Όπως αναφέρει η Agrenda, δεν είναι µόνο οι χαµηλές τιµές αυτές που προβληµατίζουν το τελευταίο διάστηµα την αγορά ελαιολάδου, είναι και η υποτονική ζήτηση που δεν αφήνει περιθώρια για κινητικότητα και ρευστότητα στους συντελεστές. Μάλιστα το πλαίσιο αυτό είναι που δίνει το πλεονέκτηµα στο εµπόριο ώστε να εκµεταλλευτεί και στη συνέχεια τον συσσωρευµένο όγκο προϊόντος διατηρώντας την πίεση των τιµών, όπως υπογραµµίζουν παραγωγοί στην Agrenda καθ’ όλη τη διάρκεια της εµπορικής περιόδου.


Αντίστοιχη είναι η εικόνα και στη γειτονική Ιταλία, µε τους παραγωγούς και τους συνεταιρισµούς να κάνουν λόγο για µια «κρίση τιµών», αφού από την αρχή της ελαιοκοµικής περιόδου µέχρι σήµερα η τιµή έχει υποχωρήσει κατά 40,32% ως προς τα υψηλότερα επίπεδα. Στην αγορά του Μπάρι, έξτρα παρθένα ελαιόλαδα µε οξύτητα µέχρι 0,4% πωλούνται από 3,30 ευρώ το κιλό µε ταβάνι τα 3,70 ευρώ.


Στη Λακωνία η τιµή µετά βίας κρατάει τα 3 ευρώ το κιλό και αυτό συµβαίνει σε περιορισµένες ποσότητες, σύµφωνα µε τον Παναγιώτη Ντανάκα από τον Αγροτικό Συνεταιρισµό Μολάων Πακίων.

Την ίδια στιγµή, σε διαδικασία επανεξέτασης της λίστας µε δασµούς σε ευρωπαϊκά προϊόντα αγροδιατροφής βρίσκεται το υπουργείο Εµπορίου των ΗΠΑ (USTR), καλώντας σε δηµόσια διαβούλευση τα ενδιαφερόµενα µέλη, επί µιας ανανεωµένης λίστας προϊόντων υποψήφιων για επιβολή δασµού, στην οποία συµπεριλαµβάνονται το ελληνικό ελαιόλαδο, οι επιτραπέζιες ελιές και το κρασί.


Στη νέα λίστα συµπεριλαµβάνονται τόσο τα τυποποιηµένα όσο και τα χύµα ισπανικά ελαιόλαδα, καθώς και οι αντίστοιχες συσκευασίες ελαιολάδων από την Ελλάδα, την Ιταλία, την Πορτογαλία και τη Γαλλία.


Μετά τις 13 Ιανουαρίου το υπουργείο Εµπορίου των ΗΠΑ αναµένεται να αποφασίσει σε ποια προϊόντα της λίστας, που ήδη βρίσκεται σε ισχύ, θα αφαιρεθούν από αυτήν ή θα µειωθεί ο συντελεστής φορολόγησής τους και ποια νέα προϊόντα θα προστεθούν µε δασµό που µπορεί να φτάσει και το 100%.


Να σηµειωθεί λοιπόν πως τίποτα ακόµα δεν είναι βέβαιο. Οι τελικοί δασµοί ενδέχεται να είναι µικρότεροι σε αξία και να µην αφορούν όλα τα κράτη-µέλη. Ωστόσο σε ένα αρνητικό σενάριο αυτό που προβληµατίζει είναι το µεγάλο πλεονέκτηµα που θα αποκτήσουν τα ελαιόλαδα Τρίτων χωρών στην αµερικανική αγορά.