Γράφει ο Παναγιώτης Τζουνάκος

Οι αρχικές μορφές ομαδοποίησης και κοινωνικοποίησης της ανθρωπότητας αποτέλεσαν τις βάσεις, πάνω στις οποίες στηρίχθηκαν οι διαδοχικές βαθμίδες της ιστορικής εξέλιξης, όταν ο άνθρωπος ανακάλυπτε αργά-αργά τα μέσα που χρειαζόταν για τη συντήρηση και τη διαβίωσή του, τη σταθεροποίηση της ύπαρξης και της ζωής του. Η συνεχιζόμενη πρόοδος στον τομέα της παραγωγής, με τη στοιχειώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας άρχισε να δημιουργεί πλεονάσματα αγαθών στις πρώτες κοινότητες. Προέκυψε τότε η ανάγκη της κατανομής της εργασίας σε τομείς εξειδίκευσης, όπου ο καθένας είχε πιο συγκεκριμένο χώρο απασχόλησης, με στόχο τη μεγαλύτερη παραγωγικότητα σε σχέση με παλιότερα. Οι διαφοροποιήσεις αυτές έφεραν άνιση παραγωγή των αγαθών μεταξύ των ανθρώπων ή και των ομάδων, με αποτέλεσμα να παρατηρηθούν φαινόμενα διάκρισης των ικανότερων και αποδοτικότερων, από τη μια πλευρά, και των κατώτερων των λιγότερο ικανών, από την άλλη, αλλά και τάση για προσπορισμό και απόκτηση ατομικής ιδιοκτησίας. Η συναλλαγή και η ανταλλαγή των αγαθών και η μετατροπή τους σε εμπορεύματα είναι πλέον καθημερινή, οι ανισότητες μεταξύ εχόντων και μη καθιερώνονται και διευρύνονται, αλλά το χειρότερο είναι η αγορά και η χρησιμοποίηση πρόσθετης εργατικής δύναμης, με συνέπεια την εμφάνιση διαφορετικών τάξεων. Οι παραγωγοί χάνουν σιγά-σιγά τη διαχείριση και τον έλεγχο των προϊόντων τους, αφού αναλαμβάνουν οι μεσάζοντες τη διακίνηση και την προώθησή τους. Η συσσώρευση ατομικής περιουσίας γίνεται αυτοσκοπός, ο πλούτος και η δύναμη συγκεντρώνεται στα χέρια λίγων, με αποτέλεσμα τον κλονισμό και τη διάλυση της μέχρι τότε αταξικής κοινωνίας, η οποία χωρίστηκε σε προνομιούχες και μη τάξεις.

Οι νέες εξελίξεις, τα επόμενα στάδια, είχαν φυσικό επακόλουθο την αναγκαστική διάσπαση των μέχρι τότε κοινωνικών κανόνων και τη δημιουργία μιας νέας κοινωνίας με εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους, πλούσιους και φτωχούς, ελεύθερους και δούλους. Οι αντιθέσεις, οι διαμάχες και οι συγκρούσεις ήταν πλέον αναπόφευκτες, έφταναν στο επίπεδο των μετωπικών ρήξεων, των ομαδικών καταστροφών και λεηλασιών, πολλές φορές με αιματηρή κατάληξη. Τότε προέκυψε η αναγκαιότητα του κράτους από τις κυρίαρχες δυνάμεις και την άρχουσα τάξη δηλ. ενός μηχανισμού που θα επεμβαίνει στις αντιθέσεις, θα αποτρέπει τις αντιδράσεις, θα καταστέλλει τις συγκρούσεις και θα εφαρμόζει μιας μορφής ισορροπία ανάμεσα στις αντιμαχόμενες τάξεις, έχοντας τώρα και την πολιτική νομιμοποίηση. Η κοινωνία αυτή οργανωμένη και προστατευμένη από το πολιτικό σύστημα, δηλ. τον πολιτικό χωροφύλακα, δημιουργημένη με βάση τις εντολές των ισχυρών, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους, σε αγαστή συνεργασία και σύμπλευση με τη θρησκεία που υπηρετεί σταθερά τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις τους, αποτελεί σήμερα το μοντέλο της διακυβέρνησης των μαζών σε παγκόσμιο επίπεδο. Συμβιβασμένη, αποστεωμένη, υποταγμένη και δουλική για πολλούς αιώνες, με μικρές διακυμάνσεις και διαφορές, ενταγμένη στη δήθεν ομαλοποίηση για την ανάπτυξη έχει συμβάλει στην αλλοίωση των χαρακτηριστικών και στην αλλοτρίωση των ανθρώπων, οι οποίοι δαρμένοι και ανίσχυροι έχουν χάσει το δυναμισμό και την αντοχή τους, την πνευματική τους υπόσταση και καθαρότητα κινούμενοι άναρχα και ακανόνιστα σε περιχαρακωμένο πλαίσιο με ελεγχόμενη και πειθαρχημένη σκέψη και συμπεριφορά.

Οι εκφράσεις, οι θέσεις και οι ακατανόητες πολλές φορές πρακτικές προβληματίζουν και αναλογίζεται κανείς πώς μπορεί να υπάρχουν τέτοιες αντιλήψεις, ακόμη και από «ξεχωριστούς» του δημόσιου βίου. Έτσι, ενισχύεται η άποψη ότι οι άνθρωποι γεννιούνται άνισοι, αφού τα δάχτυλα είναι άνισα(!), κάποιοι, λίγοι, με παραπάνω προσόντα και συγκέντρωση μεγάλης δόσης εξυπνάδας και ευφυΐας θα φτάσουν ψηλά (εννοώντας οικονομικά, ανεξάρτητα από τον τρόπο), ενώ η μεγάλη πλειονότητα υστερεί και υπολείπεται («φταίει το κεφάλι τους και εισπράττουν ό, τι τους αξίζει» είπε ο πολιτικός, που προφανώς παραλληλίζει τον εαυτό του με το μεγάλο δάκτυλο), αφού η φύση τους προίκισε με υλικά δεύτερης, τρίτης κ.λπ. κατηγορίας.

Πότε τελικά με σοβαρότητα και υπευθυνότητα θα σταθούμε μπροστά στα προβλήματα που ταλανίζουν το λαό και τη χώρα; Πότε θα κινητοποιήσουμε όλες μα όλες τις υγιείς δυνάμεις αυτού του τόπου, ανεξαρτήτως χρώματος και ιδεολογίας, ώστε να παράγουν προς όφελος ολόκληρης της κοινωνίας και όχι επιλεκτικά υπέρ των ημετέρων; Πότε θα συνειδητοποιήσουμε τη θέση μας, τον προορισμό μας και την υψηλή αποστολή μας και θα κατανοήσουμε ότι δεν είναι αναγκαίες οι στρατιές των πληρωμένων από τον λαό συμβούλων και παρασυμβούλων, υπολείμματα παλιών και ξεπερασμένων επιλογών; Πότε θα σταθούμε απέναντι στα συμφέροντα της οικονομικής ολιγαρχίας, αφού είναι γνωστό ότι δεν συμβαδίζουν με τις ανάγκες και τις απαιτήσεις των εργαζομένων και θα νομοθετήσουμε όρους και προϋποθέσεις για να παράγουν προς όφελος του κοινωνικού συνόλου; Και αν ισοπεδωθούν όλα και τους δοθούν όλα, όπως καταπάτηση αρχαιολογικών χώρων, οικιστική αυθαιρεσία, αλλοίωση του περιβάλλοντος π.χ. Ελληνικό, σκουριές κ.λπ. ένα είναι σίγουρο: ότι η ίδια η Ελληνική κοινωνία θα είναι το μεγάλο θύμα τους, όπως έχει δείξει το παρελθόν, αφού η αχαλίνωτη επιχειρηματική ασυδοσία και η ακόρεστη πλεονεξία θα ζητούν ακόμη περισσότερα, αφού γι’ αυτούς δεν υπάρχουν όρια, ούτε εθνικά ούτε λαϊκά συμφέροντα.

Ο καθένας πια περιχαρακωμένος γύρω από το άτομό του, την οικογένειά του και την εργασία του, αλλά και την ανάγκη να βγάλει περισσότερα τρέχει με τη γλώσσα έξω πίσω από τους «ικανούς» και «άξιους» διαχειριστές μήπως αρπάξει κάτι για να γεμίσει τα υλικά κενά, έχοντας αποβάλει τα γνήσια ανθρώπινα χαρακτηριστικά, έχοντας απεμπολήσει τη συμπόνια, υποστήριξη, αλληλεγγύη και αξιοπρέπεια και πορεύεται χωρίς πυξίδα ως ένα άβουλο, άχρωμο και ψυχρό σερνόμενο κατασκεύασμα. Δεν προξενεί πια ιδιαίτερη εντύπωση το περιστατικό στο οποίο αναφέρεται η δημοσιογράφος Νόρα Ράλλη. «Το λεωφορείο είναι έτοιμο να ξεκινήσει, όταν ο ελεγκτής φωνάζει στον οδηγό “Σταμάτα! Έρχεται”… Μια κυρία με τα χέρια της γεμάτα ψώνια έτρεχε να το προλάβει. Κάτι το βάρος από τα ζαρζαβατικά στις σακούλες, κάτι η τρεχάλα μες στη λαλάκα, χάνει την ισορροπία της και πάρ’ τα χάμω, κυρία, σακούλια και αξιοπρέπεια μαζί. Ξαναγυρίζει τότε ο ελεγκτής στον οδηγό και του λέει: “Φύγε! Έπεσε”».

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr