Γράφει ο Παναγιώτης Τζουνάκος

Για μια ακόμη φορά με αφορμή την επικείμενη Συνταγματική αναθεώρηση, η έντονη πολιτική αντιπαράθεση επικεντρώνεται στην αλλαγή ή όχι του άρθρου 16 του ισχύοντος Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο: «Η σύσταση ανωτάτων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται» (παρ. 8). Είναι ένα παλιό αίτημα, κυρίως μιας πολιτικής παράταξης – στις αναθεωρήσεις που έγιναν μετά τη μεταπολίτευση δεν επιχειρήθηκε η αλλαγή του – η οποία «επενδύει» πολιτικά έχοντας κάνει σημαία την κατάργηση της συγκεκριμένης διάταξης προτάσσοντας κάποια διεθνή δεδομένα και χωρίς καμιά αναφορά στο συντελούμενο έργο προσπαθεί να πείσει για την ανάγκη της συγκεκριμένης θέσης, ότι δηλ. η πρόταση θα αναβαθμίσει το Ελληνικό Πανεπιστήμιο και θα αποβεί περισσότερο επωφελής για την κοινωνία γενικότερα.

Η προτεινόμενη αλλαγή, παρά τις πολιτικές σκοπιμότητες προβληματίζει τους γονείς, τους εκπαιδευτικούς και τους πολίτες και τους θέτει απέναντι σε σοβαρά ερωτήματα και διλήμματα:

Υπάρχει ελλειμματική μόρφωση, που αποδεδειγμένα έχει επιβεβαιωθεί, ώστε να καθίσταται επιτακτική η δημιουργία ιδιωτικού ή μη κρατικού Πανεπιστημίου;

Έχει διαπιστωθεί ανεπάρκεια στην Ελληνική Παιδεία που επιβάλλει να διαταραχθεί αυτή η αποδεκτή ισορροπία, που επικρατεί πολλά χρόνια στην Πανεπιστημιακή κοινότητα, όπου όλοι απολαμβάνουν με ίσους όρους τα αγαθά της εκπαίδευσης και της μόρφωσης και της ισοδυναμίας των πτυχίων;

Όλοι αυτοί που έχουν αποφοιτήσει από τα Ελληνικά Πανεπιστήμια, οι μηχανικοί που κατέχουν θέσεις ευθύνης, που υπογράφουν τις μελέτες και τις κατασκευές τεράστιων έργων και την ανέγερση πολυόροφων κτιρίων σε όλο τον κόσμο, οι οικονομολόγοι που έχουν διασπαρεί και διαπρέπουν σε όλη την Ευρώπη και όχι μόνο, οι γιατροί που έχουν κατακλύσει την Ευρώπη, οι νομικοί, οι εκπαιδευτικοί κ.λπ. είναι δεύτερης κατηγορίας επιστήμονες; Ποια κενά θα καλύψει το ιδιωτικό-μη κρατικό Πανεπιστήμιο; Από πού προκύπτει τέτοια αναγκαιότητα;

Μήπως έμμεσα κατασυκοφαντούνται και υποβιβάζονται τα κρατικά μορφωτικά ιδρύματα της χώρας; Υποτιμάται το επιστημονικό και ερευνητικό προσωπικό τους, του οποίου η επάρκεια και οι ικανότητες έχουν αναγνωριστεί διεθνώς, που τόσο έχουν συμβάλλει στην ανάπτυξη και την πρόοδο της Ελληνικής κοινωνίας;

Τα μεταπτυχιακά και τα διδακτορικά διπλώματα που απονέμονται από τα Ελληνικά Πανεπιστήμια δεν είναι υψηλού επιπέδου, δεν είναι εφάμιλλα αυτών του εξωτερικού και πολλά αρτιότερα και αξιότερα από αυτά;

Γιατί επιλέγουν τα Πανεπιστήμια και τις στρατιωτικές σχολές της χώρας μας οι χιλιάδες αλλοδαποί σπουδαστές από όλα τα μέρη του κόσμου;

Ποια σχέση μπορεί να έχουν η λειτουργία και οι στόχοι των Πανεπιστημίων, με τα όποια ευρώ μένουν ή όχι στη χώρα; Μήπως υπάρχει σύγχυση μεταξύ ασύμβατων αξιών;

Μήπως δοθεί η ευκαιρία της διάκρισης δυο κατηγοριών επιστημόνων των εύπορων της οικονομικής ελίτ και των κατώτερων λαϊκών;

Υγιής ανταγωνισμός δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι λειτουργεί θετικά μεταξύ κρατικών ιδρυμάτων και ιδιωτικών επιχειρήσεων, ούτε είναι εύκολα μετρήσιμα και συγκρίσιμα τα αποτελέσματα μεταξύ φορέων της γνώσης, του πνεύματος και της μόρφωσης.

Ο ιδιωτικός φορέας από τη φύση και την νοοτροπία του επιδιώκει να δημιουργήσει στελέχη για τις επιχειρήσεις του, κάτι που δεν είναι ισόρροπο με την έννοια, τις αξίες και τους σκοπούς του Πανεπιστημίου. Εξάλλου η δημιουργία τεχνικών σχολών από ιδιώτες δεν απαγορεύεται.

Μήπως, επειδή στις άλλες βαθμίδες της εκπαίδευσης, την πρωτοβάθμια και την δευτεροβάθμια, υπάρχουν ιδιωτικά σχολεία – και αυτό απαγορεύεται από το άρθρο 16 (παρ. 4) σύμφωνα με το οποίο: «Όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες της, στα κρατικά εκπαιδευτήρια» και είναι απόρροια της παθογένειας και της αδυναμίας του εκπαιδευτικού συστήματος – το μέτρο πρέπει να επεκταθεί και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, παρότι κάποια ιδιωτικά σχολεία λειτουργούν σαν πρότυπα και κάποια άλλα μοιράζουν απολυτήρια;

Ποιοι, μη κρατικοί φορείς θα μπορούσαν να δημιουργήσουν και να λειτουργήσουν άψογα και άρτια ένα αξιοκρατικά βιώσιμο Πανεπιστήμιο, με πλήρη εργαστήρια και επιστημονική έρευνα; Ο ΣΕΒ, η ΓΕΣΕΕ κ.λπ. ή ιδιώτες και φορείς από το εξωτερικό; Μήπως ανοίγει ο δρόμος για την έκδοση πανεπιστημιακών τίτλων από τα ιδιωτικά ΙΕΚ; Ας είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί και περισσότερο προσγειωμένοι. Δεν υπάρχει η δυνατότητα ούτε ο χώρος για τη δημιουργία, αληθινά και σοβαρά, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Κανένας ιδιώτης ή φορέας δεν πρόκειται να διακινδυνεύσει τα χρήματά του, με στόχο την πραγματική ανάπτυξη του Ελληνικού Πανεπιστημίου, παρά μόνο αν θα χει το προσδοκώμενο κέρδος, ή το άμεσο ή έμμεσο όφελος, που είναι ο στόχος του κάθε επιχειρηματία.

Στη χώρα της «αρπαχτής» σοβαρή και μακροπρόθεσμη ιδιωτική επένδυση στην ανώτατη παιδεία, ούτε εφικτή είναι, ούτε πρόκειται να ευδοκιμήσει.

Τι σημασία έχει ότι ιδιωτικά πανεπιστήμια υπάρχουν σε πολλές χώρες; Πολλά μέτρα στο παρελθόν έχουν μεταφερθεί και εδώ παρμένα από το εξωτερικό, τα οποία απέτυχαν, γιατί ήταν ξένα προς την νοοτροπία και τις ιδιαιτερότητες της χώρας.

Μερικές ακόμη επισημάνσεις:

Η κατάργηση της βάσης του 10 στις πανελλαδικές εξετάσεις για την εισαγωγή στη τριτοβάθμια εκπαίδευση και του σταθερού χρόνου φοίτησης ανάλογα με τα έτη σπουδών κάθε σχολής, που με κόπο και τόλμη είχαν επιτευχθεί και ισχύσει, ήταν πισωγύρισμα στο λαϊκισμό και την απαξίωση. Η σταδιακή μείωση των φοιτητών ανά τμήμα, με τις πανεπιστημιακές σχολές να συγκεντρώνονται πάλι μόνο στις μεγάλες πόλεις, όπου υπάρχουν οι αναγκαίες υποδομές (βιβλιοθήκες, πανεπιστημιακά νοσοκομεία, γραφεία καθηγητών, ομιλίες, παραστάσεις κ.λπ.) θα είναι σταθερά βήματα προς θετική κατεύθυνση. Το Πανεπιστήμιο δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως φορέας τόνωσης της οικονομίας διαφόρων περιοχών της χώρας, ούτε τα μαθήματα να γίνονται από καθηγητές καμικάζι ή από κάποιους που δε διαθέτουν τα ουσιαστικά προσόντα, αλλά θεωρούν ότι μπορούν να ανταποκρίνονται στο ανώτατο επίπεδο. Στην περιφέρεια θα δημιουργηθούν επαγγελματικές σχολές ανάλογα με τα πλεονεκτήματα του κάθε τόπου, π.χ. στη Θεσσαλία γεωργική, στη Ρόδο τουριστική, σε όρμους ιχθυοκαλλιέργειας κ.λπ. Η μεγάλη διασπορά των πανεπιστημιακών σχολών για την ικανοποίηση διαφόρων αναγκών και σκοπιμοτήτων σίγουρα δεν αναβάθμισε, αν δεν υποβάθμισε, το κύρος και την ποιότητα του Πανεπιστημίου. Οι πρυτάνεις έχουν υποχρέωση να προστατεύουν τα πανεπιστημιακά ιδρύματα και να μη ρίχνουν κάθε φορά τις ευθύνες στην πολιτεία. Επειδή όμως, δυστυχώς και αυτοί χειραγωγούνται από τα πολιτικά κόμματα, τα οποία τους στήριξαν στην εκλογή τους – πολλοί προσβλέπουν και στο πολιτικό τους μέλλον – συντάσσονται ανάλογα με το ατομικό και το πολιτικό τους συμφέρον. Η πολιτεία, η οποία έχει και την τελική ευθύνη της απρόσκοπτης λειτουργίας των πανεπιστημίων, μετά και από την πολύχρονη εμπειρία, πρέπει να πάρει αυστηρά μέτρα, ίσως και κατασταλτικά, για να προστατεύσει την εύρυθμη λειτουργία τους και να τα ελευθερώσει από τις διαθέσεις των περιθωριακών ομάδων που με πρόσχημα το «άσυλο» επιδίδονται σε καταστροφές, βανδαλισμούς και λεηλασίες.

Αυτό που πρέπει να αλλάξει στο άρθρο 16 (παρ. 2) του Συντάγματος είναι η διαγραφή της λέξης «θρησκευτικής», αφού δεν μπορεί να είναι σκοπός της Παιδείας η ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων, κάτι για το οποίο θα αποφασίσουν οι ίδιοι οι νέοι και οι νέες, όταν μετά από ώριμη και ελεύθερη σκέψη κάνουν τις επιλογές τους, χωρίς υποδηλώσεις, αναγορεύσεις και υποδείξεις.

Τελικά, οι λόγοι για την αναθεώρηση του άρθρου 16 είναι βαθύτεροι και υποκρύπτουν μεγάλες αλλαγές και σκοπιμότητες, εκτός από την υποτίμηση και την κατάταξη σε κατώτερη κατηγορία του περιεχομένου της δημόσιας εκπαίδευσης. Είναι η συρρίκνωση, η διάσπαση και ο περιορισμός του φοιτητικού κινήματος, η υποβάθμιση των πανεπιστημιακών κλάδων που συμβάλλουν στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και της αμφισβήτησης δηλ. των ανθρωπιστικών και κοινωνικών σπουδών με την εξάρτηση της παιδείας και της μόρφωσης από ιδιωτικούς φορείς, με αναπροσανατολισμό της έρευνας και της διδασκαλίας ή κατά την άποψη του ομότιμου καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης Άλκη Ρήγου: «Όλα εκκινούν από τη βασική νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική ιδεολογική αντίληψη ότι τα πάντα, ακόμη και τα δημόσια αγαθά, οφείλουν να κύπτουν μπροστά στους αδήριτους αγοραίους νόμους του κέρδους».

Η εναντίωση στη λαίλαπα της ιδιωτικοποίησης των πάντων, στη θεοποίηση του χρήματος, αφού και η μόρφωση είναι προϊόν οικονομικής συναλλαγής και αγοράζεται, στην ισοπέδωση και τη σάρωση των αξιών που απορρέουν από τα βάθη του ανθρωπισμού και του πολιτισμού επιβάλλεται να είναι αποφασιστική. Είναι ανάγκη, όλοι να αντιταχθούμε στην εμπορευματοποίηση της ανώτατης Παιδείας, να διαφυλάξουμε και να προστατεύσουμε το δημόσιο Πανεπιστήμιο που άνοιξε διάπλατα τις πόρτες του, εκπαίδευσε και μόρφωσε χιλιάδες νέους και νέες των λαϊκών συνοικιών και των πιο απομακρυσμένων αγροτικών περιοχών, κάτι το οποίο επιτεύχθηκε με αγώνες και ούτε δεδομένο ήταν, ούτε είναι και δεν είναι σίγουρο ότι θα εξακολουθήσει να είναι. Να υψώσουμε ασπίδα προστασίας απέναντι στα διαβρωτικά, παραπλανητικά και αποπροσανατολιστικά κελεύσματα, στις πολιτικές επιδιώξεις και σκοπιμότητες, ότι όλα δεν μπορεί να ρίχνονται αβίαστα και άκριτα στο μύλο του πολιτικού ανταγωνισμού. Να στηρίξουμε τον συνεχή εκσυγχρονισμό του, την ακόμη παραπέρα συνεργασία και σύμπλευσή του με τα αρτιότερα πιστοποιημένα επιστημονικά κέντρα του εξωτερικού και να πιέσουμε την πολιτεία να αυξήσει τις δαπάνες για την Παιδεία.

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr