Γράφει η Γεωργία Κακούρου-Χρόνη*

«Βουρ βουρ βουρ… Λύσσαξε όλη νύχτα, στιγμή δεν μ’ αφήκε να ησυχάσω. Βοριάς, ντελή βοριάς. Παιχνιδιάρης κι όλο δρόσος το καλοκαίρι, μα σαν έμπει ο χειμώνας, πού σε πονεί και πού σε σφάζει. Όμως το ξέρει, ελόγου μου αυτόνε προτιμώ πιότερο απ’ όλους, ακόμα κι από τον λεβάντε μου, καλύτερος». (Κώστας Ακρίβος, Τελευταία νέα από την Ιθάκη, Μεταίχμιο, 2016)

Ντελή βοριάς, Δεληβορριάς Άγγελος• και τα ονόματα δηλωτικά της προσωπικότητάς του, των δωρεών που έλαβε απλόχερα από τις μοίρες και που φρόντισε ο ίδιος να καλλιεργήσει με λαμπρούς δασκάλους και σκληρή δουλειά. Το επιστημονικό του έργο πολυσχιδές και κάθε πτυχή του απαιτεί ξέχωρη μελέτη• από τον ναό του Ποσειδώνος στο Σούνιο, τη ζωφόρο του Παρθενώνα, τα λακωνικά ανθέμια, τους τύπους απεικόνισης της Αφροδίτης, την τέχνη του Σκόπα, και βέβαια το Ιερό του Αμυκλαίου Απόλλωνος, έως τους καταλόγους που συστήνουν το Μουσείο Μπενάκη, αλλά και τη νεοελληνική τέχνη, το διδακτικό του έργο και την προβολή της Ελλάδας στο εξωτερικό• αυτές είναι μερικές από τις πολλές εκφάνσεις του έργου του, που δεν αποτιμώνται εύκολα.

Γι’ αυτό και περιορίζομαι, και με μεγάλη συντομία, στην προσφορά του Άγγελου Δεληβορριά σ’ αυτό που αποκαλούμε «Μουσείο Μπενάκη» (διευθυντής του από το 1973 έως το 2014) που δεν είναι ένα, αλλά πολλά, και που τελικά καθόρισε, και καθορίζει, τα μουσειολογικά μας δρώμενα. Δικαίως η Ακαδημία τον εξέλεξε, μία από τις πολλές τιμητικές διακρίσεις του έργου του, ως τακτικό της μέλος στην έδρα «Αρχαιολογία-Μουσειολογία» (9 Ιουνίου 2016) επιδιώκοντας να καλύψει το εξαιρετικά πολυδιάστατο έργο του.

Πρέπει, ωστόσο, να τονίσουμε ότι η πολυμέρεια αυτού του έργου δεν συνιστά διάσπαση, γιατί διακρίνεται για μια εσωτερική αρχή που συνέχει όλες τις πτυχές του. Ο Άγγελος Δεληβορριάς ξεκίνησε ως αρχαιολόγος –και δεν εγκατέλειψε βέβαια την αρχαιολογία ποτέ– αλλά κατόρθωσε να μελετήσει και να κατακτήσει και τις νεότερες περιόδους της ελληνικής τέχνης, της λογοτεχνίας και της ιστορίας. Η περιδιάβαση στο Μουσείο Μπενάκη (κεντρικό κτίριο) και στην Πινακοθήκη Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα αυτό αποδεικνύει. Ο Άγγελος Δεληβορριάς είναι σε θέση να αξιολογεί και να αξιοποιεί τις μεταβολές, γιατί γνωρίζει πολύ καλά την ελληνική πορεία, ως να ακολουθεί τον τρόπο με τον οποίο αποτυπώνονται οι αλλαγές στην εξέλιξη της γλώσσας μας.

Μουσείο Μπενάκη: Αυτό που παρέλαβε ο Άγγελος Δεληβορριάς ήταν η ιδιωτική συλλογή του Αντώνη Μπενάκη και κατάφερε με έναν ευφάνταστο, ευσύνοπτο και εύληπτο τρόπο να μας αφηγηθεί μέσα από την τέχνη μια ιστορία• την ιστορία του ελληνισμού• τη συνέχεια, τη συνοχή και την αντοχή του, με την εκφραστική του δύναμη να εκδηλώνεται σε όλες τις μορφές της τέχνης από τα κυκλαδικά ειδώλια έως την ελληνική φορεσιά• από την «υψηλή» έως τη «χαμηλή» τέχνη, αυτή που συνδέεται με τις καθημερινές συνήθειες και πρακτικές του λαού μας. Αλλά τόλμησε –πρώτος στα μουσειολογικά πράγματα της χώρας– να προτείνει κι έναν διαφορετικό διάλογο παρόντος-παρελθόντος, υλοποιώντας τη θέση του πως οι αξίες του Μουσείου έχουν να κάνουν με το παρόν κι ακόμη πιο πολύ με το μέλλον.

Κτίριο της οδού Πειραιώς: Οι αναδρομικές του εκθέσεις μας έμαθαν τους Έλληνες δημιουργούς και αυτούς της διασποράς• λειτούργησαν ως ανοιχτά μαθήματα ιστορίας της τέχνης για κάθε αποδέκτη και μας έφεραν σε άμεση επαφή με τους ίδιους τους καλλιτέχνες. Φιλοδόξησε να αλλάξει τον χαρακτήρα της οδού Πειραιώς από βιομηχανικό άξονα της πόλης σε πολιτισμική αρτηρία. Αλλά κυρίως μας έδειξε ότι η Μουσειολογία δεν είναι, όπως διδάσκεται, μια «τεχνική», αλλά γνώση και αγάπη και μοίρασμα με την κοινωνία, με στόχο την ψυχική και την πνευματική καλλιέργεια όλων των ανθρώπων.

Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης: Ένα Μουσείο που ακουμπά στα θεμέλια –και τα αναδεικνύει– του αρχαίου τείχους των Αθηνών• ανοίγει διάλογο με τον ισλαμικό κόσμο και συντελεί στην ανάδειξη της σημασίας του και στην κατανόησή του.

Πινακοθήκη Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα: Με τον καλύτερο τρόπο αξιοποιήθηκε η δωρεά του μεγάλου κοσμοπολίτη ζωγράφου. Με σεβασμό διατηρήθηκε ως είχε η κατοικία του στον πέμπτο όροφο και το εργαστήρι του στο δώμα. Στους πρώτους ορόφους ξετυλίγεται η πνευματική και καλλιτεχνική ζωή της χώρας από τη Μικρασιατική Καταστροφή έως τη Δικτατορία του 1967. Ο Άγγελος Δεληβορριάς κατάφερε να συνακούγονται ισόρροπα όλες οι φωνές που, πολλές φορές και εν τη αντιθέσει τους, συνέθεσαν το πρόσωπο της Ελλάδας κατά τον Μεσοπόλεμο. Είναι το Μουσείο που απαιτεί την αφοσιωμένη μελέτη μας προκειμένου να κατανοήσουμε και να αξιοποιήσουμε τη μεγάλη εθνική προσφορά του.

Οικία Δέλτα: Στο σπίτι όπου έζησε, έγραψε και αυτοκτόνησε η Πηνελόπη Δέλτα την ημέρα που τα ναζιστικά στρατεύματα έμπαιναν στην Αθήνα (2 Μαΐου 1941), στεγάζεται το Τμήμα των Ιστορικών Αρχείων του Μουσείου Μπενάκη• διασώζεται έτσι στον μικρό του χώρο συμπυκνωμένος πολύτιμος χρόνος της νεότερης ιστορίας μας.

Εργαστήριο Γιάννη Παππά: Έργα ζωγραφικής και γλυπτικής που μαρτυρούν την καλλιτεχνική πορεία του Γιάννη Παππά από το 1930 έως το τέλος της ζωής του (2005) εκτίθενται στον χώρο όπου δημιουργήθηκαν, στην ωραία μονοκατοικία του στην περιοχή Ζωγράφου• όλα κληροδοτημένα από τον ίδιο στο Μουσείο Μπενάκη.

Μουσείο Παιχνιδιών: Ένας πύργος ίδιος με παραμύθι, που από στιγμή σε στιγμή προσμένεις να προβάλουν ιππότες και πριγκίπισσες από τα γοτθικόσχημα ανοίγματά του• ο πύργος στο Παλαιό Φάληρο, που κληροδότησε στο Μουσείο Μπενάκη η Βέρα Κουλούρα, υποδέχεται μικρά και μεγάλα παιδιά, μαζί με τους επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων που μελετούν από πολλές πτυχές το παιδικό παιχνίδι. Πυρήνας του η συλλογή, με είκοσι χιλιάδες παιχνίδια, από την αρχαιότητα έως τη δεκαετία του 1970, που δώρισε στο Μουσείο η Μαρία Αργυριάδη.

Το σπίτι του Patrick και της Joan Leigh Fermor: Το σπίτι των Fermor αποτελείται από τρία πετρόκτιστα κτίρια, στο Καλαμίτσι κοντά στην Καρδαμύλη, περιτριγυρισμένα με κυπαρίσσια, ελιές, σκίνα, δάφνες, τα γηγενή άνομβρα φυτά της μανιάτικης γης. «Εγώ για να ζήσω», είχε πει ο ίδιος o Fermor, «χρειάζομαι καυτές πέτρες κι αγκάθια, λιόδεντρα και φραγκόσυκα». Η κατοικία, σύμφωνα με την επιθυμία του δωρητή, θα χρησιμοποιείται για τη φιλοξενία λογοτεχνών και ερευνητών.

Μέντης, Κέντρο διατήρησης παραδοσιακών τεχνικών κλωστοϋφαντουργίας: Από τις πιο παλιές βιοτεχνίες της Ελλάδας, ιδρύθηκε στο Ναύπλιο το 1861 και μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου και η μεγάλη της αγορά, από τη βασιλική φρουρά, έως τη Δόρα Στράτου, και επιπλοποιούς, υποδηματοποιούς, κοσμηματοπώλες. Το Μουσείο έχει επινοήσει ευφάνταστους τρόπους προβολής του «Μέντη» και κυρίως τρόπους για να διατηρηθούν οι παραδοσιακές τεχνικές που σχετίζονται με την επεξεργασία των νημάτων, την υφαντική και την κεντητική.

Ό,τι αποκαλούμε σήμερα «Μουσείο Μπενάκη» αποτελεί το μεγαλόπνοο όραμα ενός ανθρώπου, του Άγγελου Δεληβορριά• και δεν γνωρίζω άλλο συγγενές παράδειγμα στην Ελλάδα ή το εξωτερικό. Στην υλοποίησή του φυσικά και βοήθησαν πολλοί, αλλά μόνον επειδή απέναντί τους είχαν έναν Άνθρωπο που τον εμπιστεύονταν και τους ενέπνεε.

Το πολυσχιδές αυτό Ίδρυμα πληροί με τον καλύτερο τρόπο τις προδιαγραφές λειτουργίας ενός Μουσείου, έτσι όπως τίθενται από το Διεθνές Συμβούλιο των Μουσείων (ICOM) και από τις διάφορες πανεπιστημιακές έδρες της Μουσειολογίας: ικανό προσωπικό, κτιριακή υποδομή, προγραμματισμός, εκθέσεις, συνέδρια, ομιλίες, εκδόσεις, βιβλιοθήκη, συνεργασίες, εκπαιδευτικά προγράμματα, εργαστήρια, εστιατόρια, πωλητήρια, πρόσβαση σε όλους. Και κάτι παραπάνω, δομές καλοχτισμένες που εξασφαλίζουν στο Μουσείο τη συνέχεια και την εξέλιξή του.

Αλλά για τους εμπνευσμένους ανθρώπους, οι κανόνες τίθενται για να τους υπερβαίνουν. Ο Άγγελος Δεληβορριάς ακολούθησε μια εκθεσιακή πολιτική που ανέδειξε και την παραμελημένη αρχιτεκτονική και τη φωτογραφία• και εκφάνσεις της «χαμηλής» λεγόμενης τέχνης από τα μπλουζάκια λακόστ (Lacoste Project, 2006) έως τα φορέματα της Πέπης Σβορώνου («50 χρόνια. Μαζί στην τέχνη», 2010-2011)• άνοιξε τις θύρες του Μουσείου και στους συγγραφείς, ας θυμηθούμε τα τελευταία αφιερώματα στον Νίκο Δήμου («Νίκος Δήμου, ο μοναχικός πολυπράγμων», 2015) και στον Νίκο Καζαντζάκη (με τον γενικό τίτλο «Νίκος Καζαντζάκης ο κοσμοπαρωρίτης», μοιρασμένη σε τρία κτίρια: Ο «Ανήφορός» του, στην Πειραιώς• η «Ανατολή» του, στο Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης• η «Οδύσσειά» του, στην Πινακοθήκη Γκίκα, 2017-2018).

Αλλά κυρίως μας έδειξε ότι η Μουσειολογία δεν είναι, όπως διδάσκεται, μια «τεχνική», αλλά γνώση και αγάπη και μοίρασμα με την κοινωνία, με στόχο την ψυχική και την πνευματική καλλιέργεια όλων των ανθρώπων.

Λυπόμαστε που ο Άγγελος Δεληβορριάς δεν είναι σήμερα μαζί μας, ωστόσο χαιρόμαστε που υπήρξε –και υπάρχει– και που υπήρξαμε κι εμείς κοντά του, κι έτσι είχαμε την ευκαιρία να αποκτήσουμε ένα μέτρο για να ορίζουμε πληρέστερα έννοιες όπως «φίλος», «επιστήμων», «Άνθρωπος», «οραματιστής» και «διανοούμενος».

*το κείμενο διαβάστηκε στις 23 Ιουνίου, στην εκδήλωση που οργάνωσε ο Δήμος Σπάρτης προς τιμή του Άγγελου Δεληβορριά στο Ιερό του Αμυκλαίου Απόλλωνος, στον χώρο της ανασκαφής που είχε αναλάβει ο ίδιος.

πηγή: diastixo.gr
Στη φωτογραφία: Ο Άγγελος Δεληβορριάς στον χώρο ανασκαφής του Αμυκλαίου (φωτό: Σταύρος Βλίζος)