Η επιβλητική ταινία «1917» του Σαμ Μέντες διεκδικεί δέκα βραβεία Όσκαρ (Kαλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Πρωτότυπου Σεναρίου, Φωτογραφίας, Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης, Ήχου, Ηχητικού Μοντάζ, Οπτικά Εφέ, Μουσική, Μακιγιάζ και Κομμώσεις). Η κάμερα ακολουθεί την πορεία δύο στρατιωτών στους οποίους ανατέθηκε μία κρίσιμη αποστολή: να περάσουν σχεδόν ανάμεσα από τις γερμανικές γραμμές -που είχαν οπισθοχωρήσει- και να μεταδώσουν ένα μήνυμα που θα έσωζε τις 1600 ζωές Βρετανών στρατιωτών. Η ατμόσφαιρα των χαρακωμάτων και της στοιχειωμένης «Νo Μan’s Land» μεταφέρεται με τόση ένταση στον θεατή που οι στρατιώτες μοιάζουν να κραυγάζουν όλη τη φρίκη του πολέμου σε κάθε τους βήμα. Κανένας δεν μπορεί να προβλέψει τι μπορεί να κρύβεται στην επόμενη γωνία. Η ενδιάμεση περιοχή μεταξύ των γραμμών των αντιμαχόμενων στρατοπέδων και ο τρόπος που απεικονίζεται μοιάζει να είναι αρκετά ακριβής ιστορικά. Η στοιχειωμένη «Νo Man’s Land» ήταν γεμάτη πτώματα και αποτυπώματα πολέμου σε όλο το μήκος και το πλάτος της και μοιάζει να έχει χάσει από την εμβέλεια της κάθε ανθρώπινο στοιχείο.

Μεγάλο μέρος της ταινίας αποτελεί καθαρή μυθοπλασία, ωστόσο ο κορμός της βασίζεται σε αληθινά γεγονότα, για την ακρίβεια σε μία παράξενη ιστορία που διηγήθηκε στον Σαμ Μέντες ο παππούς του όταν ήταν παιδί.

Αόρατος μέσα στην ομίχλη
«Ο παππούς μου πολέμησε στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και κάποτε μου είχε διηγηθεί μία συναρπαστική ιστορία για έναν αγγελιοφόρο που ανέλαβε να μεταφέρει ένα σημαντικό μήνυμα. Κουβαλούσα μέσα μου αυτή την ιστορία για πολλά χρόνια ως θραύσμα. Στην ταινία μεγάλωσα και άλλαξα αρκετά την αφήγηση, ωστόσο έχω κρατήσει ως αφετηρία τον βασικό πυρήνα της», δήλωσε ο Σαμ Μέντες στην εφημερίδα «The Times». «Οι Γερμανοί έκαψαν πόλεις, πήραν τους περισσότερους αιχμαλώτους, έκοψαν τα δέντρα για να εμποδίσουν τις μεταφορές των οχημάτων και άφησαν πίσω τους παγίδες, ελεύθερους σκοπευτές και μερικές άλλες απροσδόκητες εκπλήξεις», ανέφερε ο σκηνοθέτης σε συνέντευξη του στο Vanity Fair. «Ο παππούς μου ήταν μικρόσωμος και τον έβαζαν να μεταφέρει μηνύματα. Ήταν 1.67 ενώ η ομίχλη έφτανε σε ύψος περίπου 1.70 πάνω από το έδαφος στη Νo Μan’s Land, οπότε δεν φαινόταν καθόλου», πρόσθεσε.


Γεννημένος στο νησί Τρινιντάντ της Καραϊβικής ο παππούς του Σαμ Μέντες έφυγε για την Αγγλία το 1915 και προσχώρησε στον βρετανικό στρατό σε ηλικία 17 ετών. Στη συνέχεια, στάλθηκε στη Γαλλία όπου απέκτησε ειδική εκπαίδευση. Συμμετείχε στη μάχη του Πασεντάλε, γνωστή και ως Μάχη της Φλάνδρας ή Τρίτη Μάχη της Υπρ, η οποία ξεκίνησε τον Ιούλιο του 1917 μεταξύ των Βρετανικών δυνάμεων υπό τον στρατηγό και αρχηγό του Γενικού Επιτελείου, σερ Ντάγκλας Χέιγκ και των Γερμανικών Δυνάμεων. Στις 12 Οκτωβρίου 1917, εκατοντάδες Βρετανοί στρατιώτες, συμπεριλαμβανομένου και του Άλφρεντ Μέντες ανέλαβαν να φτάσουν κοντά στο ύψωμα του Πασεντάλε που είχε καταληφθεί από τους Γερμανούς.

Ο «αγγελιοφόρος» παππούς
Οι βρετανοί στρατιώτες επιτέθηκαν μέσα στη βροχή υπό άσχημες καιρικές συνθήκες και υπέστησαν σημαντικές απώλειες. 158 από τους 484 άνδρες του τάγματος του Άλφρεντ σκοτώθηκαν, τραυματίστηκαν ή ήταν αγνοούμενοι. Όταν ο ανώτερος αξιωματικός ζήτησε από έναν στρατιώτη να χαρτογραφήσει τις θέσεις των επιζώντων, να φτάσει στις μονάδες με τις οποίες είχε χαθεί η επικοινωνία και στη συνέχεια να επιστρέψει για να δώσει αναφορά, ο Άλφρεντ προσφέρθηκε εθελοντικά να ολοκληρώσει αυτή την επικίνδυνη αποστολή. «Είχα λάβει κάποια μικρή σχετική εκπαίδευση και αισθάνθηκα υποχρεωμένος απέναντι στο τάγμα μου», έγραψε στα απομνημονεύματα του.

Ο Άλφρεντ πέρασε μέσα από μία ζώνη που ακροβατούσε μεταξύ ζωής και θανάτου, ανακάλυψε κάποιους επιζώντες και τελικά η ριψοκίνδυνη πράξη του τους έσωσε τη ζωή. Για τις αναμνήσεις του από την οδυνηρή αυτή αποστολή έγραψε: "Παρά τους σκοπευτές, έφτασα εκεί που έπρεπε τη σωστή στιγμή. Ωστόσο, οι εμπειρίες που έζησα θα μπορούσαν να κρατήσουν ξύπνια τα παιδιά μου και τα εγγόνια μου για αρκετές νύχτες". Ο Άλφρεντ Μέντες τιμήθηκε με στρατιωτικό μετάλλιο γενναιότητας.

Η αληθινή ιστορία του 1917 αποκαλύπτει ότι ο χαρακτήρας του Μπλέικ (Ντιν - Τσαρλς Τσάπμαν) είναι εμπνευσμένος από τον παππού του Σαμ Μέντες. Ο φίλος του Σκόφιλντ (Τζορτζ ΜακΚέι), εκπροσωπεί ενδεχομένως κάποιες εμπειρίες και συναισθήματα του Άλφρεντ κατά τη διάρκεια του πολέμου. Στην ταινία «1917», οι δυο τους έχουν την αποστολή να περάσουν μέσα από το εχθρικό έδαφος για να στείλουν μήνυμα σε 1.500 στρατιώτες που κατευθύνονται εν αγνοία τους σε θανατηφόρα παγίδα.

Ο παππούς του σκηνοθέτη Σαμ Μέντες, του οποίου η αληθινή ιστορία ενέπνευσε την ιδέα για την ταινία, τραυματίστηκε τον Μάιο του 1918, όταν εισέπνευσε κατά λάθος δηλητηριώδες αέριο που χρησιμοποιούσε ο γερμανικός στρατός κατά τη διάρκεια της επίθεσης στο κανάλι La Bassee κοντά στο Μπετύν της Γαλλίας. Ο Άλφρεντ Μέντες στάλθηκε πίσω στη Βρετανία, όπου ανάρρωσε σε νοσοκομείο του Σέφιλντ.


Μετά τον πόλεμο, επέστρεψε στο Τρινιντάντ και εργάστηκε στις επιχειρήσεις του εύπορου πατέρα του, γράφοντας ποίηση και διηγήματα. Το 1933 μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, όπου εντάχθηκε σε λογοτεχνικά κέντρα και γνώρισε Αμερικανούς συγγραφείς όπως ο Γουίλιαμ Φώκνερ, ο Τόμας Γουλφ και ο Ουίλιαμ Σαρογιάν. Επέστρεψε στο Τρινιντάντ το 1940, εγκαταλείποντας το γράψιμο για να γίνει δημόσιος υπάλληλος. Παντρεύτηκε τρεις φορές και πέθανε το 1991 σε βαθιά γεράματα.