Γράφει ο Παναγιώτης Τζουνάκος

Προκειμένου να προσεγγίσουμε και να αναλύσουμε μια από τις πιο σημαντικές στιγμές της σύγχρονης ιστορίας μας και να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα είναι ανάγκη να διερευνήσουμε όλες τις πτυχές και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες διαμορφώθηκαν και εξελίχθηκαν τα γεγονότα, το κλίμα της εποχής, η σύμπτωση των ενεργειών και η λήψη των αποφάσεων τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο της οικονομικής και πολιτικής συγκυρίας της Ελληνικής κοινωνίας, αλλά και της διεθνούς πραγματικότητας.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929 επηρέασε και την Ελλάδα και προκάλεσε μαζικές κοινωνικές και εργατικές κινητοποιήσεις με κορύφωση τη μεγάλη απεργία των καπνεργατών στη Θεσσαλονίκη τον Μάη του ’36 με τα γνωστά σε όλου τραγικά - αιματηρά αποτελέσματα. Έτσι, βρήκε την ευκαιρία αλλά και την αιτιολογία που χρειαζόταν ο Μεταξάς για να αναστείλει το Σύνταγμα, να καταργήσει τη Βουλή και τους δημοκρατικούς θεσμούς, να ακυρώσει θεμελιακά ανθρώπινα δικαιώματα με τη συγκατάθεσή και του βασιλιά και να εγκαθιδρύσει ένα στυγνό δικτατορικό καθεστώς. Υπέρμαχος του φασισμού, όπως ο ίδιος γράφει στο «Ημερολόγιό» του, « η Ελλάς έγινε από τις 4ης Αυγούστου Κράτος αντικομουνιστικό. Κράτος αντικοινοβουλευτικό. (…) Επομένως, αν ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι αγωνίζονταν πραγματικά για την ιδεολογία που υψώσανε για σημαία, έπρεπε να υποστηρίζουν παντού την Ελλάδα με όλη τους τη δύναμη…». Παρότι αρχικά έβλεπε με καλό μάτι τη ναζιστική – φασιστική επέλαση, γρήγορα άλλαξε στάση κάτω και από την πίεση της Μεγάλης Βρετανίας, ως παραδοσιακού συμμάχου και προστάτη, αφού γεωπολιτικά η Ελλάδα ανήκε στο βρετανικό στρατόπεδο, αλλά και του βασιλιά που ήταν δηλωμένος Αγγλόφιλος. Ο τορπιλισμός της «Έλλης» στην Τήνο στις 15 Αυγούστου του ’40 από Ιταλικό υποβρύχιο διέλυσε τις επιφυλάξεις, ξεκαθάρισε τις προθέσεις και οδήγησε στην κήρυξη του πολέμου κατά της Ελλάδας από την Ιταλία του Μουσολίνι.
Το στρατιωτικό πνίξιμο των εργατικών κινημάτων μετά από την επιβολή της δικτατορίας και η αναγκαστική προσαρμογή – υποταγή με τη δύναμη των όπλων, η διάλυση των συνδικάτων, η σύλληψη και η εκτόπιση των πρωτοστατών και η καταστολή των διεκδικήσεων που είχαν υψηλό επίπεδο ανταπόκρισης δημιούργησαν μια νέα πραγματικότητα, η οποία χαρακτηρίζεται και από τη σημαντική προσμέτρηση της γενικής καταπίεσης του λαού, μέρους του πολιτικού κόσμου και των διανοούμενών. Μέσα σε αυτό το κλίμα του απόλυτου ελέγχου της απαγόρευσης και της ολικής φίμωσης, η απόφαση για αντίσταση στην κήρυξη του πολέμου ενισχύθηκε από την ιδιοσυγκρασία του Έλληνα, πάτησε γερά στην υπερηφάνεια και τον πατριωτισμό του και λειτούργησε συσπειρωτικά για το λαό, ο οποίος ανταποκρίθηκε αμέσως στο κάλεσμα της πατρίδας και οργανώθηκε απέναντι στην εισβολή του Ιταλικού φασισμού.
Οι νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν διαπνέονται τόσο από εθνικά όσο και από απελευθερωτικά χαρακτηριστικά. Η στοίχιση πίσω από τον Μεταξά δεν δηλώνει την αποδοχή του έργου του και των πρακτικών του, αλλά οφείλεται στο ότι έτυχε αυτός να είναι τότε στο τιμόνι της χώρας. Η βαθιά πίστη στις δημοκρατικές αξίες, η συμφιλίωση μεταξύ λαού και στρατού που είχε κλονιστεί και διαρραγεί την προηγούμενη περίοδο και η ανάγκη για ένα νέο όραμα, μια νέα ελπίδα αποτέλεσαν τη βάση πάνω στην οποία πάτησαν, στηρίχθηκαν και δημιουργήθηκαν οι νέες σελίδες. Τα αποτελέσματα των μαχών και οι τεράστιες επιτυχίες του Ελληνικού στρατού απέναντι στην καλά προετοιμασμένη πολεμική μηχανή, όπως η Ιταλική αποδεικνύουν το υψηλό ηθικό σθένος του Ελληνικού λαού για την προάσπιση των ιδεών και των αξιών που απορρέουν από τα βάθη της ανθρώπινης ύπαρξης, των παραδόσεων και του πολιτισμού. Η προστασία και η υπεράσπιση της εθνικής ταυτότητας από τους φασίστες κατακτητές, η αδούλωτη ψυχική και πνευματική συγκρότηση και η πίστη στην ελευθερία που πολλά χρόνια είχαν σφυρηλατηθεί και κατακτηθεί στους απελευθερωτικούς αγώνες, τις επαναστάσεις και τα πεδία των μαχών, βρίσκουν την απόλυτη έκφρασή τους, Το Ελληνικό φρόνημα δουλεμένο και δοκιμασμένο στις επάλξεις του καθήκοντος της μακραίωνης ιστορίας του, η άρνησης στο πέρασμά των ιταλικών στρατευμάτων από τη χώρα που θα σήμαινε την παράδοση της και την υποταγή του λαού, η επιλογή του αγώνα και της θυσίας αντί της υποδούλωσης αντανακλούν τα βαθιά λαϊκά αισθήματα στις αξίες και τα ιδανικά της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας.
Μετά από το σπάσιμο του μετώπου από τις πανίσχυρες δυνάμεις του Άξονα τον Απρίλη του ’41 άρχισε να γράφεται η ξεχωριστή σελίδα της Εθνικής Αντίστασης της μεγάλης πλειονότητας του λαού απέναντι στους Γερμανούς κατακτητές και τους συμμάχους τους, ντόπιους και ξένους. Αφού για 3,5 χρόνια τα Γερμανικά στρατεύματα αιματοκύλισαν τη χώρα, στις 12 Οκτωβρίου 1944 αποχώρησαν από την Αθήνα και τερματίστηκε η κατοχική περίοδος. Όμως τα γεγονότα που ακολούθησαν ήλθαν να αμαυρώσουν τα επιτεύγματα του Ελληνικού λαού με τον ερχομό του ίδιου του Τσώρτσιλ στην Ελλάδα και την καταστολή του Λαϊκού κινήματος από τα Βρετανικά στρατεύματα και τους ντόπιους υποστηρικτές τους τον Δεκέμβρη του ’44. Ο μετέπειτα εμφύλιος σπαραγμός ισοπέδωσε τα πάντα, διέλυσε τη χώρα, χώρισε το λαό σε πατριώτες και μη, αφού πρώτα χύθηκε πολύ αδελφικό αίμα, με το αποτέλεσμα να κλείνει προς τη θέση που είχαν αποφασίσει στη Γιάλτα οι αρχηγοί των τριών μεγάλων δυνάμεων (Ρούσβελτ, Στάλιν, Τσώρτσιλ) τον Φλεβάρη του ’45.
Από τις αρχές της δεκαετίας του ’50 άρχισε η ανασυγκρότηση της ερειπωμένης χώρας. Όμως αντί να αφήσει πίσω της τα εμφυλιοπολεμικά μίση και να επιδιώξει την εθνική συμφιλίωση, το νέο κράτος δομήθηκε πάνω στις πιέσεις, τους ψυχολογικούς εξαναγκασμούς, τις διώξεις, τα κοινωνικά φρονήματα, τους διορισμούς ημετέρων, την επιλεκτική στελέχωση των ενόπλων δυνάμεων κ.λ.π. Οι ατομικοί φάκελοι των «εχθρών» συνταγμένοι από καταδότες και ρουφιάνους κατακλύζουν τα κατά τόπους τμήματα της χωροφυλακής και τα 2α γραφεία του στρατού – συμπληρώθηκαν 30 χρόνια από την καταστροφή τους, 1989, επί συγκυβέρνησης Ν.Δ. και Συνασπισμού διαγράφοντας έτσι το … ανεπιθύμητο παρελθόν – με το παρακράτος ασύδοτο και ανεξέλεγκτο, ίσως και προστατευόμενο, να αλωνίζει, να φοβερίζει, να τρομοκρατεί και όχι μόνο. Το σαράκι του Εθνικού Διχασμού συνέχισε να κατατρώει τα σωθικά του Ελληνικού λαού, ίχνη του οποίου κάνουν την εμφάνισή τους ακόμη και σήμερα.

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr