Γράφει ο Παναγιώτης Τζουνάκος

Παρακολουθώντας για πολλά χρόνια τις εξελίξεις στη χώρα μας, καλοπροαίρετα και όσο γίνεται πιο αντικειμενικά, δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει και να αγνοήσει τα τεκταινόμενα, τα ράβε-ξήλωνε του πολιτικού συστήματος, που όσο περισσότερο τα εξετάζει, τόσο κυριεύεται και από μεγαλύτερη απογοήτευση. Μεταφέροντας την τεράστια εμπειρία από τα πεπραγμένα του παρελθόντος, η σχετική αισιοδοξία από την αλλαγή της Κυβέρνησης γρήγορα μετατρέπεται σε καθολική δυσαρέσκεια, πίκρα και αγανάκτηση. Αντί οι νέοι εντολοδόχοι αρχικά να ενημερωθούν με πληρότητα και σαφήνεια, να μελετήσουν σε βάθος την κατάσταση, μετά μάλιστα και από τη σκληρή δεκαετία, αντί με σοβαρότητα, υπευθυνότητα και κρίση, σταθερά και εμπεριστατωμένα να αντιμετωπίσουν και να βελτιώσουν τις δυσλειτουργίες του κρατικού μηχανισμού, αποφασίζουν γρήγορα για μειώσεις φόρων και παροχές, με χρήματα που στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν. Επιχειρούν να παρασύρουν και να στρέψουν την προσοχή της κοινής γνώμης, μακριά από τον καταιγισμό των ελεγχόμενων νομοθετημάτων της πρωτοφανούς διακυβέρνησης, με την κατάσταση να θυμίζει το φθινόπωρο του 2009, λίγο μετά τις εκλογές, τότε που έδιναν επιδόματα από λεφτά που υπήρχαν, αλλά δεν υπήρχαν, με όλα τα τραγικά αποτελέσματα που ακολούθησαν. Ο προϋπολογισμός του 2020 που πρόκειται να κατατεθεί μακάρι να μην επιβεβαιώσει τις επιφυλάξεις, τις αγωνίες, τις ανησυχίες και τους φόβους.

Όμως, η νέα κατάσταση που διαμορφώνεται έρχεται να ισοπεδώσει και να καταλύσει τα πάντα, να καταργήσει όλα αυτά που έφτιαξαν οι προηγούμενοι και να εκθεμελιώσει βασικούς διαχρονικούς θεσμούς γενικής αποδοχής και δημοκρατίας. Αχαλίνωτη επικριτική ροή λόγου, μέχρι και εχθρική στάση ξεχειλίζουν για τους πολιτικούς αντιπάλους, με τον απλό μη κομματικό πολίτη, να παρακολουθεί αμήχανα, να υφίσταται τις συνέπειες και να μην μπορεί να κατανοήσει τον ακήρυχτο πόλεμο. Και φυσικά, όταν οι άλλοι επανέλθουν, γιατί θα επανέλθουν, ενδεχόμενα να ακολουθήσει μια σειρά ανταπόδοσης, αντεκδικήσεων και αντιποίνων. Έτσι, ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται χωρίς σταματημό, εντονότερα μάλιστα, σε μια κοινωνία που έχει ανάγκη από στήριξη και περιμένει περισσότερο φως κάθε φορά από τους νέους κυβερνώντες. Οι κινήσεις θυμίζουν τις εξετάσεις από το Γυμνάσιο στο Λύκειο, που οι μεν τις θέσπιζαν, ενώ οι άλλοι τις καταργούσαν κ.ο.κ. με τις ουσιαστικές παρεμβάσεις στο περιεχόμενο της μέσης εκπαίδευσης να είναι από μηδενικές, ως ασήμαντες. Παίζουν και με το πανεπιστημιακό άσυλο, το οποίο άλλοτε καταργείται, μετά επαναφέρεται, μετά ξανακαταργείται κ.ο.κ. με την κατάσταση στα πανεπιστήμια να παραμένει η ίδια.

Μέσα σ’ αυτήν την ανακύκλωση μια κοινωνία αποδυναμωμένη και αμέτοχη, αποσβολωμένη και αμήχανη παρακολουθεί τις νέες αποφάσεις και αναλογίζεται αν οι ελπίδες και οι προσδοκίες είναι για μια ακόμη φορά χαμένες στο πεδίο της πολεμικής αντιπαράθεσης, λες και οι άλλοι ήταν εχθροί του έθνους και ξεπρόβαλλαν τώρα οι ελευθερωτές και σωτήρες, οι εγγυητές της ισότητας και της αξιοκρατίας. Πέρα από τους υμνητές της χούντας που έχουν εγκατασταθεί και «στρογγυλοκαθίσει» στα δημοκρατικά έδρανα, η ωμή παρέμβαση στους ΟΤΑ προτού ακόμη λειτουργήσουν, μετά από τις πρόσφατες εκλογές, θέλοντας να προσθέσουν ισχύ στους ημετέρους, που συγκυριακά πλειοψήφισαν, κάτι που δεν τους έδωσε η λαϊκή ετυμηγορία είναι η ύψιστη καταρράκωση της πολιτικής αξιοπρέπειας και φαίνεται ότι η συνετή διαχείριση των οργανισμών απέχει πολύ από τις νέες αντιλήψεις και αναδεικνύονται φαινόμενα παραβατικότητας και εξουσιαστικού αμοραλισμού. Η συνειδητή έκθεσμη παρατυπία έγινε μέσω των οικονομικών επιτροπών, όπου ο παρεμβατικός καλπονόμος έδωσε στις παρατάξεις των περιφερειαρχών και των δημάρχων την απόλυτη πλειοψηφία, σε πλήρη αντίθεση με τη λαϊκή εντολή. Η διάταξη που καταργήθηκε επέβαλε τη συνεργασία που έπρεπε να κυριαρχεί στους ΟΤΑ εδώ και πολλά χρόνια, αφού οι μικροί τοπικοί ηγετίσκοι την είχαν γραμμένη στα παπούτσια της μετωπικής ρήξης και της καταστροφολογίας, της δικής τους ψευδαίσθησης και αυταπάτης. Για τα προβλήματα και την ανάπτυξη π.χ. του Δήμου Σπάρτης δεν είναι υποχρεωμένες όλες οι παρατάξεις να συνεργαστούν και να προτείνουν λύσεις, ανεξάρτητα αν το επιβάλλει ή όχι ο νόμος; Χρειάζεται παραπάνω σκέψη για να γίνει κατανοητό αυτό; Και αν κάποιος για προσωπικούς ή χαμηλής νοημοσύνης λόγους επιχειρήσει να προβάλλει εμπόδια και προσκόμματα, πολύ γρήγορα θα απομονωθεί και θα περιθωριοποιηθεί, αφού τα προβλήματα τρέχουν και απαιτούν λύσεις και ο χρόνος έχει προ πολλού τελειώσει.

Δυστυχώς, η ανεύθυνη πολιτική αντιπαλότητα, η κομματικοποίηση και τα συμφέροντα έχουν φέρει αυτά τα αποκαρδιωτικά αποτελέσματα σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο. Η χρόνια ασυδοσία, αρπαγή και ταπείνωση εξάντλησαν και μηδένισαν τις αντοχές και την όποια αισιοδοξία. Η συνετή, ομαλή και αμερόληπτη διαχείριση, μετά και από τη μνημονιακή εποχή και η συσπείρωση όλων των πολιτικών δυνάμεων στη διαμόρφωση της νέας πορείας είναι επιτακτική και επιβεβλημένη. Η κλίση όλων των πολιτικών αρχηγών από τον ΠτΔ σε ανοικτή και δημόσια διαβούλευση θα ήταν ένδειξη θάρρους, υπευθυνότητας και αυτοπεποίθησης. Όμως, οι φυγομαχίες και οι ρεβανσισμοί τώρα που έχουμε τα κουκιά καταδεικνύουν το βάθος της πολιτικής ανεπάρκειας, με τη διορατικότητα, τη συνέπεια και την αξιοπιστία να οδεύουν προς εξαφάνιση. Η ολική ρήξη με το χθες δεν επιτρέπει οποιαδήποτε συνεννόηση και συναίνεση. Άλλη μια ευκαιρία έρχεται να προστεθεί στις τόσες χαμένες του παρελθόντος. Είναι κρίμα για το πολιτικό σύστημα, αλλά κυρίως για τον λαό και τη χώρα. Η τροχιά της ανάκαμψης που άρχισε να διαγράφεται μετά από τα προγράμματα της στενής επιτροπείας και λιτότητας έπρεπε σταθερά και αμερόληπτα να συνεχιστεί. Το μη κράτος που για πολλά χρόνια κυριάρχησε φαίνεται να δυναμώνει ακόμη περισσότερο και να απομακρύνεται από το κράτος. Οι νέες κινήσεις δεν ανταποκρίνονται στο ύψος των περιστάσεων, ούτε φαίνονται ικανές να μετριάσουν τις όποιες προκαταλήψεις και να εφαρμόσουν μεταρρυθμίσεις, που είναι αναγκαίες για την ανάπτυξη και την προκοπή της χώρας. Οι μετωπικές αντιπαραθέσεις, ενίοτε και προσωπικές, χωρίς πολιτικό περιεχόμενο αναμένονται και σύντομα θα εξελιχθούν σε συγκρούσεις. Νέα κρεματόρια στήνονται για την εξόντωση των πολιτικών αντιπάλων. Ωστόσο, το παρελθόν έχει δείξει ότι οι πολιτικοί τάφοι δεν κάνουν διακρίσεις.

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr