Γράφει ο Δημήτρης Κονιδάρης

Την Τετάρτη 1 Αυγούστου παρουσιάστηκε στο Σαϊνοπούλειο Θέατρο η τραγωδία του Αισχύλου «Αγαμέμνων». Ο Τσέζαρις Γκραουζίνις, μετά την πολύ επιτυχημένη παρουσίαση επί δύο συναπτά έτη μιας άλλης τραγωδίας του Αισχύλου, του «Επτά επί Θήβας», σκηνοθέτησε το εν λόγω έργο που είναι το πρώτο μέρος της Ορέστειας, της μοναδικής σωζόμενης τριλογίας της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας. Θέμα της τραγωδίας είναι η πολυαναμενόμενη επιστροφή του Αγαμέμνονα από την Τροία, όπου ηγήθηκε του Ελληνικού στρατού και στόλου, η υποδοχή του από τη σύζυγό του Κλυταιμνήστρα και το τραγικό τέλος από αυτήν το οποίο δεν προσιδίαζε στο μεγάλο θριαμβευτή του Τρωικού Πολέμου.

Από τους ηθοποιούς ο Θοδωρής Κατσαφάδος ως φρουρός ήταν πολύ καλός στο σύντομο ρόλο του αφού κατάφερε να μας εισαγάγει στο πνεύμα του έργου όντας πολύ πειστικός με τη στιβαρή απαγγελία του και την εν γένει ερμηνεία του. Γενικά ο κ. Κατσαφάδος θα λέγαμε ότι μόνο επιτυχημένες ερμηνείες έχει χαρίσει στη μακρόχρονη διαδρομή του στο χώρο του θεάτρου.

Ο χορός των γερόντων, που διαδραμάτισε κομβικό ρόλο, όπως και σε κάθε Αισχύλεια τραγωδία, ήταν καταπληκτικός. Τα μέλη του ήταν εξαιρετικά είτε ως ομάδα που συγχρονίστηκε τέλεια είτε ως άτομα. Κατάφεραν με τη σωστή άρθρωση και την επιτυχημένη παρουσίαση να αποδώσουν πλήρως το πνεύμα του δράματος. Αξιοσημείωτα τα «δεκανίκια» που χρησιμοποίησαν όπως αναφέρει κι ο μέγας τραγικός («….μίμνομεν ισχύν ισόπαιδα νέμοντες επί σκήπτροις» καθώς και «...ήδη κατακαρφομένης τρίποδας μεν οδούς στείχει…»).

Η Μαρία Πρωτόπαππα ως Κλυταιμνήστρα ήταν εξαίρετη αποδίδοντας άριστα το χαρακτήρα και τις ενέργειες της βασίλισσας των Μυκηνών που επιθυμούσε διακαώς να εκδικηθεί τον άνδρα της για τη θυσία της Ιφιγένειας στην Αυλίδα. Νομίζω ότι χρειάζεται ειδική μνεία στο σαρκασμό της και στην ειρωνεία της προς το χορό και το σύζυγό της.

Ο Αργύρης Πανταζάρας ως κήρυκας έδεσε τέλεια με το χορό και το συνολικό σκηνικό, δείγμα της επιτυχούς ερμηνείας του.
Η Ιώβη Φραγκάτου ως Κασσάνδρα, ένα από τα τραγικότερα πρόσωπα της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, ανταποκρίθηκε με περισσή άνεση στις απαιτήσεις του έργου μεταφέροντας στους θεατές την τρομακτική προσμονή του επερχόμενου διπλού φονικού δηλαδή του δικού της και του Αγαμέμνονα.

Όσον αφορά τον Γιάννη Στάνκογλου ήταν ιδανικός στο διπλό ρόλο του ως Αγαμέμνων και ως Αίγισθος. Άλλωστε ο γνωστός ηθοποιός έχει αποδείξει πολλάκις τις σπουδαίες ερμηνευτικές δυνατότητές του, με πιο πρόσφατη το ρόλο του Ετεοκλή στο Επτά επί Θήβας, εξαλείφοντας εύκολα την παραμικρή αμφιβολία για την ικανότητά του στην ορθή απόδοση του απαιτητικού ρόλου του άρτι αφιχθέντος βασιλιά και του θρασύδειλου Αίγισθου, ο οποίος δεν μπορούσε μόνος του να φέρει εις πέρας τη μιαρή αποστολή του και ταυτόχρονα λειτούργησε εκφοβιστικά προς το χορό των γερόντων.

Η σκηνή που ξεχώρισε ήταν αναμφίβολα αυτή του βαδίσματος του Αγαμέμνονα επάνω στο κόκκινο χαλί, που στην παράσταση δημιουργήθηκε από τον επιτυχημένο φωτισμό, και μόνο ως υποβλητική και καθηλωτική μπορεί να χαρακτηριστεί. Αρχικά ο Αγαμέμνων φοβόταν να προχωρήσει πάνω σε αυτό, αφού αυτή είναι μία τιμή που αποδίδεται μόνο σε θεούς, με τον τρόμο να πλανάται γύρω του και πάνω του. Κοιτούσε τον ουρανό περιμένοντας ίσως ένα φοβερό χτύπημα των θεών αλλά κάτι τέτοιο δεν έγινε και προς το τέλος της σύντομης διαδρομής αναθάρρησε σε μεγάλο βαθμό και, τελικά, εξέφερε ένα ανατριχιαστικό γέλιο που ταιριάζει με τον υπερφίαλο χαρακτήρα του. Στο σημείο αυτό η επιβλητική μουσική του Χάρη Πεγιάζη προσέδωσε το απαραίτητο δέος, κάτι απολύτως σύμφωνο με το Αισχύλειο πνεύμα, όπως και στα υπόλοιπα μέρη του έργου. Φυσικά είναι άξιο αναφοράς το λιτό αλλά και ταυτόχρονα πλήρες σκηνικό του Κέννυ ΜακΛέλλαν στο οποίο είχε καθοριστικό ρόλο ο θαυμάσιος φωτισμός του Αλέκου Γιάνναρου.

Συμπερασματικά οι συντελεστές μάς χάρισαν μια εκπληκτική παράσταση σε μια υπέροχη βραδιά, που μετέφερε στους θεατές τη μαγεία του Αρχαίου Δράματος. Προσωπική εκτίμηση είναι ότι ο Αγαμέμνων του Γκραουζίνις είναι από τις μετρημένες στα δάκτυλα κορυφαίες παραστάσεις Αρχαίου Θεάτρου στο φετινό καλοκαίρι και αποτελεί τεράστια επιτυχία του Σαϊνοπουλείου Ιδρύματος η έλευσή της στην πόλη μας. Δυστυχώς βέβαια το θέατρο δεν ήταν κατάμεστο αλλά αυτό δεν μειώνει σε τίποτα την εξαίσια δουλειά των συντελεστών.