Γράφει ο Γιάννης Μητράκος

Όταν ξημέρωσε η τραγική για τον Ελληνισμό ημέρα της 20ης Ιουλίου 1974 με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο ήμουν έφηβος μαθητής της Δ΄ τάξης του εξαταξίου Γυμνασίου. Οι θλιβερές εικόνες των γεγονότων που είδαν το φως της δημοσιότητας από την επομένη ημέρα με τις αποβατικές δυνάμεις των εισβολέων να προελαύνουν ενώ τα τούρκικα αεροσκάφη βομβάρδιζαν αδιακρίτως τις κυπριακές πόλεις και τα χωριά, οι μαύροι καπνοί που υψώνονταν στον ορίζοντα, τα γκρεμισμένα κτίρια, τα καμένα από τις βόμβες ναπάλμ σώματα των ελληνοκυπρίων, οι ξεριζωμένοι πρόσφυγες, οι πρώτοι πρόχειροι προσφυγικοί καταυλισμοί, έμειναν χαραγμένα για πάντα στην ψυχή της γενιάς μου, της γενιάς της μεταπολίτευσης.

Οι επίορκοι πραξικοπηματίες της 21ης Απριλίου αποχωρούσαν πανικόβλητοι από την εξουσία, που είχαν σφετεριστεί δια της βίας πριν από 7 χρόνια, κάτω από το βάρος των συνεπειών της εθνικής τους προδοσίας και οι πολιτικοί καλούνταν εσπευσμένως να αναλάβουν δράση για να σώσουν ό,τι ήταν δυνατό να σωθεί. Η Κερκόπορτα, δυστυχώς, γι’ άλλη μια φορά στην Ιστορία μας είχε μείνει ανοιχτή και οι βάρβαροι είχαν διαβεί!

Οι επόμενες μέρες, οι μήνες, τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν γεμάτα από ανθρώπινο πόνο, από τιτάνια προσπάθεια και αγώνα για να κατορθώσουν οι αδελφοί μας Κύπριοι να σταθούν στα πόδια τους, να «κλείσουν» τις πληγές τους, να συνειδητοποιήσουν ότι δίπλα τους «στα κατεχόμενα» κυπριακά εδάφη της Βόρειας Κύπρου είχε βάλει το πόδι του ο Τούρκος εισβολέας, παραβιάζοντας κάθε στοιχειώδη έννοια διεθνούς δικαίου και ειρηνικής συνύπαρξης.

Την εποχή εκείνη είδε το φως το σήμα-σύμβολο «ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ», που δημιουργήθηκε το πρωί της 14ης Αυγούστου 1974, την ημέρα που ο «Αττίλας 2» ολοκλήρωνε το 2ο μέρος της εισβολής κι έκοβε την Κύπρο στα δύο. Δημιουργός του ήταν ο συγγραφέας-διαφημιστής Νίκος Δήμου, που οραματίστηκε το νησί μαχαιρωμένο και τη γραμμή της διχοτόμησης του Αττίλα σαν μια ροή πηγμένου αίματος που έσταζε. Η εικόνα-σύνθημα τυπώθηκε σε χιλιάδες αυτοκόλλητα αντίτυπα, δημοσιεύτηκε σε όλες τις ελληνικές εφημερίδες, μεταφράστηκε σε πολλές ξένες γλώσσες και διαδόθηκε σε όλα τα μέρη του κόσμου όπου υπήρχαν ‘Έλληνες.

Σκοπός του επιτυχημένου σήμα-συμβόλου ήταν από μια να διεθνοποιήσει το έγκλημα που διαπράχθηκε από τους Τούρκους στην Κύπρο κι από την άλλη να κρατήσει άσβηστη την εθνική μνήμη, ώστε να συνεχιστούν οι προσπάθειες για το τέλος της τουρκικής κατοχής, την αποχώρηση του τουρκικού στρατού κατοχής, την επανένωση του νησιού και την ειρηνική συνύπαρξη ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων σ’ ένα ενιαίο, αδιαίρετο δημοκρατικό κυπριακό κράτος.

Και τα χρόνια πέρασαν! Σαράντα έξι χρόνια μετά η ελεύθερη Κύπρος είναι ένα μικρό, ανεξάρτητο, επιτυχημένο κράτος, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναγνωρισμένο από όλα τα έθνη και τους διεθνείς οργανισμούς πλην της ένοχης Τουρκίας, ενώ το τουρκοκυπριακό ψευδοκράτος της Βόρειας κατεχόμενης Κύπρου, παρά τις συνεχείς και συστηματικές τουρκικές ενέργειες παραμένει ένα νόθο κρατικό μόρφωμα πλήρως ελεγχόμενο από την εκάστοτε ηγεσία της Άγκυρας, η οποία δεν αφήνει να τελεσφορήσει καμιά διακοινοτική ή διεθνής προσπάθεια για να πέσει το τελευταίο τείχος της Ευρώπης – το τείχος της ντροπής- που όρθωσε η αιματοβαμμένη τουρκική βία στη λεγόμενη «πράσινη γραμμή».

Με λύπη διαπίστωσα φέτος πως, στις λιγοστές δημοσιογραφικές αναφορές για την τουρκική εισβολή του 1974 και την παράνομη κατοχή της Βόρειας Κύπρου, οι ερωτώμενοι από τους τηλεοπτικούς ρεπόρτερ σχετικά με εκείνα τα γεγονότα, είτε δεν τα γνώριζαν καθόλου (ιδίως οι νέες ηλικίες), είτε «κάτι θυμόνταν», αλλά χωρίς πολλές λεπτομέρειες! Ήταν φανερό πως το εμβληματικό «ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ» του 1974 έχει αρχίσει να περνάει στη σφαίρα της λησμοσύνης!

Τι ντροπή! Ένας λαός όπως ο δικός μας που «σέρνει» στην πλάτη του νωπές ακόμα τις εθνικές του πληγές, αντί να λάβει τα μέτρα του για τη διατήρηση της εθνικής μνήμης, όχι για λόγους εθνικιστικούς, αλλά από αγνή και άδολη αγάπη για την πατρίδα, κάνει οτιδήποτε μπορεί για να «σβήσει» την Ιστορία του και να πορεύεται σε μια εποχή δύσκολη, χωρίς πυξίδα και κατεύθυνση. Κι αυτό ενώ οι προκλήσεις και οι απειλές εξ ανατολών είναι σχεδόν καθημερινές και η χώρα μας βρίσκεται αντιμέτωπη με κινδύνους που απειλούν την εθνική της ανεξαρτησία και κυριαρχία.

Τα Ελληνόπουλα, εν τούτοις, εδώ και χρόνια έπαψαν να μαθαίνουν την Ιστορία τους, ο λαός μας υφίσταται μια επικίνδυνη μετάλλαξη γραικυλισμού και διαπαιδαγωγείται από την πολιτική ηγεσία με φοβικά σύνδρομα σε κλίμα ηττοπάθειας και «ωχαδερφισμού». Φτάσαμε στο σημείο κάποια από τα παιδιά μας να προτιμούν να πάρουν το λεγόμενο «τρελόχαρτο», παρά να υπηρετήσουν τη στρατιωτική τους θητεία, αφού η έννοια της αγάπης και του καθήκοντος προς την πατρίδα είναι πλέον παρεξηγημένη και υποβαθμισμένη. Αναρωτιέμαι: Αν συμβεί – μη γένοιτο – μια στρατιωτική εμπλοκή με τη νέο-οθωμανική Τουρκία ποιος θα υπερασπιστεί αυτόν τον τόπο; Μήπως περιμένουμε να μας «βοηθήσουν» οι «φίλοι και σύμμαχοι» Ευρωπαίοι και Αμερικάνοι;

Εθελοτυφλούμε, ξεχνώντας τους διαχρονικά επίκαιρους στίχους του εθνικού μας ποιητή Ανδρέα Κάλβου:

Της θαλάσσης καλύτερα φουσκωμένα τα κύματα

να πνίξουν την πατρίδα μου ωσάν απελπισμένην έρημον βάρκαν.

Στην στεριάν, στα νησία καλύτερα μίαν φλόγα

να ιδώ παντού χυμένην, τρώγουσαν πόλεις, δάση, λαούς και ελπίδας.

Καλύτερα, καλύτερα διασκορπισμένοι οι Έλληνες

να τρέχωσι τον κόσμον με εξαπλωμένην χείρα ψωμοζητούντες

ΠΑΡΑ ΠΡΟΣΤΑΤΑΣ ΝΑΧΩΜΕΝ.

(Ανδρέας Κάλβος (1792-1867) «Αι ευχαί»)

Κι ακόμα χειρότερα δείχνουμε να αγνοούμε την χιλιο-παπαγαλισμένη φράση του Ισπανοαμερικανού φιλόσοφου, ποιητή και κριτικού Τζώρτζ Σανταγιάννα (1863-1952) που είπε: «Όποιος αγνοεί το παρελθόν του είναι αναγκασμένος να το επαναλάβει».