Γράφει ο Παναγιώτης Τζουνάκος

Συγκλονίζουν οι εικόνες από την Αττική. Οι μαρτυρίες ωχριούν μπροστά στις εκφράσεις, το φόβο και τον τρόμο που χαρακώνουν τα πρόσωπα, όπου ανάγλυφα αποτυπώνονται στις όψεις των ανθρώπων που ήρθαν φάτσα με το θάνατο και γλύτωσαν την τελευταία στιγμή από τη μανία της πύρινης λαίλαπας. Έτυχε να βρεθούν στον ανοικτό δρόμο της διαφυγής και της σωτηρίας ή στο κρυφό μονοπάτι με τα σκαλιά που οδηγούσε στη θάλασσα.

Η ασύδοτη ανάπτυξη που ξεκίνησε γύρω από το λεκανοπέδιο από τη δεκαετία του ’60 και συνεχίστηκε για πολλά χρόνια, κάλυψε όλες τις τότε τάσεις και ανάγκες, κυρίως των μεσαίων οικονομικά στρωμάτων της Αθήνας, αρχικά για παραθεριστική κατοικία και εξόδους τα σαββατοκύριακα και αργότερα και για μόνιμη εγκατάσταση. Το κυνήγι του κέρδους ήταν ελκυστικό, γιατί ο πλούτος από την ανερχόμενη χρηματική αξία της γης ήταν τεράστιος, με τους εμπόρους και τους μεσίτες των οικοπέδων και των νεόκτιστων οικοδομών να διαφημίζουν και να ωθούν τους ενδιαφερόμενους αγοραστές προς τις παραλίες της Αττικής. Απλές κατοικίες, αλλά και οικοδομικά συγκροτήματα ξεφύτρωναν κάθε μέρα μέσα στα πεύκα και κάλυπταν κάθε σημείο, κάθε γωνιά, κάθε άκρη, κάθε βράχο, κάθε τετραγωνικό μέτρο. Τα ρέματα μπαζώθηκαν και οικοπεδοποιήθηκαν, ανοιχτοί χώροι δεν υπήρχαν, οι δρόμοι έγιναν μονοπάτια, ακόμη και η πρόσβαση στη θάλασσα σε πολλά σημεία ήταν αδύνατη, αφού οι περιφράξεις είχαν φτάσει μέχρι τον αιγιαλό. Έτσι, ο βιασμός και ο ευνουχισμός της φυσικότητας δεν άργησε να εκραγεί. Η εκδίκηση της φύσης με μια δυνατή καιρική μεταβολή δεν θα μπορούσε να έχει διαφορετικά αποτελέσματα, ίσως και πιο τραγικά ακόμη.

Τα εγκλήματα αυτά είναι η απόληξη συγκεκριμένων επιλογών και πρακτικών. Χρεώνονται διαχρονικά στους άρχοντες της αυτοδιοίκησης, στους πολιτικούς και τους προϊσταμένους των κρατικών υπηρεσιών, οι οποίοι άλλαζαν τα σχέδια πόλης κατά το δοκούν δημιουργώντας πόλεις απροσπέλαστες και επιχειρήσεις τη μια πάνω στην άλλη για γρήγορο και εύκολο κέρδος και με το αζημίωτο (υποσχέσεις, λαδώματα, μίζες κ.λπ.) επέτρεπαν την πυκνή δόμηση σε πευκόφυτες περιοχές και έκαναν τα στραβά μάτια στους ημέτερους ή έδιναν ρεύμα σε αυθαίρετα κ.λπ. Το πολιτικό σύστημα που για πολλά χρόνια εξέθρεψε και στήριζε τις πρακτικές αυτές έχει ονοματεπώνυμο, είναι απόλυτα υπεύθυνο για τις συμφορές και βρίσκεται στο σκαμνί του κατηγορουμένου, χωρίς απολογία και ελαφρυντικά, βαριά φορτωμένο με τις ασυγχώρητες αμαρτίες του παρελθόντος.

Για μια ακόμη φορά η χώρα γίνεται αρνητικό πρωτοσέλιδο διεθνώς. Ήταν ανάγκη να ξυπνήσουν οι μνήμες από τις πυρκαγιές στην Ηλεία, τη Λακωνία και την Εύβοια τον Αύγουστο του 2007 με δεκάδες νεκρούς; Έτσι και τότε πολλά αυτοκίνητα ακινητοποιήθηκαν, μεταξύ των οποίων και εκείνο της μαρτυρικής μάνας που βρέθηκε νεκρή αγκαλιασμένη με τα τέσσερα παιδιά της. Η συμπαράσταση, η αλληλεγγύη και η βοήθεια που καταφθάνουν από όλο τον κόσμο αποδεικνύουν το μέγεθος της καταστροφής, αλλά και την αδυναμία της πολιτείας να διαχειριστεί εξαιρετικά δύσκολες και λίαν επικίνδυνες καταστάσεις. Ήρθε η ώρα να πάρει σοβαρές και σκληρές αποφάσεις, να συγκρουστεί με συμφέροντα και να δημιουργήσει οικιστικές περιοχές εύκολα προσπελάσιμες και ασφαλείς. Ο πολιτισμός της που αμαυρώθηκε, λερώθηκε, καταπατήθηκε και λεηλατήθηκε πρέπει να επιστρέψει στο επίπεδό του. Να ανατάξει, να προσανατολίσει και να επικεντρώσει τις δυνάμεις της στις εστίες της εκμετάλλευσης, γιατί αν αφεθεί έρμαια στις διαθέσεις των αρπαχτικών θα συνεχίσει τον κατήφορο, την ασταμάτητη πορεία προς τον περιορισμό και τη μείωση.
Πρόκειται άραγε για βιασμό της φύσης ή του εγκεφάλου ή και των δύο; Μπορεί λογικοί άνθρωποι να έχουν συνηγορήσει σε τέτοια οικιστικά εκτρώματα; Όταν οι καταπατητές και οι προστάτες τους τυφλωμένοι από την τεχνητή υπεραξία οικονομική ή πολιτική ύψωναν μαντρότοιχους και συρματοπλέγματα θανάτου κανείς δεν αντιλαμβανόταν τις ενδεχόμενες συνέπειες από μια τέτοια δόμηση; Τώρα η κατάθεση είναι πολύ βαριά. Η αβάστακτη λύπη και το βαρύ πένθος δεν αρκούν για να απαλύνουν τη θλίψη, τον πόνο, το χαμό.

Αν οι περιοχές παραμείνουν πυκνά και άναρχα δομημένες, όπως είναι σήμερα, με αυθαίρετα ή χωρίς μέσα σε εύφλεκτα δέντρα, χωρίς πλατιούς δρόμους και επαρκείς χώρους ελεύθερης και άνετης πρόσβασης και διαφυγής, η επόμενη συμφορά δυστυχώς δεν θα αργήσει πολύ. Γιατί οι πλημμύρες και οι φωτιές δρουν ανεξέλεγκτα και δεν αντιμετωπίζονται ούτε τιθασεύονται με ευχολόγια και ούτε δικαιολογούνται με την ένταξή τους στα ακραία καιρικά φαινόμενα.

Η ζωή θα συνεχιστεί με επιφυλακτικότητα και αβεβαιότητα. Η ησυχία και η ηρεμία θα αργήσουν, αν οι κινήσεις και τα έργα δεν πείσουν με την αποτελεσματικότητά τους. Το φορτίο της απογοήτευσης και της απόγνωσης βαραίνει τις συνειδήσεις όλων. Η απέραντη ανθρώπινη συμπαράσταση και αλληλεγγύη δεν αρκούν για να γεφυρώσουν τα κενά, να απαλύνουν τον πόνο και να επουλώσουν τα ψυχικά τραύματα. Η οποιαδήποτε καιρική μεταβολή θα τρομάζει τους παθόντες και θα φοβίζει τους υπόλοιπους.

Τώρα, που οι πυρκαγιές καίνε μακριά, αλλά με τους καπνούς να διακρίνονται ολοένα και καλύτερα, που οι πλημμύρες οργανώνονται στους γύρω λόφους με την ένταση των υπόκωφων θορύβων να αυξάνει συνεχώς, που η απόσταση προς το παρόν είναι ασφαλής και οι ανάσες είναι ακόμη κανονικές και καθαρές, ας αναλογιστούμε όλοι τις ευθύνες μας.

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr