Γράφει ο Παναγιώτης Τζουνάκος

Ο άνθρωπος στη σύγχρονη κοινωνία στην πλειονότητά του έχει αστικοποιηθεί, έχει εγκατασταθεί στις μεγάλες πόλεις και έχει αντίστοιχα προσαρμόσει τη σκέψη του στα δεδομένα της μαζικοποίησης. Μέσα στην ανωνυμία, την απρόσωπη κοινωνία έχει αποβάλει τα γνήσια χαρακτηριστικά που τον συνόδευαν στις πρώτες κοινότητες και έχει χωριστεί σε κατηγορίες, κυρίως με βάση τις οικονομικές δυνατότητες. Η προσπάθεια για διάκριση, η καταναλωτική αντίληψη και πράξη και το προσωπικό συμφέρον, σταθεροί παράγοντες επιβεβαίωσης του ατομικισμού συνοδεύονται από την εμφάνιση ενός νέου εγωκεντρισμού η έκφραση του οποίου γίνεται ολοένα και πιο έντονη, αφού έχει σαν συνέπεια τη δημιουργία ενός νέου ιδιωτικού κόσμου. Η τάση, ή ακόμη και η εμπλοκή στα δημόσια δρώμενα έχουν αφετηρία όχι την παραγωγή, αλλά την ψευτο-ικανοποίηση, που είναι απαραίτητη για την κάλυψη των εσωτερικών κενών και αυταπατών.

Μέσα στην κοινωνία των ανθρώπων η ροπή του ανθρώπου να προάγει και να προωθεί το ατομικό όφελος, το οποίο καθορίζει τον εαυτό του, τη νοοτροπία του και τη συμπεριφορά του δηλ. τη ζωή του καταδεικνύει τον χαρακτήρα του και προσδιορίζει την εκτίμησή του για τους άλλους. Πέρα από την επιβαλλόμενη ηθική, τους κανόνες της οποίας ο καθένας οφείλει να υπακούει, να σέβεται και να τηρεί, η αναγκαιότητα της αυτοσυντήρησης και της επιβίωσης, αλλά και η αντιμετώπιση των υποχρεώσεων, οδηγούν σε έξαρση των εκδηλώσεων αυτοεκτίμησης και αυταρέσκειας και υποδεικνύουν τη σταθερή βάση ενός ασθενικού εγωισμού.

Δυστυχώς στην εποχή μας, ολοένα και περισσότερο διαφαίνεται και προβάλλεται ο προσωποκεντρισμός, όταν πέρα από την ψευδαίσθηση της ικανότητας και της ανωτερότητας, θεμελιώνεται μια απατηλή ενισχυμένη πιθανότητα, η οποία θα επενεργήσει θετικά και θα συμβάλλει σε κάποιου είδους επιτυχία στη ζωή. Έτσι, ακόμη και από τη μικρή ηλικία η τάση για το άριστα – όχι ότι είναι κακό να επιδιώκεται το καλύτερο – που επιθυμούν οι γονείς για τα παιδιά τους για ατομική και κοινωνική καταξίωση δημιουργεί αναγκαστικές υποχρεώσεις και ψυχολογικές επιβαρύνσεις, όταν μάλιστα δεν προκύπτει το επιδιωκόμενο ακραίο αποτέλεσμα. Η συνεχής πίεση, μέχρι και καταπίεση, που θα ανεβάσει και τους ίδιους στο κάδρο των επιτυχημένων είναι διάχυτη και αποτυπώνει ανάγλυφα την παρέκκλιση και την λοξοδρόμηση από την ευθεία της ευγενούς άμιλλας και του υγιούς ανταγωνισμού. Με την επαναφορά του άριστου σημαιοφόρου από τους υπεύθυνους, παρότι κάτι τέτοιο αντίκειται στις παραδόσεις του έθνους, αφού ο/η σημαιοφόρος ήταν, είναι και οφείλει να είναι ένας ή μία από όλους και όλες ανεξάρτητα από σωματική ή πνευματική … διάπλαση, επιχειρούν να ταυτιστούν οι ίδιοι με τους ικανότερους και τους αξιότερους έχοντας την ψευδαίσθηση και την πλάνη ότι έτσι θα μειώσουν το χάσμα του δικού τους ελλείμματος, τη δική τους ανεπάρκεια, για να ισορροπήσουν οι ίδιοι εσωτερικά και να δείξουν σχετική επιβεβαίωση προς τα έξω.

Παρότι η υπέρμετρη αυτοεκτίμηση και η υπερβολική εμπιστοσύνη στις ίδιες δυνάμεις και ικανότητες είναι μια κινητήρια ισχύς προς τα εμπρός είναι οι ίδιες που παράγουν, διαμορφώνουν και προάγουν φαινόμενα προσωπικής αντίληψης και νοημοσύνης με εσώκλειστα και απομονωτικά χαρακτηριστικά, τα οποία εγείρονται από ατομικές εγωιστικές παρορμήσεις, με αποτέλεσμα την άρνηση ακόμη και της συνεργασίας με τους άλλους, υποτιμώντας την ετερότητα και τη διαφορετικότητά τους. Το άτομο, περιχαρακωμένο γύρω από τον εαυτό του ζει με την ψευδαίσθηση της αρτιότητας και της μοναδικότητας στη δική του κατασκευασμένη και οριοθετημένη σκέψη και έρχεται στην ομήγυρη μόνο για να δώσει, αφού θεωρεί εκ των προτέρων ότι δεν αξίζει κάτι για να πάρει. Η ίδια τακτική και έκφραση από πολλές πλευρές οδηγούν στην απόκλιση και την ασυνεννοησία όχι κατ’ ανάγκη από τις διαφορετικές απόψεις και θέσεις, αλλά από την κακή νοοτροπία. Έτσι, όχι η αντιπαράθεση, αλλά η διάσταση και η σύγκρουση λόγω των εγωισμών δεν επιτρέπουν την ειλικρινή επικοινωνία, με αποτέλεσμα η απόσταση μεταξύ των διαλεγόμενων συνεχώς να μεγαλώνει.

Το ότι ο άνθρωπος από τη φύση του είναι κοινωνικό και πολιτικό ον (Αριστοτέλης) είναι μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα. Η συνύπαρξη, η συναναστροφή και η συνεργασία αποτελούν τις βάσεις για την επιβίωση και την εξέλιξή του. Οι κανόνες που συνεπάγονται μια τέτοια αποδοχή πρέπει να τηρούνται στο αποδεκτό πλαίσιο της προσωπικής παρουσίας, της γνήσιας έκφρασης και ανταπόκρισης. Ο Καναδός φιλόσοφος και πολιτικός Μάικλ Ιγνάτιεφ σημειώνει: «Οι πολιτικές παραδόσεις μας μάς λένε πως στον άνθρωπο είναι απαραίτητη μια ορισμένη αίσθηση κοινότητας, πως δεν μπορούμε να γίνουμε πλήρη ανθρώπινα όντα παρά μόνο αν ανήκουμε σε κάτι κοινό, σαν συνάνθρωποι και σαν πολίτες. Δίχως αυτή τη δημόσια ζωή, γινόμαστε άτομα, συρρικνωμένα στον κενό πυρήνα της ιδιωτικής υπόστασής τους. Πώς επηρεάζονται οι ταυτότητές μας από τη νεωτερικότητα; Μήπως γινόμαστε πιο εγωιστές, λιγότερο ικανοί για πολιτική δέσμευση, πιο επιρρεπείς στο να οχυρωνόμαστε απέναντι στους γείτονες και τους συνανθρώπους μας;».

Όμως, με εγωκεντρικά και εγωπαθή άτομα δεν μπορεί μια κοινωνία να προχωρήσει μπροστά και να προοδεύσει. Οι συγκρούσεις μεταξύ φορέων νοσηρών εγωισμών όχι μόνο δεν προάγουν, αλλά φανερώνουν και αναδεικνύουν φαινόμενα περιφρόνησης, έπαρσης, υπεροψίας και αλαζονείας. Η παθολογική υπέρμετρη φιλοδοξία και προβολή διαμορφώνουν την κριτική συνείδηση, περιορίζουν την ηθική και αναγκαστικά το άτομο αφήνεται στον κόσμο του, τη δική του θεώρηση και εκτίμηση του εαυτού του. Είναι ιδιαίτερη η επισήμανση του συγγραφέα Δημήτρη Τσινικόπουλου: «…Γιατί το εμβόλιο κατά της αλαζονείας και το φάρμακο κατά του εγωισμού, ένα σκεύασμα που ανέπτυξαν επιστήμονες της Καλιφόρνιας, με μια ουσία, την τολκαπόνη, που μεταβάλλει τη χημεία του εγκεφάλου έτσι ώστε να πάψουν οι άνθρωποι να είναι εγωιστές, ίσως να αργήσει ακόμη… Κι αν τελικά ανακαλυφθεί, είναι πολύ αμφίβολο αν θα χρησιμοποιείται».

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr