Ένα «παραμύθι» της Ματίνας Μόσχοβη

Από τις εκδόσεις ΑΡΜΟΣ

Γράφει ο Βαγγέλης Μητράκος*

-Έλα, κάθισε κοντά μου, να σου πω ένα παραμύθι, σε καλεί η Ματίνα Μόσχοβη στον πρόλογο του βιβλίου της «Βαλσαμών». Κι εσύ πρόθυμα απεκδύεσαι το «φόρεμα του μεγάλου», γίνεσαι μικρό παιδί, κάθεσαι δίπλα της και το παραμύθι αρχίζει:

«Το ασημένιο ολόφωτο δίχτυ του φεγγαριού απλωνόταν πάνω στα νερά της λίμνης, πάνω στα νούφαρα και στους υδρόβιους υάκινθους, καθώς λικνίζονταν νωχελικά».

-Τι ωραία είναι εδώ, μονολογείς! Θέλω να μείνω, θέλω να δω, θέλω ν’ ακούσω.

Κι ύστερα βλέπεις τον σοφό Βαλσαμών , ένα παράξενο πλάσμα , με σώμα αντρικό και κεφάλι βατράχου, κι ακούς τη φωνή της μικρής πριγκίπισσας Αρουρούς που τον ψάχνει , γυρεύοντας τη βοήθειά του. Γιατί ένα τεράστιο σκοτεινό πουλί , το «Πουλί του Αναπάντεχου», άρπαξε τον θείο της τον Τάταν, την ώρα που έδινε χορό προς χάριν της Βασίλισσας του Νησιού των Κοραλλιών, και τον κρέμασε ψηλά , στα κλαδιά μιας σεκόϊας. Κι ήταν εκείνο το ίδιο πουλί που κάποτε είχε αρπάξει και τους δικούς της γονείς.

Κάπου εκεί, το μικρό παιδί που ακούει το παραμύθι της Ματίνας Μόσχοβη νιώθει μιαν ανάσα πλάι στο αυτί του . Κάνει έτσι και βλέπει τον μεγάλο του εαυτό να έχει καθίσει από δίπλα , ν’ ακούει και να μονολογεί:

-Ώστε το Πουλί του Αναπάντεχου!!! Άαααχ! Πόσες φορές μ’ έχει αρπάξει κι εμένα αυτό το πουλί και μ’ έχει κρεμάσει ψηλά!!! Πόσες φορές!!! Ωραίο μου μοιάζει αυτό το παραμύθι . Θα μείνω να τ’ ακούσω κι εγώ.

Και το παραμύθι συνεχίζεται, όλο και πιο όμορφο, όλο και πιο μαγικό, όλο και πιο αλληγορικό, όλο και πιο αποκαλυπτικό! Είναι σαν η συγγραφέας, χωρίς να το νιώσεις πώς, άνοιξε με τη χαρισματική γραφή της μια τρύπα στο δάσος του κόσμου που περπατούσες, κι εσύ, όπως η Αλίκη του Λιούις Κάρολ, γλίστρησες μέσα της και βρέθηκες σε μια χώρα θαυμάτων, όπου πλάσματα ξωτικά, με παράξενα ονόματα που έρχονται από τα έπη των Σουμερίων, από τους Αζτέκους και δεν ξέρω κι εγώ από πού αλλού (τίποτε – ακόμα και τα ονόματα – σ’ αυτό το βιβλίο δεν είναι τυχαίο) αδερφώνουν την ιστορία των Ανθρώπων, φωτίζουν το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον και βάζουν σε κάθε βήμα τους και σε κάθε κουβέντα που αλλάζουν, κρυφά και φανερά μηνύματα για να διαβάσει και ο σημερινός άνθρωπος (με το δικό του τρόπο ο καθένας), τη ζωή και την πορεία του, να νιώσει από πού έρχεται και πού πάει, ποιος –τελικά – είναι ο σκοπός της ζωής του , να κοιταχτεί στον καθρέφτη της αυτογνωσίας, να αναγνωρίσει λάθη και να συναισθανθεί υποχρεώσεις, να συνθέσει, να κάνει γόνιμους συνειρμούς και κάποιες φορές να σκεφτεί κι έξω από την πεπατημένη.

Κι όλα τούτα (και πολλά άλλα), καταφέρνει να τα συνταιριάζει και να τα φέρνει στο προσκήνιο η Ματίνα Μόσχοβη, όχι με κραυγές, αφορισμούς και με λεκτικά-νοηματικά «μπουκώματα» ή με στείρο διδακτισμό αλλά με μια μέθοδο διαλεκτική , φιλική , τρυφερή και ανεκτική , μ’ έναν τρόπο που δεν στερεί από τον αναγνώστη την ελευθερία της σκέψης και δεν του αρνείται το δικαίωμα της επιλογής και της αυτοδιάθεσης . Γι’ αυτό, άλλωστε, αρκετές κουβέντες των ηρώων του παραμυθιού μένουν ανοιχτές , αφήνοντας τον αναγνώστη να τις συμπληρώσει. Σ’ ολόκληρο το «παραμύθι», απ’ την αρχή μέχρι το τέλος , η συγγραφέας δεν κάνει άλλο παρά να πετά βοτσαλάκια μέσα στη πράσινη λίμνη μας , που πάει να τελματώσει . Απλώς πετά πετραδάκια κι αφήνει τους κύκλους του νερού που ζωντανεύει ν’ απλώνουν μέχρι να φτάσουν στο χάρτινο καραβάκι μας, να το βγάλουν απ’ τη νηνεμία και το λήθαργο και να το σπρώξουν λίγο παραπέρα.

Μέσα σ’ αυτήν την ονειρική πορεία και περιπλάνηση στον παραμυθένιο τόπο της Ματίνας Μόσχοβη συγκροτείται , σιγά – σιγά , μια ετερόκλητη παρέα , που έχει όμως ένα κοινό σκοπό. Ο Βαλσαμών, η Αρουρού , ο Αξολότλ, ο Κορυθόσαυρος, ο Χρυσαετός, αναζητούν για καθοριστική βοήθεια τον πρίγκιπα Σασού-Ρόδιο. Τον βρίσκουν δεμένο στο κάστρο του από τέρατα που επέδραμαν εκεί και τα οποία θα επιστρέψουν. Με όπλα «φανταστικά αφάνταστα» δίνεται η μάχη μεταξύ του Καλού και του Κακού , αιχμαλωτίζεται η Αρουρού, αλλά - τελικά - σώζεται με μια θυσία αγάπης που αλλάζει άρδην την εξέλιξη του παραμυθιού και τις καταστάσεις.

Το τέλος του «Βαλσαμών» είναι πραγματικά συγκλονιστικό: Μια ανατροπή που ξεπερνά κάθε φαντασία και αναγνωστική πρόβλεψη κι ένας (σαιξπηρικού χαρακτήρα) καταπληκτικός μονόλογος από τον Τάταν (δείγμα της τεράστιας θεατρικής παιδείας και συγγραφικής δεινότητας της Ματίνας Μόσχοβη) που λύνει απορίες, ανοίγει πληγές, βάζει προβληματισμούς και προκλήσεις, που ο αναγνώστης ΜΟΝΟΣ του θα απαντήσει σαν υποκείμενο της ιστορίας.

Με το βιβλίο της «παραμύθι» «Βαλσαμών» η Ματίνα Μόσχοβη έβαλε έναν ακόμα στέρεο και ομορφοπελεκημένο ακρογωνιαίο λίθο στο οικοδόμημα τού τόσο σημαντικού , πολύχρονου, δημιουργικού και ιδιαίτερου, πνευματικού – λογοτεχνικού έργου της.

Ο «Βαλσαμών» είναι, τελικά, ένα έργο συλλογικό. Γιατί είναι φανερό στη δομή του, στην έκφρασή του, στη φιλοσοφία γραφής του, σε κάθε αράδα του και σε κάθε του νόημα, πως εκτός από τη Ματίνα του Παραμυθιού έγραφαν μαζί: η Ματίνα του Θεάτρου, της Ποίησης, της Λογοτεχνίας, η Ματίνα Παιδαγωγός, η Μουσικός, η Ιστορικός, η Ματίνα της Φιλοσοφίας, η Πολιτικός, η Πολίτης, η Ματίνα Κοινωνική Ανατόμος … Κάθε μορφή της πολυσχιδούς προσωπικότητας και του ταλέντου τής Ματίνας Μόσχοβη περιέχεται κι έχει συνδράμει στη υπέροχη αυτή λογοτεχνική δημιουργία πολυεπίπεδης ανάγνωσης, που φέρει τον τίτλο: «Βαλσαμών» .

Ναι ! Ο «Βαλσαμών» είναι ένα «παραμύθι» που μπορεί να διαβαστεί από μικρούς και μεγάλους. Ο καθένας θα πάρει από το «παραμύθι» αυτό που μπορεί , εκείνο που θέλει , εκείνο που αντέχει .

Τελικά, ο «Βαλσαμών» είναι ένα παραμύθι που ΑΞΙΖΕΙ να το διαβάσουν ΟΛΟΙ.

Κι όπως γράφει στον ευαίσθητο επίλογό της η Ματίνα Μόσχοβη :

«Έτσι τελειώνει αυτή η παραμυθία που δεν ήταν παρά ένα μικρό δώρο στο μεγάλο δώρημα της αγάπης. Επειδή, κάθε φορά που ο κόσμο τρεκλίζει μέσα μας, είτε από πόνο, είτε από οργή, είτε από ερημιά, είτε από εγωισμό, είτα από άγνοια, έρχεται το άνθος του βάλσαμου, με ένα θεραπευτικό άγγιγμα, με θεραπευτικό χαμόγελο, με θεραπευτικό λόγο, για να μας θυμίζει την κάθε στιγμή του πραγματοποιημένου παραδείσου …»

*Το παραμύθι «Βαλσαμών» εκδόθηκε - σε δεύτερη έκδοση - τον Σεπτέμβρη 2020, από τις εκδόσεις ΑΡΜΟΣ. (Α΄ έκδοση: Εκδόσεις ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, 2019)

**Κοσμείται από υπέροχες εικόνες του ζωγράφου Γιώργου Λαμπράκη, που παραπέμπουν στις παλιές εικονογραφήσεις των βιβλίων του Ιουλίου Βερν.

Μόσχοβη Ματίνα

Η Ματίνα Μόσχοβη γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε τραγούδι και θέατρο. Συμμετείχε σε συγκρότημα πολιτικού τραγουδιού με εμφανίσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Στο θέατρο συμμετείχε σε πλήθος παραστάσεων κλασσικού και σύγχρονου ρεπερτορίου. Τα τελευταία χρόνια έχει επικεντρωθεί στην διδασκαλία γραφής και συνανάγνωσης δημιουργώντας το εργαστήριο Εαρπηγών. Από το 2016 συμμετέχει στην ομάδα καθηγητών-συμβούλων του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, διδάσκοντας δημιουργική γραφή στο μεταπτυχιακό τμήμα.

(*) Δάσκαλος