Γράφει ο Παναγιώτης Τζουνάκος

Είναι μαζικές συγκεντρώσεις πολιτών, οι οποίοι εκφράζουν δημόσια τις απόψεις τους, προβάλλουν τα αιτήματά τους ή διαμαρτύρονται για κάποιο γεγονός. Είναι ενδεχόμενο να ακολουθήσουν και πορείες(διαδηλώσεις) με συγκεκριμένη κατεύθυνση και στόχο. Έρχονται από παλιά, εμφανίζονται και οργανώνονται κυρίως μέσα στις δημοκρατικές κοινωνίες και καθιερώθηκαν ως αντιδράσεις και διεκδικήσεις των πολιτών, όταν τα δικαιώματά τους βάλλονται, συρρικνώνονται ή καταργούνται.

Τα συνεχόμενα συλλαλητήρια με αφορμή το όνομα της ΠΓΔΜ προσπαθούν να δείξουν ότι υπάρχει αντίδραση και μη αποδοχή των όρων της συγκεκριμένης συμφωνίας. Οι επαγγελματίες του πατριωτισμού εκμεταλλευόμενοι την ευαισθησία των πολιτών μιλάνε για παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας και όχι μόνο και με πύρινους λόγους άκρατου εθνικισμού επιχειρούν να σφετεριστούν και να οικειοποιηθούν την ιστορία και την υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων. Οι διαχωριστικές αυτές τάσεις και επιλογές είναι βαθιά διχαστικές και αποσυσπειρώνουν την κοινωνία τη στιγμή που όλες οι πολιτικές δυνάμεις είναι ανάγκη να θέσουν την πατρίδα πάνω από το στενό τους κομματικό συμφέρον.

Η ενθάρρυνση, η υποστήριξη και η διατήρηση στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας του συγκεκριμένου γεγονότος, παρά τις επίμονες και συντονισμένες ενέργειες των διοργανωτών τους φαίνεται ότι δεν έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, τα οποία είναι δυσανάλογα με τις προσπάθειες και τις προσδοκίες τους. Οι κινήσεις αυτές καταδεικνύουν την απροκάλυπτη πολεμική από τη συσπείρωση κάποιων ομάδων, ακόμη και ετερόκλητων, οι οποίες προσπαθούν εναγωνίως να εκμεταλλευτούν τη δήθεν ευκαιρία για να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη ή να πλασαριστούν στον πολιτικό και κοινωνικό χώρο. Το κατάντημα αυτό, καθόλου πρωτότυπο, ούτε πρώτη φορά εμφανιζόμενο, αναβιώνει το παλιό φαινόμενο της εμπορίας του πατριωτισμού και επιχειρεί με συνθήματα να το μονοπωλήσει προτάσσοντας τα λάβαρα και τα σύμβολα της πατρίδας καλυμμένο από τη διάφανη πλέον μάσκα του λαϊκισμού και της πατριδοκαπηλίας. Οι μάταιες επιθυμίες και οι απατηλές ελπίδες επενδυμένες με αρκετή δόση φανατισμού, μετά από το «αλήτες, προδότες πολιτικοί» και τις άλλες παρεμφερείς και ακραίες εκφράσεις έδωσαν τόπο και τη δυνατότητα σε κάποιους να στήσουν ακόμη και κρεμάλες επαναφέροντας στη μνήμη καταδικασμένα εμφυλιοπολεμικά πάθη και συμπεριφορές ξεθάβοντας τη διχόνοια και το διχασμό που έχουν στοιχίσει πολύ ακριβά στη χώρα.

Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν η στάση και η συνοδοιπορία ορισμένων Μητροπολιτών, οι οποίοι προφανώς έχουν το δικαίωμα να παίρνουν θέση και να εκφράζονται, ως πολίτες, όμως φέρουν ιερή εμφάνιση και υπόσταση εξωτερική και εσωτερική, την οποία η κοινωνία περιβάλλει με εκτίμηση και σεβασμό. Αντί να συμπεριφέρονται με όρους ομόνοιας, σύμπνοιας και ενότητας στα εθνικά θέματα, αντί να προτείνουν τρόπους για ενιαία αντιμετώπιση των προβλημάτων με κριτικό αλλά και συναινετικό λόγο, αντίθετα με κηρύγματα και κωδωνοκρουσίες συμπορεύονται με αντιλήψεις, ενέργειες και επιλογές που δε συνάδουν με τη Συνταγματική τάξη με αποτέλεσμα να τους προσάπτονται προθέσεις και σκοπιμότητες. Έχει ξεχωριστή σημασία και βαρύτητα η θέση απέναντι στα τεκταινόμενα του Οικουμενικού Πατριάρχη, ο οποίος δέχθηκε την αλλαγή της ονομασίας της Εκκλησίας της ΠΓΔΜ σε Εκκλησία της Αχρίδας και δεν συνηγορεί και δεν προσυπογράφει τις συμπεριφορές, τις κινήσεις και τις πρακτικές αυτές.

Η Βουλή νομοθετεί στο πλαίσιο του Συντάγματος. Έτσι, η αμφισβήτηση και η όποια παρεμπόδιση της πορείας της χώρας είναι κενή περιεχομένου, αφού η Κυβέρνηση έχει τη νομιμοποίηση να σχεδιάζει, να αποφασίζει και να εκτελεί. Όμως, οι οποιεσδήποτε αντιδράσεις είναι και απαραίτητες και θεμιτές, ζωντανεύουν και δραστηριοποιούν την κοινωνία, ανεβάζουν την πολιτική αντιπαράθεση, πολιτικοποιούν και γενικά επενεργούν θετικά, όταν κινούνται στα όρια της ευπρέπειας και του πολιτισμού της αστικής δημοκρατίας. Η αποδιδόμενη κατηγορία συλλήβδην σε όσους διαμαρτύρονται είναι λανθασμένη, αλλά πρέπει να στιγματίζονται πράξεις και συμπεριφορές που προσπαθούν να παραπλανήσουν, να ελέγξουν και να χειραγωγήσουν τη δυσαρέσκεια πολιτών, οι οποίοι εύλογα εκφράζουν τη διαφωνία τους. Οι πραγματικές ιστορικές αναφορές και η σωστή και αντικειμενική ενημέρωση θα συμβάλουν στην κατανόηση της αλήθειας, θα αποκαλύψουν την προπαγάνδα και τους διακαείς πόθους ορισμένων και θα οδηγήσουν σε πιο ολοκληρωμένες και πειστικές σκέψεις, κρίσεις και αποφάσεις.

Η κατάληξη σε μια συμφωνία με τους βόρειους γείτονές μας είναι ένας συμβιβασμός – δεν μπορούσε να είναι διαφορετικά – το κλείσιμο ενός κύκλου που για χρόνια σερνόταν με σημαντικές εκατέρωθεν επιπτώσεις για τις δύο Ευρωπαϊκές χώρες και ο οποίος δεν θα είχε ανοίξει ποτέ αν οι παλαιότεροι πολιτικοί μας είχαν πράξει σοβαρά και είχαν υιοθετήσει σωστή και υπεύθυνη στάση. Παρότι στο παρασκήνιο ψέλλιζαν διάφορα ονόματα με γεωγραφικό ή χρονικό προσδιορισμό δεν τόλμησαν ποτέ να τα πουν ανοικτά γιατί δεν μπορούσαν να διαχειριστούν το πολιτικό κόστος. Σήμερα θα έπρεπε να σωπαίνουν τουλάχιστον. Τώρα τερματίζεται η διαιώνιση μιας ιστορικής αβεβαιότητας και παίρνει οριστικό τέλος ένα εθνικό θέμα, με την Ελλάδα να αναβαθμίζει το ρόλο της και να αναδεικνύεται κυρίαρχος παράγοντας σταθερότητας στην περιοχή.

Μετά από τη συμφωνία αυτή ανοίγει ο δρόμος και για την τακτοποίηση των εκκρεμοτήτων που υφίστανται με την Αλβανία προκειμένου να αντιμετωπιστούν και ξεπεραστούν οι όποιες διαφορές και αντιπαραθέσεις, αφού η ανάπτυξη και η επικράτηση σχέσεων καλής γειτονίας στα Βαλκάνια αποτελεί πρώτη προτεραιότητα. Ο Ελληνικός πληθυσμός της Βορείου Ηπείρου πρέπει να βοηθηθεί, ώστε να ελευθερωθεί από τα σημερινά δεσμά του ελέγχου και της καταπίεσης, με όρους και προϋποθέσεις, όπως αρμόζει σε Ευρωπαϊκή χώρα. Η Ελλάδα οφείλει όχι μόνο να είναι παρούσα, αλλά να ασκήσει την επιρροή της και να συμβάλλει με όλες της τις δυνάμεις πολιτικές, διπλωματικές και οικονομικές προς την κατεύθυνση αυτή.

Έτσι, το βεβαρημένο παρελθόν των διαφορετικών ιδεολογιών, των εθνικιστικών εντάσεων και των αλυτρωτικών προθέσεων στην περιοχή αλλάζει, με την καθιέρωση νέων διαύλων επικοινωνίας, αγαστής συνεργασίας, αμοιβαίου σεβασμού και ειρηνικής συνύπαρξης.

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr