Γράφει ο Βαγγέλης Μητράκος

Το καλοκαίρι , που για μας σήμερα είναι εποχή διακοπών , καλοπέρασης και ξεκούρασης, για τους Έλληνες τους παλαιούς ήταν εποχή σκληρής και βασανιστικής δουλειάς , από το πρωί ως το βράδυ , στα χωράφια , κυρίως για το θέρισμα , το αλώνισμα, το λίχνισμα , κλπ .

Εκεί , λοιπόν , για ν' αντέχουν τη δουλειά , τη ζέστη και τον ιδρώτα που έτρεχε ποτάμι , έφτιαχναν οι παλαιοί , κι έτρωγαν , ένα πρόχειρο και αυτοσχέδιο φαγητό , το οποίο η πατροπαράδοτη εμπειρία - πάππου προς πάππου- είχε αποδείξει ότι ήταν αποτελεσματικό.

Το φαγητό αυτό λεγόταν Ξιδοτριψιάνα ή Ξιδοπαπάρα και την έφτιαχναν έτσι :
Έριχναν στο τσίγκινο πιάτο νερό , ξίδι , αλάτι και λάδι , έτριβαν μέσα ψωμί ξερό , το άφηναν να μαλακώσει και γινόταν ένα πρόχειρο και πολύ δροσιστικό φαγητό , που το ρουφούσαν καθισμένοι κατάχαμα , με πολλή όρεξη , ανεβοκατεβάζοντας διαρκώς τα μεγάλα ξύλινα χουλιάρια τους !

Το ξίδι δεν έλειπε , τότε , από κανένα σπίτι του χωριού , αφού , κάθε χρόνο , εκείνοι οι φτωχοί που ΤΙΠΟΤΕ δεν είχαν μα… τα είχαν ΟΛΑ , μαζί με το κρασάκι που έβαζαν τρυγώντας το αμπελάκι τους , φρόντιζαν να φτιάξουν και λίγο ξίδι για το σπίτι . Έπαιρναν , λοιπόν , λίγο κρασί , το αραίωναν σε ένα δοχείο , ρίχνανε και λίγο παλιό ξίδι για μαγιά , αφήνανε το δοχείο ανοιχτό , ξεκινούσε η ζύμωση και σε λίγο καιρό το νόστιμο σπιτικό ξίδι της γεύσης και της νοστιμιάς ήτανε έτοιμο . Ύστερα το βάζανε σε γυάλινες μπουκάλες ή σε πήλινα δοχεία ή και σε δικό του βαρελάκι και το ’χανε στο σπίτι για το φαγητό (φακές , στιφάδο , σαβόρι , σκορδαλιά , τουρσί , μπάμιες κ.α.) . Το ξίδι , όμως , ήτανε πολύτιμο και σαν γιατρικό για κομπρέσες σε πυρετό αλλά και στο λούσιμο για τις ψείρες στα μαλλιά , στο ξέβγαλμα πιάτων και κατσαρολικών για να φεύγουν οι μυρουδιές , στο πλύσιμο για ζωντάνεμα των χρωμάτων των ρούχων και των χαλιών , στο βάψιμο βαμβακερών νημάτων και ρούχων κ.α.)

Ξαναγυρίζοντας στην ξιδοτριψιάνα , πρέπει να πούμε ότι , πολύ αργότερα από τους σοφούς παππούδες και τις γιαγιάδες , ήρθε και η επιστήμη για να διαπιστώσει ότι , πράγματι , σε συνθήκες καύσωνα , επιβάλλεται λιτό φαγητό , ότι το ξίδι μειώνει το αίσθημα της δίψας και ότι αφού με τον ιδρώτα αποβάλλεται αλάτι από τον οργανισμό χρειάζεται να αλατίζουμε κάπως περισσότερο τα φαγητά μας , επειδή το αλάτι είναι βασικός ηλεκτρολύτης πολύτιμος για την καλή λειτουργία της καρδιάς !!!

Ίσως , τέλος , εκείνοι οι παλαιοί , που μπορούσαν ακόμα να μιλάνε με τον Θεό , να είχανε στην άκρη του μυαλού τους και το ξίδι που ποτίσανε τον Χριστό οι Σταυρωτήδες . Η σκληρή δουλειά στα χωράφια και στ’ αλώνια , μέσα στην ντάλα του καλοκαιριού , ήτανε γι’ αυτούς ένας «Γολγοθάς» και μια «Σταύρωση» και το ξίδι μέσα στο φαγητό τους , την ξιδοπαπάρα , ίσως και να τους θύμιζε πως για φτάσεις στην «Ανάσταση» πρέπει πρώτα να απλώσεις τις παλάμες σου σε έναν «Σταυρό»

Αυτοί ήτανε οι παλιοί , οι γνήσιοι Έλληνες , που είχαν μάθει , να κουμαντάρουν τη ζωή αντί να αφήνουν εκείνη να τους κουμαντάρει και είχαν για οδηγό τους την αποθησαυρισμένη σοφία των προγόνων !

Πόση σχέση έχουμε μαζί τους εμείς , οι σημερινοί Έλληνες , εμείς που δεν μπορούμε ούτε έναν κασμά να σηκώσουμε , που έχουμε γίνει ένα με τις πολυθρόνες , που για να πάμε στο περίπτερο παίρνουμε αυτοκίνητο , που τρώμε στην καθισιά μας όσα έτρωγε ο παλιός Έλληνας ΟΛΟΝ τον χρόνο , που οι κοιλιές μας έχουν φτάσει στα σαγόνια μας ;