκαναν από αγάπη και συμπόνια, αλλά ήταν ένας τρόπος πλασματικής συμφιλίωσης, που τους έδινε τη δυνατότητα παραγωγής, προσπορισμού και συσσώρευσης πλούτου. Σήμερα δείχνουν το πραγματικό τους πρόσωπο. Ξεδίπλωσαν όλα τα «χαρίσματά» τους, στέκονται με το φραγγέλιο πάνω από τους εργαζόμενους κραδαίνοντας τους ιμάντες με τις αιχμηρές άκρες. Ξαναβγήκαν τα κοράκια της αισχροκέρδειας, της κατασπάραξης και της αφαίμαξης. Φαίνεται ότι ακολουθούν τον Βρετανό τραπεζίτη Ρότσιλντ (1840 – 1915), που έλεγε ότι: «… το μυστικό της κερδοσκοπίας είναι να αγοράζεις όταν το αίμα κυλάει στους δρόμους».

Ένας άνθρωπος που γεννιέται χωρίς … την επιλογή της οικονομικής κατάστασης της οικογένειάς του και δυσκολεύεται να επιβιώσει, δεν έχει το δικαίωμα να απαιτεί να ζει σ’ αυτήν την κοινωνία. Αν δεν μπορέσει με έντεχνους και δυναμικούς, πονηρούς και ανήθικους τρόπους να πλασαριστεί στη γκάμα των επιζώντων είναι καταδικασμένος να αιωρείται μεταξύ πείνας και αθλιότητας, ποδοπατημένος και σερνόμενος από τα γεμάτα πορτοφόλια, που από την αγωνία για να αυξήσουν τον πλούτο τους, δεν βλέπουν μπροστά τους. Το κατάντημα είναι ευθύνη του ίδιου, αφού δε γεννήθηκε με τη διαφορετικότητα, την ικανότητα και την ευστροφία και δίκαια συμπορεύεται με τη μοίρα του. Η άποψη αυτή στηριγμένη από το σύνολο των μίντια έχει εγκατασταθεί στις συνειδήσεις των ανθρώπων έχει γίνει βίωμά τους και έχει χωρίσει εγκάρσια τις ανθρώπινες κοινωνίες σε ικανούς και ανίκανους, σε έξυπνους και βλάκες, σε αφέντες και δούλους, σε αυτούς που έχουν δικαίωμα να ζουν και σε αυτούς που έχουν το δικαίωμα της ημι-ζωής ή της … μη ύπαρξης.

Ο Πάπας Φραγκίσκος, με εγκύκλιό του απηύθυνε δριμύ κατηγορώ κατά της οικονομικής ολιγαρχίας που κυβερνά τον κόσμο σημειώνοντας ότι: «αν ένα άτομο δεν κατέχει αυτά που είναι αναγκαία για να ζήσει με αξιοπρέπεια, αυτό συμβαίνει επειδή ένα άλλο άτομο τα διακρατά», χωρίς όμως να ασκεί το κύρος και την ισχύ του για τη μείωση των ανισοτήτων, που όχι μόνο τις προσπερνά, αλλά και τις ευλογεί.

Μέσα στον πλούτο της φύσης, όπου ένα κομμάτι ανήκει δικαιωματικά στον καθένα στροβιλίζονται πολλά είδη ζωής, από την ευμάρεια και την ευημερία μέχρι την εξαθλίωση, από την ευφορία μέχρι τη δυστυχία, με τη μεγάλη μάζα των μειονεκτικών, των υπολειπόμενων σπρωγμένη πάνω στα κάγκελα της απομόνωσης, να ψάχνει στηρίγματα για να ισορροπήσει. Τσακισμένη και απαλλαγμένη από τα όνειρα για μια καλύτερη ζωή, κενή και ανήμπορη υποκύπτει και συμβιβάζεται με τις εντολές των ισχυρών. Η νέα κανονικότητα εμφυτεύεται στον εγκέφαλό της παίρνει μόνιμη θέση και την οδηγεί στην υποδούλωση, την ταπείνωση. Η μυρωδιά της φτώχειας των «παράσιτων» διευρύνει τις διαχωριστικές γραμμές προστατεύει τους υγιείς θέτοντας σε καραντίνα τους λεπρούς στο γκέτο της Σπιναλόγκα, αφού η μοίρα τους προίκισε με υλικά δεύτερης, τρίτης κ.λπ. κατηγορίας.

Η κατάσταση αυτή επικρατεί σε παγκόσμιο επίπεδο. Όμως, ένα είναι σίγουρο, που η ιστορία διδάσκει. Ότι, οι ριγμένοι, οι καταπιεσμένοι και οι καταπονημένοι κάποια στιγμή θα σηκώσουν κεφάλι. Θα αντιδράσουν, θα ξεσηκωθούν, θα εξεγερθούν και θα επαναστατήσουν, αφού δεν θα έχουν τίποτα να χάσουν. Θα βάλουν μπροστά και τη ζωή τους, αφού έτσι και αλλιώς και αυτή θα την έχουν χαμένη. «Μπιρί γερ, μπιρί μποκάρ, κιγιαμέτ οντάν κοπάρ» δηλ. «Όταν ο ένας πεινάει και ο άλλος κοιτάει, το κακό από ‘κει ξεσπάει». (Τουρκική παροιμία).

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr