Γράφει ο Χρόνης Πολυχρονίου

Αναρωτήθηκα επίμονα αν έχει θέση ένα άρθρο για την χαμηλή τιμή του παραγόμενου σήμερα Ελληνικού ελαιόλαδου, μέσα σε ένα μπουκέτο από σημαντικά επίκαιρα άρθρα πολιτικού περιεχομένου, που αφορούν σε σημαντικά θέματα της κεντρικής πολιτικής σκηνής, γραμμένα από τις ποιο χρυσές πέννες που διαθέτουμε στην ντόπια προοδευτική δημοσιογραφία.

Είπα να τολμήσω καθώς έχω και αφορμή και χρέος απέναντι σε αυτούς τους ανθρώπους. Έχω επιχειρήματα. Πρώτον, διότι το πρόβλημα που απασχολεί όλο αυτό τον καιρό και συζητιέται καθημερινά στα καφενεία της επαρχιακής Ελλάδας, είναι η χαμηλή τιμή του λαδιού, ως βασικό στοιχείο του εισοδήματός τους. Δεύτερο, έχοντας καταπιεί από τον Κυριάκο Μητσοτάκη προεκλογικά οι παραπλανημένοι αγρότες την ‘καραμέλα’ της ανάπτυξης του 4%, ήλπιζαν και αυτοί πως θα εισπράξουν στην τσέπη τους ένα καλλίτερο αγροτικό εισόδημα. Πράγμα που δεν έγινε ποτέ. Αντίθετα θα εισπράξουν λιγότερα και θα πληρώσουν επιπλέον αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές. Και τρίτο και κυριότερο. ΄Όποιος από αυτούς τους παραπλανημένους πολίτες διαβάσει αυτές τις καθαρές σκέψεις για την ‘χαμένη τιμή’ του ελαιόλαδου, μπορεί να ασπαστεί καλλίτερα μερικές από τις βασικές θέσεις υψηλής πολιτικής, που εμείς εδώ επεξεργαζόμαστε.

Ξεκινάω λοιπόν από την Κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη που υποσχόταν επενδύσεις και καλοπληρωμένες δουλειές και τελικά εφαρμόζει μνημονιακές πολιτικές λιτότητας. Την Κυβέρνηση της ΝΔ, της ελεύθερης αγοράς και της τίμιας επιχειρηματικότητας, για τους λίγους και ισχυρούς. Σύμφωνα λοιπόν με τον απολογισμό των Εορτών που έκαναν οι εκπρόσωποι του εμπορικού κόσμου, η Κυβέρνηση κατάφερε να γονατίσει την αγορά με εντυπωσιακή πτώση του τζίρου και να ανακόψει κάθε ανοδική πορεία που είχε καταγραφεί το προηγούμενο διάστημα. Οι παράγοντες αυτοί της Οικονομίας αποδίδουν την πτώση αυτή στην έλλειψη ρευστότητας στην αγορά και επικρίνουν τους χειρισμούς της Κυβέρνησης σε ότι αφορά τις ισχνές τιμές παραγωγού αγροτικών προϊόντων και το κομμένο κοινωνικό μέρισμα, τα οποία και τα δύο χρηματοδοτούν βασικές καταναλωτικές ανάγκες. Ταυτόχρονα το Εορταστικό τραπέζι σημείωσε αύξηση για τον καταναλωτή της τάξεως τουλάχιστον του 5%. Και σαν να μην έφτανε αυτό, η Κυβέρνηση που υποστηρίζει πως μπορούμε να επιβιώσουμε με 200 Ε, έκοψε οριστικά και την 13η σύνταξη.

Ας πάμε τώρα στο ελαιόλαδο. Τα δεδομένα, αρχίζοντας από τα έξω προς τα μέσα και χωρίς καμία δική μας ανάλυση ή σχολιασμό, είναι τα εξής. Σε μία παγκόσμια αγορά που η κατανάλωση έξτρα παρθένου ελαιόλαδου αντικαθίσταται σταδιακά, λόγω κόστους, από φτηνά φυτικά ή ζωικά έλαια, η Ισπανία ως παραγωγός Χώρα, κρατάει τα πρωτεία. Την ίδια στιγμή πολλές παράλιες Μεσογειακές χώρες επιμένουν να φυτεύουν ελιές. Το κόστος παραγωγού στην Ισπανία, λόγω σύγχρονων μεθόδων καλλιέργειας και συγκομιδής, μόλις που ξεπερνάει το ένα ευρώ ανά κιλό. Ο Υπουργός Γεωργίας της Ισπανίας, απατώντας στις έντονες διαμαρτυρίες των αγροτών (sic), εξήγγειλε μέτρα στήριξης των παραδοσιακών ορεινών ελαιώνων, μέτρα ιδιωτικής αποθεματοποίησης (Κομισιόν) καθώς και λοιπά μέτρα αυτορρύθμισης της αγοράς προκειμένου να επιτευχθεί εξισορρόπηση των τιμών. Μαθαίνουμε επίσης ότι είναι έτοιμοι οι Ισπανοί να …Ελληνοποιήσουν, λόγω των εκεί δασμών, το δικό τους λάδι.

Η Ιταλία από την άλλη εξακολουθεί να εισάγει και να …Ιταλοποιεί Ελληνικό ελαιόλαδο το οποίο είναι ως γνωστόν εξαιρετικά πλούσιο σε πολυφαινόλες, το μεγάλο πλεονέκτημα και απαραίτητο συστατικό για κάθε ‘ισχυρισμό υγείας’ στην φαρμακευτική τους συσκευασία (Health Claim). Καθώς όμως ο εμπλουτισμός σε πολυφαινόλες προκύπτει πλέον από τα φύλλα της ίδιας της ελιάς με χημική επεξεργασία, η ζήτηση σε Ελληνικό ελαιόλαδο έχει μειωθεί.

Παρά ταύτα εντυπωσιακά αυξημένες κατά 45,26% ήταν το 2018 οι εξαγωγές Ελληνικού ελαιόλαδου στο σύνολό του, δηλαδή τυποποιημένο και χύμα. Από τους 113.131 τόνους το 2017 άγγιξαν τους164.329 τόνους το 2018. Οι Ελληνικές εξαγωγές τυποποιημένου ελαιόλαδου αυξήθηκαν κατά 14,4% το 2018 σε σχέση με το 2017, ήτοι από 40.864 τόνους έφθασαν τους 46.737 τόνους. Ακόμη ποιο σημαντική υπήρξε η αντίστοιχη αύξηση στις επιτραπέζιες ελιές και αναμένονται ανάλογα απολογιστικά στοιχεία εξαγωγών έτους 2019.

Μπορεί το Ελληνικό ελαιόλαδο να είναι ποιοτικά το υπαριθμόν ένα επιτραπέζιο λάδι στον κόσμο, όμως το μέσο κόστος καλλιέργειας του εξακολουθεί, λόγω ανάγλυφου, άγονου εδάφους και παραδοσιακών μεθόδων συγκομιδής, να παραμένει υψηλό, αρκετά επάνω από τα δύο ευρώ ανά λίτρο. Λιπάσματα, φυτοφάρμακα και καύσιμα είναι ακριβά και εισαγόμενα. Το μεροκάματο για την συγκομιδή ξεπέρασε τα 40 ευρώ και δεν υπάρχουν εργάτες. Η δακοπροσβολή, λόγω ευνοϊκών καιρικών συνθηκών, υπήρξε για άλλη μία χρονιά καθοριστική για την ποσότητα και την ποιότητα της περυσινής παραγωγής ελαιόλαδου. Η Κρήτη έπαθε εφέτος ότι έπαθε πέρσι η Λακωνία. Το αποτέλεσμα ήταν να βρεθούν σε ελιές και ελαιόλαδο μεγάλες συγκεντρώσεις φυτοφαρμάκων, οπότε μέρος από το παραγόμενο προϊόν είτε δεν αγοράστηκε είτε κατάληξε για βιομηχανικό λάδι.

Οι ελαιοπαραγωγοί εφέτος ζουν μια απόγνωση, βλέποντας τις τιμές να κατρακυλούν. Το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο χωρίς υπολείμματα φυτοφαρμάκων, σήμερα το παίρνουν οι έμποροι γύρω στα 2 ευρώ, από 1,90 έως 2,10-2,20. Και τις βρώσιμες ελιές από 70 έως 90 λεπτά το κιλό, ανάλογα με το μέγεθος. Ορισμένοι Συνεταιρισμοί έχουν βέβαια εξασφαλίσει λίγο υψηλότερες τιμές για τυποποιημένο έξτρα παρθένο βιολογικό από άγουρες ελιές ΠΟΠ ελαιόλαδο από πιστοποιημένο ελαιοτριβείο, που όμως δεν ξεπερνάει κατά πολύ τα 2,5 ευρώ ανά λίτρο, ανάλογα με την συσκευασία του και τα συμβόλαια που έχουν στα χέρια τους.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες και αυτά τα δεδομένα, οι αγρότες ζητούν από την Κυβέρνηση ανάληψη δράσης. Να κάνει κάτι, κάτι που μπορεί να τους ανακουφίσει, λίγο πριν εγκαταλείψουν τελείως μια ασύμφορη και επιζήμια ελαιοσυγκομιδή. Μεταξύ άλλων ζητούν, μέτρα στήριξης του εισοδήματός τους, μέτρα εξισορρόπησης των τιμών του ελαιόλαδου, και όποια άλλα θεσμικά εργαλεία διαθέτει, καθώς τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν είναι ήδη πολύ μεγάλα. Δεν έχουν να περάσουν. Πρόκειται για καταστροφή και την δυσκολότερη ελαιοκομική τους χρονιά.

Σε απάντηση αυτού η Κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη σιωπά αδιάφορη και ανίκανη. Αυτή η δολοφονική απάθεια είναι που τελικά εξοργίζει τους παραπλανημένους αγρότες. Περηφανεύεται λέει η Κυβέρνηση για την ‘ευεργετική συμφωνία με τις ΗΠΑ και τους δασμούς που γλιτώσαμε στο λάδι’, η οποία να δούμε τελικά αν θα ισχύσει . Κάτι που όλοι οι αγρότες γνωρίζουν πως ήταν έργο, μετά από διπλωματική μάχη που δόθηκε, της προηγούμενης Κυβέρνησης και του προηγούμενου Υπουργού, το οποίο τελικά δεν τους ενδιαφέρει. Για την ταμπακιέρα όμως, για την τιμή δηλαδή που πληρώνεται σήμερα ο παραγωγός το λάδι, η Κυβέρνηση δεν βγάζει τσιμουδιά. Δεν έχει τίποτα να πει. Δεν έχει απάντηση. Ούτε και λύση. Στέκεται εκεί απαθής, αδιάφορη και ανίκανη. Μπορεί λοιπόν να αποτελεί αυτό ψήφο εμπιστοσύνης του αγροτικού κόσμου στον Κυριάκο Μητσοτάκη και την Κυβέρνησή του; Κάνετε μια πρόχειρη σύγκριση και απαντήστε το. Αν είχαμε τώρα εκλογές ποια θα ήταν η ετυμηγορία των αγροτών; Ή μήπως πρόκειται να έχουμε σύντομα εκλογές; Τα πράγματα στριμώχτηκαν.

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr