Το notospress.gr ανέδειξε με δημοσιεύματα του (http://bit.ly/2D8F6KY) το πρόβλημα που εντοπίζεται με την καταγραφή αυτοκτονιών στον Νομό Λακωνίας. Όπως ήταν αναμενόμενο το θέμα απασχόλησε εκπροσώπους φορέων και ειδικούς. Ο Μητροπολίτης Μονεμβασίας και Σπάρτης κ. Ευστάθιος παρενέβη με κείμενο του ενώ ο Δημήτρης Μπουρίκος παρουσίασε αναλυτικά στοιχεία όπου τελικά φαίνεται ότι αν και οι αυτοκτονίες το 2018 έχουν φθάσει τις 13 η Λακωνία δεν βρίσκεται στην χειρότερη θέση σε σχέση με άλλους Νομούς.

Έχει πράγματι η Λακωνία πρόβλημα αυτοκτονιών;

Γράφει ο Δημήτρης Μπουρίκος*

Συγκεκριμένα το 2018 καταγράφονται δημοσιογραφικά έντεκα περιπτώσεις αυτοκτονιών στην εν λόγω περιοχή, εκ των οποίων κάποιες αφορούν μέλη της ίδιας οικογένειας. Η σώρευση δε πολλών συμβάντων σε ένα χρονικό διάστημα λίγων εβδομάδων, προκάλεσε ακόμα και την παρέμβαση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Μονεμβασίας και Σπάρτης, κ. Ευστάθιου.
Τα δεδομένα της περιόδου 1999-2018 (βλ. Διάγραμμα 1) για τον αριθμό θανάτων από αυτοκτονίες/αυτοεπιβαλλόμενες κακώσεις στην Π.Ε. Λακωνίας δείχνουν: α) Μια μέση ετήσια τιμή πέντε (5) αυτοκτονιών, β) Τάση μείωσης της μέσης τιμής καθ’ όλη την περίοδο και γ) Τα έτη 2005 και 2018 ως έτη με τις ασυνήθιστα υψηλότερες τιμές, σχεδόν διπλάσιες της μέσης τιμής. Η ίδια εικόνα φαίνεται και στη βάση του δείκτη επίπτωσης των αυτοκτονιών στην Π.Ε. Λακωνίας, δηλαδή του αριθμού αυτοκτονιών ανά 100.000 μόνιμους κατοίκους (βλ. Διάγραμμα 2).

Μάλιστα, η αρχικά αρνητική θέση τη δεκαετία του ΄80 (υψηλότερος δείκτης αυτοκτονιών ανά 100.000 κατοίκους) της Λακωνίας έναντι των υπολοίπων περιοχών της Πελοποννήσου (Γαβριήλ, 1986) φαίνεται να υποχωρεί σημαντικά την περίοδο 1999-2015. Η Π.Ε. Λακωνίας είχε το μεγαλύτερο σχετικό δείκτη την περίοδο 1979-1983 (8,8), ενώ την περίοδο 1999-2015 υποχώρησε στη δεύτερη καλύτερη θέση με δείκτη 5,2 (βλ. Διάγραμμα 3).


Τα συγκριτικά στοιχεία μεταξύ της αρχής του ’80 και της περιόδου 1999-2015 δείχνουν μείωση της μέσης ετήσιας επίπτωσης αυτοκτονιών ανά 100.000 κατοίκους της τάξης του 69% στην Π.Ε. Λακωνίας. Μείωση παρουσιάστηκε και στην Π.Ε. Αρκαδίας (30%), ενώ αύξηση του σχετικού δείκτη παρουσιάστηκε στις Π.Ε. Κορινθίας, Μεσσηνίας και Αργολίδας (βλ. Διάγραμμα 4).

Οι συνήθεις μεταβλητές που σχετίζονται με τον δείκτη αυτοκτονιών μας παρέχουν μια μεικτή εικόνα για την Π.Ε. Λακωνίας τα τελευταία έτη της οικονομικής κρίσης. Η Π.Ε. Λακωνίας συνεχίζει να είναι μια από τις γηραιότερες περιοχές της Πελοποννήσου (πχ., μερίδιο ηλικιακής ομάδας 65+ ή/και 75+ στο σύνολο των μόνιμων κατοίκων), στοιχείο «επιβαρυντικό» για την τάση αυτοκτονικότητας αφού η συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα έχει το μεγαλύτερο σχετικό δείκτη. Επίσης, συγκριτικά αυξημένο είναι το μερίδιο των άγαμων και χήρων μεταξύ των ηλικιωμένων ανδρών, επίσης δημογραφικό στοιχείο εις βάρος της περιοχής όσον αφορά την «ευαλωτότητα» στην αυτοκτονία.
Παρότι το δημογραφικό προφίλ της περιοχής φαίνεται να ευνοεί υψηλότερους δείκτες αυτοκτονικότητας, οι οικονομικοί δείκτες, τουλάχιστον συγκριτικά με τις λοιπές Π.Ε. της Πελοποννήσου, φαίνεται να μην συνηγορούν υπέρ αυτής της κατάστασης. Ειδικότερα, την περίοδο της οικονομικής κρίσης, έχει αναδειχθεί ιδιαίτερα η συμβολή της ανεργίας και της μείωσης του βιοτικού επιπέδου ως παράγοντα αύξησης του αριθμού των αυτοκτονιών. Στην περίπτωση της Π.Ε. Λακωνίας, τόσο η αύξηση της ανεργίας όσο και η μείωση του κατά κεφαλή ΑΕΠ ήταν ηπιότερη έναντι των λοιπών Π.Ε. της Πελοποννήσου, ενώ μετά το 2015 η ανάκαμψη είναι ταχύτερη στην περιοχή (βλ. Διάγραμμα 5 για τη μείωση των εγγεγραμμένων ανέργων στον ΟΑΕΔ).

Ένας ακόμα δείκτης υπέρ της συνηγορίας της συγκριτικά καλύτερης θέσης της Λακωνίας τα χρόνια της κρίσης είναι αυτός της ακραίας φτώχειας. Τα διαθέσιμα στοιχεία για τους ωφελούμενους του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης (βλ. Διάγραμμα 6) δείχνουν ότι η Π.Ε. Λακωνίας παρουσιάζει το χαμηλότερο δείκτη ακραίας φτώχειας με 4.605 ωφελούμενους ανά 100.000 μόνιμους κατοίκους έναντι 6.001 στην Π.Ε. Αργολίδας που έχει τον δεύτερο καλύτερο σχετικό δείκτη.

Στη βιβλιογραφία, διεθνή και εγχώρια, έχει αναδειχθεί ο σημαντικός ενδιάμεσος ρόλος των υγειονομικών συστημάτων στο μετριασμό των παραγόντων εκείνων που συμβάλουν στην αύξηση της αυτοκτονικότητας. Με άλλα λόγια, σε περιοχές με όμοια δημογραφικά και οικονομικά χαρακτηριστικά, φαίνεται ότι η επαρκής και ποιοτική παροχή υπηρεσιών ψυχικής υγείας είναι μεταβλητή που επηρεάζει σημαντικά την αύξηση ή μείωση του δείκτη αυτοκτονικότητας. Έρευνα για την Ελλάδα (Γιωτάκος, Τσουβέλας, Κονταξάκης, 2012) δείχνει ότι σε επίπεδο νομού και σε επίπεδο διοικητικής και γεωγραφικής περιφέρειας, οι δείκτες αυτοκτονίας σχετίζονται αντίστροφα με τον αριθμό των δημόσιων ή ιδιωτών ειδικών ψυχικής υγείας, τον αριθμό των δημόσιων δομών ψυχικής υγείας, καθώς και των ειδικών γενικής πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
Και πραγματικά σε αυτό το πεδίο, η θέση της Π.Ε. Λακωνίας είναι ιδιαίτερα μειονεκτική συγκριτικά με τις λοιπές Π.Ε. της Πελοποννήσου. Συγκεκριμένα, η Π.Ε. Λακωνίας διαθέτει το χαμηλότερο αριθμό υπηρετούντων ψυχιάτρων ανά 100.000 κατοίκους στην Περιφέρεια Πελοποννήσου με σχετικό δείκτη 1.1 έναντι 4,6 στην Π.Ε. Αρκαδίας και 4,1 στην Π.Ε. Αργολίδας (βλ. Διάγραμμα 7).

Εάν δούμε την κατάσταση στο σύνολο των ειδικών ψυχικής υγείας (ψυχίατροι, παιδοψυχίατροι, ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί), η Π.Ε. Λακωνίας συνεχίζει να καταγράφει το χαμηλότερο σχετικό δείκτη με τομή 2,2 μαζί με την Π.Ε. Κορινθίας (βλ. Διάγραμμα 8), έναντι 11,3 και 10,4 στις Π.Ε. Αργολίδας και Αρκαδίας, αντίστοιχα.

Η ανωτέρω κατάσταση είναι δηλωτική σημαντικών υγειονομικών ανισοτήτων στην Περιφέρεια Πελοποννήσου με την Π.Ε. Λακωνίας να διαθέτει πρόσβαση σε προσωπικό ψυχικής υγείας σε βαθμό ανάλογο με αυτόν κάποιων χερσαίων παραμεθόριων περιοχών της χώρας και κάποιων απομακρυσμένων νησιών μας. Η γεωμορφολογία και ο συγκοινωνιακός χάρτης της Λακωνίας επιτείνουν ακόμα περισσότερο αυτή την ελλιπή προσβασιμότητα σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας και αναδεικνύουν πόσο σημαντική είναι η διασπορά και η κάλυψη όλων των περιοχών ενός νομού από υγειονομικές υπηρεσίες και η προσαρμογή αυτών στις τοπικές ιδιαιτερότητες και το ιδιαίτερο κοινωνικο-πολιτισμικό περιβάλλον.

Δημήτρης Μπουρίκος είναι Πολιτικός- Κοινωνικός Επιστήμονας, Απόφοιτος της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκηση. Έχει εργαστεί στο πεδίο των πολιτικών και κοινωνικών ερευνών, ειδικότερα για θέματα πολιτικών ελίτ, κοινωνικής πρόνοιας, περιφερειακής κοινωνικής ανάπτυξης και περιφερειακής διοίκησης. Ερευνητικές εργασίες του έχουν δημοσιευτεί σε συλλογικούς τόμους και στην Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης, την Συγκριτική & Διεθνή Εκπαιδευτική Επιθεώρηση, την Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, το Βήμα Διεθνών Σχέσεων και την Κοινωνική Εργασία.