Γράφει ο Βαγγέλης Μητράκος

Στις 23 Αυγούστου 2019 , ο δημοσιογράφος Ηλίας Μπόνος και η ιστοσελίδα του NOTOS PRESS ανατάραξαν τα λιμνάζοντα νερά της μνήμης , δημοσιεύοντας μια φωτογραφία του αξέχαστου «Σερίφη» της Σπάρτης , Παναγιώτη Πολυμενάκου , μαζί με ένα μικρό αλλά πολύ ευαίσθητο κι εύστοχο κείμενο . Εκείνο που , ίσως , πολλοί αγνοούν είναι πως υπάρχει και μια δεύτερη μια φωτογραφία του «Σερίφη» , τραβηγμένη, τυχαία , από τον Πέτρο Ζούζουλα στα 1991 . Ο φωτογράφος , αποτυπώνοντας , τότε , στο φιλμ του την οδό Ευαγγελιστρίας από το ύψος της πλατείας , σε ώρα πρωινή , «έπιασε» , στα αριστερά , με τον φακό του και τον Σερίφη , την ώρα που κατέβαινε τον έρημο ακόμα δρόμο (πεζόδρομος σήμερα) , κρατώντας στο δεξί του χέρι ένα μπουκάλι με ποτό και στο άλλο ένα πλαστικό ποτήρι . Τη φωτογραφία αυτή (μαζί με άλλες του αρχείου Πέτρου Ζούζουλα) δημοσίευσε στην ιστοσελίδα του Lakonistas , στις 5 Φεβρουαρίου 2015 , o συμπολίτης μας Πάνος Παπαδολιάς . Εκτός των δύο αυτών φωτογραφιών και του κειμένου του notospress , υπάρχει κι ένα άλλο κείμενο για τον Σερίφη , το οποίο έγραψε πριν από λίγα χρόνια ο φίλος και παλιός συμμαθητής μου στο Γυμνάσιο Αρρένων Σπάρτης Βασίλης Γεροντίδης . Ο Βασιλάκης , που διατηρούσε για πολλά χρόνια πρακτορείο ΠΡΟ-ΠΟ στη Σπάρτη , ήταν φίλος του Σερίφη και γνώριζε αρκετά πράγματα γι’ αυτόν και τη ζωή του , που με ζεστασιά , αμεσότητα και συγκίνηση κατέθεσε σ’ αυτό το κείμενο. Να , λοιπόν , πως τυχαίες και ασυντόνιστες ενέργειες προσώπων , σε διαφορετικές χρονικές στιγμές , γίνονται πετράδια , ώστε να συμπληρωθεί το ψηφιδωτό της ζωής ενός ανθρώπου , που «νοστίμισε» τη ζωή της Σπάρτης για πολλά χρόνια , γενόμενος πολλές φορές η φωνή της συνείδησης και της αυτοκριτικής της .

1. «Εiναι γνωστό σ’ όλους πως η Σπάρτη είναι μια πόλη της νότιας Ελλάδας και γεωγραφικά δεν έχει καμιά σχέση με τις νότιες...συνιστώσες της Αμερικανικής Συμπολιτείας.
Κι όμως για πολλά χρόνια είχε ένα κοινό μ’ αυτές:
Διέθετε κι αυτή τον σερίφη της !!!
Γνωστή φιγούρα στους Σπαρτιάτες ο Σερίφης , Παναγιώτης Πολυμενάκος κατά κόσμον ( να ρίχνουμε και κανά εκκλησιαστικό όρο μπας και συγχωρεθεί καμιά αμαρτία μας) ήταν γνωστός για τις πνευματώδεις ατάκες του με τις οποίες διασκέδαζε το κόσμο και εξασφάλιζε τον βασικό βιοπορισμό του .
Άγνωστο όμως είναι σε πολλούς το γεγονός πως αυτός ο πανέξυπνος άνθρωπος με το διαταραγμένο ψυχικό κόσμο στα νιάτα του είχε προσφέρει στους κατοίκους της γενέτειράς του Βορδόνιας μιαν ανεκτίμητη υπηρεσία :
Στα χρόνια της κατοχής το σχολείο του χωριού του έμεινε χωρίς δάσκαλο κι ο Παναγιώτης , που μόλις είχε τελειώσει το τότε Γυμνάσιο , εθελοντικά , ανέλαβε τη λειτουργία του σχολείου δίνοντας στα παιδιά τις όποιες γνώσεις διέθετε . Γι’ αυτή του την προσφορά , βέβαια , κανείς επίσημος φορέας δεν τον τίμησε ποτέ . Τι να σου κάνει κι πολιτεία με τόσους επιχειρηματίες , πολιτικούς , συνδικαλιστές , συνεταιριστές που έχει να φροντίσει ! Τον Παναγιώτη θα κοίταγε ; Τα κλωσσόπουλα όμως , που κάτω από τις πνευματικές φτερούγες του έβγαλαν τα δικά τους φτερά και πέταξαν μ’ αυτά πέρα από ωκεανούς για να προκόψουν δεν τον ξέχασαν και με ασπρισμένους κροτάφους , όταν γύριζαν τα καλοκαίρια , πάντα τον αναζητούσαν και του έδιναν την ευκαιρία να κυκλοφορεί , έστω για λίγο , σαν μπρούκλης γεμάτος δολάρια.
Αν θα μπορούσε να δει , σήμερα , ο Σερίφης αυτές τις γραμμές θα μας «έκραζε» με το περιπαιχτικό στυλ του :
-Κουφάλες , πολύ το σοβαρέψατε !
Γι’ αυτό σύντομα θ’ αναφέρω πως ο Παναγιώτης υπηρέτησε για λίγα χρόνια στην Αγροφυλακή ως Αρχιφύλακας αλλά , με την επιδείνωση της κατάστασής του , την εγκατέλειψε για να βρεθεί , μετά την ... «αποφοίτησή του απ’ το Πολυτεχνείο Τριπόλεως» , στην πόλη μας , ξεκινώντας την ημέρα του , με το χάραμα , απ’ το καφενείο του ΚΤΕΛ όπου τον περίμενε ο Χρήστος να πιούν το πρώτο καφέ παρέα και να αρχίσει κατόπιν το σεργιάνι στη πόλη με τις απίθανες ατάκες του .
Οφείλουμε ευχαριστίες στο Δημήτρη τον Πετσετίδη που έχει αναφέρει σε βιβλίο του την ιστορία με τη σοκολάτα κι ελπίζω και σε άλλα κείμενά του να μας χαρίσει κάποια ιστορία του αξέχαστου Σερίφη .
Εδώ , απ’ τις πολλές ζωντανές ιστορίες του Σερίφη θα διηγηθώ μία :
Σε προεκλογική περίοδο , περασμένα μεσάνυχτα , συνάντησε μια ομάδα αφισοκολλητών και αφού έπιασε κουβέντα μαζί τους , ένας απ’ αυτούς τον ρώτησε αν ξέρει πού μπορούν να βρουν κόλλα γιατί τους τελείωνε . Τότε ο Σερίφης , πάντα ετοιμόλογος , τους απάντησε :
-Μάγκες τέτοια ώρα κώλο βρίσκετε . Κόλλα δε βρίσκετε .
Έτσι πορευόταν , για πολλά χρόνια , ο Παναγιώτης ο Σερίφης , φορώντας σακάκι χειμώνα - καλοκαίρι ( «δεν είναι σωστό , έλεγε , να φαίνονται τα οπίσθια του άντρα») και χωρίς να «φαλτσάρει» καθόλου όταν μιλούσε με όποιον τον ήξερε πριν αρρωστήσει. Μόνο του επίσημο έσοδο (εκτός από τα φιλοδωρήματα των φίλων) ήταν η σύνταξη του ΟΓΑ , την οποία ξόδευε την ίδια μέρα , τραπεζώνοντας τους συμπάσχοντές του σε μαγέρικο της πόλης .
Κάποια στιγμή το ανακάτεμα του αλκοόλ , με τα ψυχοφάρμακα ή η εγκατάλειψή τους έφερε τη κατάρρευσή του κι έτσι μέσα στη δεκαετία του ’90 , τρόφιμος του Ασύλου , μας “άφησε” ο Σερίφης .
Ας είναι ένα ταπεινό κερί στη μνήμη του τούτες οι γραμμές από το φίλο του το «Λάκη» (όπως μ’ έλεγε) ή «κύριο Λάκη» όπως με ανέφερε όταν μιλούσε για μένα στον Παρασκευά τον Φουντά , τον αξέχαστο γιατρό και βουλευτή , και να του πω πόσους πολλούς αποδέκτες θα είχε σήμερα η φράση του :
- ΣΑΤ , ΡΕ ΠΟΥΣΤΗΔΕΣ .

Βασίλης Γεροντίδης

2. «Mην νομίζετε ότι δεν υπάρχουν και σήμερα «Παναγιώτηδες» . Για την ιστορία στην φωτογραφία είναι ο επονομαζόμενος «Σερίφης» , ο Παναγιώτης Πολυμενάκος .
Μίμος , χωρατατζής και ενίοτε δύστροπος , αγαπούσε τα παιδιά και τους μοίραζε ό,τι μάζευε όλη τη μέρα από την αμοιβή της «τρέλας» του . Έβγαζε σε ακροατήριο δελτίο τιμών και παρίστανε και τον «σερίφη» της πόλης .
Το τελευταίο διάστημα της ζωής του είχε ρίξει τα «φτερά» του . Ήταν πραγματικά άξιος μεγαλύτερης συμπαράστασης από τα παιδόπουλα που κάποτε έτρεχαν πίσω του για να διασκεδάσουν . Η φωτογραφική μηχανή, με φιλμ, της εφημερίδας «Λακωνική Επικαιρότητα» τον κράτησε «ζωντανό». Χειμώνας με κρύο και σκοτάδι . Ο «Σερίφης» έχει κρεμάσει το αστέρι του στον ουρανό και με μια κουβέρτα μπεζ σαν τη ζωή του έχει τυλίξει τα πόδια του να τα ζεστάνει. Ένα μπουκάλι νερό και ποτηράκι για το πρωινό ξύπνημα . Τον ξαφνιάζει το φλας και ανοίγει να πει μια καλησπέρα . Τον ξύπνησε η λάμψη . Κάποιος τον πρόσεξε …
Έκτοτε δεν τον ξαναείδε ο φωτογράφος της εφημερίδας . Ο τηλεφωνικός θάλαμος σήμερα δεν υπάρχει . Έχει αντικατασταθεί από καρτοτηλέφωνο , έξω ακριβώς από το γωνιακό καφέ στη συμβολή Λυκούργου και Άγιδος , στα παλαιά Δικαστήρια Σπάρτης . Και ο «Παναγιώτης» αντικαταστάθηκε από άλλον…»

notospress.gr