Ομιλία της Αναστασίας Κανελλοπούλου στην επέτειο της Εθνικής Αντίστασης

24/11/2019 - Ιερά Μητρόπολη Σπάρτης

Το έθνος είναι η ανώτερη μορφή κοινωνίας, στην οποία συμπυκνώνονται τα κοινά γνωρίσματα της φυλής, του πολιτισμού, της ομόθυμης θέλησης να συνεχιστεί η πολιτιστική πορεία και να εδραιωθεί η γεωγραφική καταγωγή. Η βάση της δημιουργίας του έθνους ιστορικά υπήρξε και παραμένει η οικογένεια, και γι’ αυτό το έθνος είναι μία ανθρώπινη κοινότητα συγγένειας και ειδικότερα μία οριοθετημένη, γεωγραφικά εκτεταμένη κοινότητα, που διαθέτει χρονικό βάθος και βασίζεται στο βιολογικό γεγονός της γέννησης. Η ύπαρξη ενός έθνους αποδεικνύεται και κατοχυρώνεται ιστορικά από την ανάπτυξη της συνείδησης της ιστορικής του αποστολής.

Δεν θα μπορούσαμε να αναφέρουμε τίποτα λιγότερο για την συγκρότηση του σύγχρονου ελληνισμού: το ελληνικό έθνος αποτελεί μια διαμορφωμένη σταθερή κοινότητα ανθρώπων με συνείδηση ότι συνιστά ένα ενιαίο και αλληλέγγυο σύνολο με δική του πολιτισμική φυσιογνωμία και ψυχοσύνθεση, με κοινά υλικά και πνευματικά συμφέροντα και με σταθερά εκφρασμένη βούληση πολιτισμικής και πολιτικής αυτονομίας.

Αυτός και μόνον ο ορισμός του έθνους και δη του πολύπαθου ελληνικού έθνους, επαρκεί για να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε το περιεχόμενο και την ένταση της αντίστασης ενός έθνους, όταν αυτό κινδυνεύει. Μας βοηθά να συνειδητοποιήσουμε ως μέλη μιας εθνότητας ποιο και πόσο μεγάλο είναι το διακύβευμα , όταν η συλλογική μνήμη και συνείδηση απειλείται. Γιατί τότε κινδυνεύει όλο εκείνο το ιστορικό απόθεμα που μας βοηθά να αυτοπροσδιοριζόμαστε, να αντιλαμβανόμαστε την ταυτότητά μας , να διαμορφώνουμε την προσωπικότητά μας , να καλλιεργούμε την αυτοπεποίθησή μας και να υπηρετούμε τις ανθρώπινες φιλοδοξίες μας για διάκριση και αθανασία!

Αυτή η υποσυνείδητη πολλές φορές , αλλά συνειδητή τις περισσότερες, αίσθηση του μεγέθους και της ποιότητας του κινδύνου, όταν διακυβεύεται η εθνική ταυτότητα και ως εκ τούτου η εθνική οντότητα, είναι εκείνο που συνθέτει και συγκροτεί και ενδυναμώνει την αντίσταση ενός έθνους απέναντι σε καθέναν που το επιβουλεύεται.

Αυτός ο ίδιος ο ορισμός του έθνους που αναδεικνύει την συγγένεια, την αλληλεγγύη, τα κοινά συμφέροντα που προσδιορίζουν τους ομοεθνείς, δείχνει γιατί η υπεράσπιση του έθνους αποτελεί αρετή και πρωταρχικό καθήκον, γιατί η εθνική αντίσταση σε κάθε κίνδυνο του έθνους αποτελεί ιστορική , πολιτισμική ευθύνη , αλλά και ευθύνη απέναντι στον εαυτόν μας, γιατί η προδοσία των αρχών και των αξιών του έθνους και η σύμπλευση με τον εχθρό αποτελεί εσχάτη προδοσία, γιατί οι κάθε είδους Εφιάλτες της ιστορίας , δείχνονται ως περιθωριακοί και διαταραγμένοι , ανίκανοι να σταθούν στο ύψος του ευγενούς τίτλου του μέλους μια κοινωνίας , μιας οικογένειας, ενός γένους , ενός έθνους, εγκληματικές φιγούρες και εκφραστές της ανθρώπινης μικρότητας.

Η ευνομούμενη Πολιτεία, η οποία έχει εξουσιοδοτηθεί από το Κοινωνικό Συμβόλαιο που συνάπτει με τον λαό της, δηλαδή από το Σύνταγμά της, να προστατεύει μέσω των θεσμών , αλλά και των κατασταλτικών της μηχανισμών, τα ιερά και τα όσια , τους συνεκτικούς κρίκους της ύπαρξης του έθνους που υπηρετεί, που υπάρχει για να προστατεύει τους θεσμούς και τα πρόσωπα που συνθέτουν την εθνική της οντότητα, διαθέτει προς τούτο δύο ισχυρά όπλα: την επιβράβευση των υπερασπιστών της πατρίδας και την τιμωρία των προδοτών και αδιάφορων, την προβολή της αξίας και την καταδίκη της απαξίας, την αναγνώριση και την απόδοση τιμών σε εκείνους που πρόσφεραν στο κοινό αγώνα για την διάσωση και την διασφάλιση του έθνους και την τιμωρία όσων προσπάθησαν να εξαφανίσουν την συλλογική συνείδηση και την συλλογική μνήμη μέσω της προδοτικής τους δράσης.

Το Ελληνικό Έθνος και κατ’ επέκταση και η Ελληνική Πολιτεία από την αρχή του 20ου αιώνα, σημαδεύτηκαν από μια σειρά γεγονότα τόσο εθνικής όσο και διεθνούς εμβέλειας, τα οποία καταρράκωσαν στην κυριολεξία την εθνική αυτοπεποίθηση , κατακερμάτισαν την εθνική ενότητα, έθεσαν σε αμφισβήτηση τις αξίες και τους συνεκτικούς δεσμούς του ελληνικού έθνους. Η εμπλοκή σε ατελέσφορες εθνικές διεκδικήσεις από τα τέλη του 19ου αιώνα, μια ατέλειωτη πολεμική επιχείρηση για την απελευθέρωση των ελληνικών εδαφών μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, όπως η εμπλοκή στους βαλκανικούς πολέμους, στον Α΄ και στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, η ανάγκη να προστατευθεί το κομμάτι του ελληνισμού που διώχθηκε από την Μικρά Ασία και από τον Πόντο, οι δικτατορίες και οι εμφυλιοπολεμικές συγκρούσεις, οι επιπλέον αρνητικές επιδράσεις του παγκόσμιου οικονομικού κραχ , αποτελούν ένα πολύπλοκο, θλιβερό, τρομακτικό για το ελληνικό έθνος πάζλ, από το οποίο βγήκε πληγωμένο μεν , αλλά με ψηλά το κεφάλι, γιατί το κάθε επόμενο βήμα προς την απεμπλοκή και την απελευθέρωση το φώτιζαν, το στήριζαν και το καθοδηγούσαν οι στιγμές του ηρωισμού, της αυτοθυσίας, της ενότητας, της αλληλεγγύης, της οργάνωσης κατά του εχθρού, του ψυχικού μεγαλείου του έλληνα αγωνιστή , της ελληνίδας μάνας, του νέου άνδρα και της νέας γυναίκας που τίμησαν χωρίς δισταγμό και έμπρακτα το «ή ταν ή επί τας», τον «νυν υπέρ πάντων αγώνα»!

Η Ελληνική Πολιτεία βγήκε μέσα από αυτό τον ορυμαγδό του αίματος και της θλίψης πολύ πληγωμένη, αλλά πιο ώριμη ! Οι έλληνες βγήκαν πιο συνειδητοποιημένοι! Χρειάστηκαν , όμως αρκετές δεκαετίες μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πόλεμου και του εμφυλίου που ακολούθησε, για να συνειδητοποιήσουμε όλοι αφ’ ενός ότι ο πόλεμος στα πεδία των μαχών κερδήθηκε όταν πρυτάνευσε η λογική και η ενότητα, και εφ’ ετέρου ότι πρέπει να είμαστε πάντα σε ετοιμότητα γιατί ο πόλεμος δεν τέλειωσε , αλλά συνεχίστηκε με άλλες μορφές , όπως η μεταναστευτική αιμορραγία των νέων μας, οι εσωτερικές έριδες και οι πολιτικές διαμάχες που αφορούσαν πλέον όχι στις διαχρονικές αξίες της εθνικής επιβίωσης , αλλά στην νομή της πολιτικής εξουσίας.

Παρόλα αυτά ο νομοθέτης βρήκε την ευκαιρία να σκεφθεί ψύχραιμα, πατριωτικά, ώριμα και επέβαλε μέσω της θεσμικής του εξουσίας την γιορτή της ενότητας, επιβάλλοντας αποφασιστικά και τελεσίδικα το τέλος της εμφυλιοπολεμικής διαμάχης και την αρχή μιας νέας εποχής για την πατρίδα μας, που την οδήγησε στον 21ο αιώνα και με πληγές αλλά και με ιστορικά άλματα προς την πρόοδο, και με επιτυχίες αλλά και με καταστροφικές επιλογές, και με την ελπίδα της μελλοντικής ανάκαμψης αλλά και με την θλίψη της απώλειας λαμπρών εγκεφάλων στα πλαίσια μιας ιδιόμορφης παγκοσμιοποιημένης κοινωνικής αναδιοργάνωσης, όπου όμως η έννοια και οι αξίες του έθνους και της εθνικής αντίστασης παραμένουν ισχυρές, συνεκτικές και αδιαμφισβήτητες!

Το 1982 είχαν πλέον ωριμάσει οι συνθήκες για να κλείσουν και τα τελευταία εμφυλιοπολεμικά ρήγματα στην ψυχή του ελληνικού έθνους. Όλες οι πολιτικές δυνάμεις, μετά και την εμπειρία του Πολυτεχνείου, αποδέχτηκαν ότι τελείωσε και επίσημα η ρήξη. Ο λαός μας πλέον αγωνιούσε να προλάβει το τραίνο της εξέλιξης . Να αφήσει πίσω τα κάθε μορφής βαρίδια και να στηριχθεί μόνον στις ένδοξες στιγμές της πρόσφατης ιστορίας μας, στις στιγμές ενότητας και αλληλεγγύης που ανέδειξαν την δημιουργική πλευρά του.

Η ανακήρυξη και καθιέρωση της 25ης Νοεμβρίου του 1942, της ημέρας που ανατινάχθηκε η Γέφυρα του Γοργοποτάμου με όλες τις θετικές για την ελληνική αντίσταση επιπτώσεις, ως μέρα τιμής και αναγνώρισης της Εθνικής Αντίστασης κατά των Γερμανών, των Ιταλών και των Βουλγάρων κατακτητών δεν είναι τυχαία. Αποτελεί μια μέρα σύμβολο ενότητας , αφού ξημέρωσε με τον αγωνιστικό χορό του Άρη Βελουχιώτη και του Ναπολέοντα Ζέρβα, των Βρετανών κομάντος και των ελλήνων αγωνιστών όλων των αντιστασιακών οργανώσεων πάνω στα ερείπια μιας Γέφυρας συμβόλου , μιας γέφυρας που η ανατίναξή της μπορεί να μην ήταν η μεγαλύτερη στρατηγικής μορφής επιτυχία της ελληνικής αντίστασης κατά των κατακτητών, αλλά ήταν σίγουρα η μέρα της ελληνικής αντίστασης κατά του διχασμού και της διάσπασης του έθνους , η μέρα της ενότητας για αγώνα , η μέρα που απέδειξε ότι οι έλληνες μπορούν , θέλουν , αντιλαμβάνονται, η μέρα που ανακάλεσαν όλοι συνειδητά στην μνήμη τους την συναίσθηση του χρέους απέναντι στο έθνος και στις αξίες του.

Χωρίς τον Ζέρβα δεν θα γινόταν, χωρίς τον Άρη δεν θα πετύχαινε, είπε εύστοχα ο Κρισ Γουντχάουζ , ένας από τους Βρετανούς κομάντος, που συμμετείχαν στο εγχείρημα του Γοργοποτάμου.

Η αντίσταση των Ελλήνων κατά της τριπλής κατοχής ξεκίνησε σχεδόν αμέσως μετά την πτώση και την συνθηκολόγηση της Ελλάδας, τον Απρίλιο του 1941. Αρχικά υπήρξε προϊόν αυθόρμητων ενεργειών μεμονωμένων πολιτών ή μικρών ομάδων πολιτών, άλλα σταδιακά απέκτησε οργανωμένη μορφή με την ίδρυση αντιστασιακών οργανώσεων. Από τα μέσα του 1942 εξελίχθηκε σε ένοπλο αγώνα στην ύπαιθρο. Ήδη από τα μέσα του 1943 οι ανταρτικές ομάδες είχαν προκαλέσει σοβαρά πλήγματα στους κατακτητές και είχαν κατορθώσει να απελευθερώσουν τμήμα της ορεινής ενδοχώρας.

Είναι υποχρέωσή μας σήμερα, υποχρέωση απέναντι στις όμορφες ηρωικές φιγούρες που κοσμούν την ιστορική μας μνήμη, να σταθούμε στα πιο σημαντικά γεγονότα της Εθνικής μας Αντίστασης αποτίωντας φόρο τιμής στους γνωστούς και άγνωστους γενναίους που με τίμημα την ίδια τους την ζωή μας οδήγησαν στην Ελευθερία!

Τον Μάη του 1941 οι νεαροί φοιτητές Μανώλης Γλέζος και Λάκης Σάντας, ριψοκινδυνεύοντας τη ζωή τους, ανεβαίνουν στον ιερό βράχο της Ακρόπολης και κατεβάζουν τη σβάστικα.

Από τις αρχές του 1942 η αντίσταση του ελληνικού λαού κατά των κατακτητών άρχισε να παίρνει μαζική μορφή. Από όλη την κατεχόμενη Ευρώπη κυρίως στην Ελλάδα και στη Γιουγκοσλαβία η αντίσταση έλαβε χαρακτήρα λαϊκής εξέγερσης. Οι αντιστασιακές οργανώσεις άρχισαν να συγκροτούν ένοπλα σώματα:

Το Φεβρουάριο του 1942 η κεντρική επιτροπή του ΕΑΜ αποφάσισε την ίδρυση ένοπλων ανταρτικών σωμάτων, στα οποία δόθηκε η ονομασία Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΛΑΣ).

Τον Ιούλιο του 1942, ο στρατηγός Ναπολέων Ζέρβας αναγγέλλει την ίδρυση των Εθνικών Ομάδων Ελλήνων Ανταρτών (ΕΟΕΑ) ως ένοπλου τμήματος του ΕΔΕΣ.

Η τρίτη αντιστασιακή οργάνωση, η ΕΚΚΑ, ιδρύει και αυτή με τη σειρά της ανταρτικό σώμα, με αρχηγό τον Δημήτριο Ψαρρό.

Το Σεπτέμβριο του 1942 αγγλικό κλιμάκιο μελών της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής (ΒΣΑ), με αρχηγό τον συνταγματάρχη Μάγερς, αποβιβάζεται κρυφά στην Ελλάδα, έρχεται σε επαφή με τις διάφορες ανταρτικές ομάδες και κατορθώνει να συντονίσει τις ενέργειές τους. Αποτέλεσμα του συντονισμού αυτού ήταν η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου, στις 25 Νοεμβρίου 1942.

Από τις αρχές του 1943 ενδυναμώθηκε το κύμα της ένοπλης αντίστασης στην ύπαιθρο

Οι επιθέσεις των αντάρτικων ομάδων κέρδιζαν την μία μετά την άλλη τις μάχες: στην Οξύνεια ή Μερίτσα στην Καλαμπάκα, στην Καρδίτσα, στο Φαρδύκαμπο, στο Καρπενήσι

Καθοριστικό γεγονός στην εξέλιξη της αντίστασης στην ύπαιθρο υπήρξε η συνθηκολόγηση της Ιταλίας, τον Σεπτέμβριο του 1943.

Από τα τέλη του 1943 οι επιχειρήσεις των αντάρτικων ομάδων εναντίον των Γερμανών άλλα και των Ελλήνων συνεργατών τους, που συγκρότησαν τα Τάγματα Ασφαλείας, πύκνωσαν.

Στο διάστημα αυτό δόθηκαν πολλές μάχες, κυριότερες από τις οποίες ήταν η Μάχη στα Δερβενοχώρια, η Μάχη της Γλόγοβας, η Μάχη των Καλαβρύτων, η Μάχη της Στυμφαλίας, η Μάχη της Αμφιλοχίας, η Μάχη της Αγορέλιτσας, η Μάχη στις Καρούτες και η Μάχη της σοδειάς.

Οι Γερμανοί απαντούσαν στο αυξανόμενο κύμα αντίστασης με αντίποινα απερίγραπτης σκληρότητας, που οδήγησαν σε μαζικές εκτελέσεις αμάχων, μαζικές εκτελέσεις κρατουμένων και καταστροφές πολυάριθμων χωριών.

Τα στρατόπεδα πολιτικών κρατουμένων του Χαϊδαρίου στην Αθήνα και του Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη υπήρξαν οι έμψυχες αποθήκες δεσμωτών από τις οποίες ο κατακτητής αλίευε στην τύχη τα θύματά του και τα εκτελούσε στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής ή στο Επταπύργιο.

Στην ύπαιθρο ολόκληρα χωριά και κωμοπόλεις καίγονταν και ο πληθυσμός τους εκτελούνταν. Στις 16 Αυγούστου 1943, εκτελέστηκαν στο χωριό Κομμένο 317 άνθρωποι, ανάμεσά τους νήπια και παιδιά. Στις 26 Νοεμβρίου 1943 ανήμερα της γιορτής του Πολιούχου Αγίου της Σπάρτης, του Οσίου Νίκωνος οι Γερμανοί εκτέλεσαν στη θέση Μονοδένδρι, ως αντίποινα, 118 Έλληνες πατριώτες, που ήταν στην πλειονότητά τους Σπαρτιάτες. Ανάμεσά τους και παιδιά Στις 9-13 Δεκεμβρίου 1943 οι Γερμανοί πυρπόλησαν τα Καλάβρυτα και εκτέλεσαν συνολικά 677 άτομα από την κωμόπολη και τα γύρω χωριά. Στις 10 Ιουνίου 1944 πυρπολήθηκε το Δίστομο και εξοντώθηκε ολόκληρος ο πληθυσμός του. και τέλος στις 13 Αυγούστου 1944 πυρπολήθηκαν τα Ανώγεια στην Κρήτη και εκτελέστηκε το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού τους.

Κάθε πόλη, κάθε χωριό, κάθε οικογένεια , κάθε έλληνας και κάθε ελληνίδα άναψαν ο καθένας στο βωμό της εθνικής μας αντίστασης, το δικό τους καντήλι! Το καντήλι που καθόρισε την ζωή του καθενός με έναν ξεχωριστό τρόπο!

Το δικό μας καντήλι, είναι το Μονοδένδρι! Είναι το καντήλι της πόλης μας που καίει και θα καίει άσβεστο στην καρδιά, στην ψυχή , αλλά και στην λογική μας! Το Μονοδένδρι είναι σύμβολο , αλλά και ερμηνεία, απάντηση! Το Μονοδένδρι μας κρατάει σε εγρήγορση!

Το Μονοδένδρι μας αφηγείται πώς μπορείς να γονατίσεις μια κοινωνία ολόκληρη, πώς μπορείς να ανακόψεις κάθε ελπίδα για το λαμπρό μέλλον που την περίμενε!

Το Μονοδένδρι μας αφηγείται την ιστορία της ανείπωτης θλίψης της πόλης μας, πώς μπορείς να τσακίσεις καρδίες, ολόκληρες οικογένειες, νιάτα, μανάδες, φωτεινά μυαλά, ελεύθερες συνειδήσεις…

Γράφει η Ιωάννα στα Φύλλα κατοχής:

«όλη η Σπάρτη μοιρολογάει! Αν είχε καεί ολόκληρη θάταν λιγότερο το κακό…»

Το Μονοδένδρι μιλάει για τους γενναίους μας, για τους αγωνιστές μας, για τους υπερήφανους Σπαρτιάτες που αψήφησαν το θάνατο, που περιφρόνησαν μια πρόσκαιρη ζωή και γράφτηκαν στην ιστορία, αθάνατοι! Τους φώναξε κατάμουτρα ο Χρήστος :

«είστε ένας λαός βάρβαρος. Ντρέπομαι που σπατάλησα οχτώ χρόνια στον τόπο σας. Οχτώ χρόνια πεταμένα, χαμένα… Αν είναι να την γλιτώσω μόνον εγώ καλύτερα να πάω πρώτος»

Στο Μονοδένδρι ξαναείδαμε το όραμα της Σπαρτιάτισσας μάνας: τους φώναξε σπαρακτικά η Ελένη:

Πάρτε τους και τους τέσσερους
χαλάλι της πατρίδας μας
της λευτεριάς της ακριβής
να γίνουν ηλιαχτίδα.

Στο Μονοδένδρι καταλάβαμε τι σημαίνει πατριώτης, οραματιστής, διδαχθήκαμε πώς κερδίζεται η ελευθερία. Γιατί αυτή ήταν η παρακαταθήκη του Γιώργου που έγραψε:

«Η επανάσταση του 1789 θα ωχριάσει στη νέα ζωή, που θα ανοίξει η δική μας επανάσταση τηρουμένων των αναλογιών. Σ’ αυτή την κοσμογονία, την κοσμογονία που θα γίνει, έχω και εγώ τη δύναμη να βάλω ένα λιθάρι. …

Στο Μονοδένδρι συνειδητοποιούμε την βαριά διαχρονική μας κληρονομιά, την κληρονομιά του Λεωνίδα: Λέει ο Νότης:

«Εκεί πέρα κάτου από τις κορφές του Ταΰγετου είναι η όμορφη Σπάρτη. Σήμερα στους δρόμους της περπατάνε Εφιάλτες αγκαλιά με τους ξενόγλωσσους βάρβαρους. Κι εμείς εδώ, λίγοι, πολύ λίγοι, για να υπερασπιστούμε την τιμή της. Δεν είμαστε ούτε καν 300. Είμαστε 118, χωρίς ασπίδες και δόρατα, μα πεθαίνουμε με την ψυχή του Λεωνίδα. ΟΠΟΙΟΣ ΠΕΡΑΣΕΙ ΑΣ ΤΟ ΕΙΠΕΙ ΣΤΗ ΣΠΑΡΤΗ!».

Χιλιοτραγουδισμένοι, δοξασμένοι οι 118 νεκροί μας στο Μονοδένδρι, όμορφα παιδιά της Σπάρτης, Σπαρτιάτες υπερήφανοι, ταγοί της ιστορίας μας, με γιγάντιες ψυχές, αθάνατοι, ατρόμητοι ανάμεσα στους αγωνιστές ήρωες, στην πρώτη γραμμή της Εθνικής μας Αντίστασης!

Πάντα , όμως, θα τρυπάει το μυαλό μας, θα ζωντανεύει το παράπονό μας

«ανάμεσα απ’ τα αίματα η ψιλή φωνούλα του Μιχαλάκη :

“Προδότες μας παρέδωκαν στων Γερμανών τα χέρια”

(Δημοτικό)

Ο χαρακτηριστικός επίλογος , γραμμένος από την πένα του Νικηφόρου, θέτει εμάς, τους νεώτερους Σπαρτιάτες, τις Σπαρτιάτισσες, τους νέους και τις νέες της πόλης μας , αλλά και της πατρίδας μας , μπροστά στις δικές μας ευθύνες απέναντι στην Ιστορία, απέναντι σε εκείνους που θυσιάστηκαν για την πατρίδα, για την ελευθερία, για την πρόοδο:

«Έσκυψε και η πατρίδα μας, μαζί μ’ όλες τις άλλες πατρίδες, έσκυψε κι άδειασε και τούτη τον κόρφο της χάμω στη γης, Χάμω στη ρίζα του δέντρου της λευτεριάς. Της ειρήνης, της δικαιοσύνης, της αδελφοσύνης και της λευτεριάς. Νεκροί στο βωμό της Μεγάλης Αντίστασης. Γονατίζουμε πάνω στο άγιο τους αίμα. Γονατίζουμε. Φιλούμε τη γης κι ορκιζόμαστε. Πρέπει να δώσουμε και μείς τη ζωή μας όσο μπορούμε καλλίτερα. Για τη λευτεριά. Για την πρόοδο. Για την προκοπή του Ανθρώπου.

Εκείνοι, έπραξαν το καθήκον τους. Εκείνοι ύψωσαν το μνημείο τους, μεγάλο σαν τον Ταΰγετο. Αιώνιο σαν τον Ευρώτα. Οι απόντες πληρώνοντας με το αίμα τους το μεγαλύτερο μέρος του χρέους, μας άφησαν εδώ κάτω με την πεποίθηση πως εμείς θα ολοκληρώσουμε τον αγώνα για το καλό της Πατρίδας.»