Γράφει ο Νεκτάριος Ι. Σκάγκος*

Είναι τιμή και χρέος η μνήμη της ηρωικής θυσίας των αγωνισαμένων και πεσόντων υπέρ πίστεως, ελευθερίας και πατρίδος. Το έπος του Πρινοκοκκά και των Καστριωτών έχει μεγάλη ιστορική, διδακτική και εν γένει παιδαγωγική σημασία στη σφυρηλάτηση της τοπικής και συνάμα εθνικής μας συνείδησης και αυτογνωσίας, σε μια περίοδο οξύτατης κρίσεως, που χαρακτηρίζεται πρωτίστως για την απαξίωση της ανθρώπινης προσωπικότητας και την αμφισβήτηση διαχρονικών αξιών, όπως η ελευθερία, η δικαιοσύνη, η αυτοθυσία, η γενναιότητα και ο πατριωτισμός. Είναι όμως όλα αυτά τόσο επίκαιρα και ζωτικά για τη θνητή διάσταση της υπάρξεώς μας. Η ψηλάφηση της ηρωικής αντίστασης των Καστριωτών το 1460 καταμαρτυρεί τα αίτια και τις αφορμές που οδηγούν πάντοτε σε μια Άλωση, πρώτα πνευματική και δευτερευόντως υλική• αυτολεξεί στην υποδούλωση, στον θάνατο.

Το Δεσποτάτο του Μορέως, το τελευταίο βυζαντινό έρεισμα, υπέστη κατά τα μέσα του 15ου αιώνα καθολική αποδόμηση σε πολιτικό, στρατιωτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, με συνέπεια να γίνει τελικά εύκολη λεία για τους Οθωμανούς και τους Λατίνους. Η κρίση που μάστιζε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ήδη από τα τέλη του 14ου αιώνα είχε ως αποκορύφωμα την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, και, επτά χρόνια αργότερα, το 1460, την πτώση του Μυστρά. Οι δύο δεσπότες, Δημήτριος και Θωμάς Παλαιολόγος, έρμαια του καιροσκοπισμού, της φαυλότητας και της ιδιοτέλειάς τους, δίχως όραμα και σχεδιασμό για τις κτήσεις τους, αναλώθηκαν σε μια ατελέσφορη εμφύλια διαμάχη που είχε ως συνέπεια τον εξωτερικό παρεμβατισμό και την οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση του πληθυσμού, λόγω της υπέρμετρης φορολογίας και των πολεμικών συγκρούσεων. Τα πραγματικά αίτια της συμφοράς καταφανή, όπως και οι αφορμές, με κυριότερη αυτή που ο ιστορικός Γεώργιος Σφραντζής καταλογίζει, εθελοτυφλώντας, στο αλλόφυλο στοιχείο και συγκεκριμένα στο κάκιστον καὶ ἀφελέστατον γένος τῶν Ἀλβανιτῶν, το οποίο όμως προτίμησε μαζί με μεγάλη μερίδα ελληνικού πληθυσμού της υπαίθρου να αντισταθεί διεκδικώντας ελευθερία.

Στο Καστρί έμελε να συμβούν οι τελευταίες σκηνές του δράματος, ανάμεσα στον δεσπότη του Μυστρά Δημήτριο και στον δεσπότη της Μεσσηνίας Θωμά. Τα δύο αδέλφια μάταια προσπάθησαν να γεφυρώσουν τις διαφορές τους και έτσι συνέχισαν τη διαμάχη. Ο Δημήτριος κινήθηκε μέσα στο φανατικό ρεύμα των ανθενωτικών που είχαν απορρίψει την προσέγγιση με τη Δύση και είχαν προσανατολιστεί στη συνεργασία και συνύπαρξη με τους Οθωμανούς. Η συμφωνία που είχε συνάψει με τον σουλτάνο προέβλεπε την ανταλλαγή της δυσβάσταχτης ηγεμονίας του στον Μοριά με τουρκικές κτήσεις στο Αιγαίο καθώς και τον γάμο της κόρης του με τον σουλτάνο. Ο Θωμάς, από την άλλη πλευρά, αισθανόταν προσβεβλημένος από την επιορκία του αδελφού του, και είχε εναποθέσει τις ελπίδες του στη δυτική βοήθεια που είχαν στείλει η δούκισσα του Μιλάνου και ο πάπας Πίος ο Β΄.

Τον Μάιο του 1460 ο Μεχμέτ Β΄, ο πορθητής της Κωνσταντινούπολης, έφθασε με ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις από την Αδριανούπολη στην Κόρινθο. Τρεις μέρες περίμενε την άφιξη του Δημητρίου Παλαιολόγου για να επικυρώσει τα συμφωνηθέντα και μόλις κατάλαβε ότι ο τελευταίος δεν είχε σκοπό να μεταβεί εκεί ξεκίνησε εκστρατεία για την κατάληψη του Μοριά. Τα οθωμανικά στρατεύματα, μέσα σε μια νύκτα, έφθασαν στη Λακεδαιμονία και την επομένη πολιόρκησαν την πρωτεύουσα του Δεσποτάτου. Η αναίμακτη παράδοση του Μυστρά σκηνή καὶ ὑπόκρισις ἦσαν καὶ πλάσμα, σύμφωνα με τον ιστορικό Κριτόβουλο, καθώς ο δῆθεν αποκλεισμός του Δημητρίου στην ακρόπολη είχε σκοπό να αποσωβήσει τον κίνδυνο της αντίδρασης των κατοίκων στην προαποφασισμένη μεταβίβαση της ηγεμονίας του στους Οθωμανούς.

Μετά από την εγκατάσταση φρουράς στον Μυστρά, οι Οθωμανοί προέλασαν στον βόρειο Ταΰγετο, συναντώντας σθεναρή αντίσταση στο Καστρί. Τελικά, κατόρθωσαν μετά από πολιορκία να εισβάλλουν στον οχυρωμένο οικισμό, αιχμαλωτίζοντας τον άμαχο πληθυσμό και περιορίζοντας τη φρουρά στο εσωτερικό της ακρόπολης. Ο άρχοντας Πρινοκοκκάς και τριακόσιοι μάχιμοι αναγκάστηκαν από την εξάντληση και την έλλειψη του νερού και των τροφίμων να παραδοθούν και τελικά να σφαγιαστούν παραδειγματικά. Στην πολιορκία του Καστρίου αναφέρονται και οι τρεις ιστορικοί της Άλωσης, ο Μιχαήλ Κριτόβουλος, ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης και ο Γεώργιος Σφραντζής. Ο τελευταίος σημειώνει πως ο σουλτάνος μετά την παράδοση των πολιορκημένων οὕς μὲν αὐτῶν ἐκαρατόμησεν, οὕς δὲ εἰς πάλους ἐκάθισε. τὸν δὲ Προινοκοκκᾶν ἐκδείρας ἐτελείωσεν.

Η Άλωση του Καστρίου και η μαρτυρική θυσία των κατοίκων του αποτελεί πολύτιμη ψηφίδα στο μωσαϊκό του ιστορικού μας βίου. Στο πρόσωπο του άρχοντα Πρινοκοκκά συμπυκνώνονται όλα εκείνα τα υγιή και ευγενή φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά της φυλής μας, τα οποία ο φιλέλλην ερευνητής Eric R. Dodds περιγράφει στο περισπούδαστο πόνημά του Οἱ Ἕλληνες καὶ τὸ παράλογο. Το παράλογο βεβαίως ισοδυναμεί κατά μια άλλη προσέγγιση με το υπέρλογο, αυτό που ξεπερνά τα όρια της λογικής και κινείται στον χώρο του θυμικού. Και το στοιχείο αυτό έχει να κάνει με τη μεταφυσική ιδιοσυγκρασία του Έλληνα, η οποία διαχρονικά αντιπαρατίθεται με τον ορθολογισμό της Δύσης και τον συβαριτισμό της Ανατολής. Η ιστορία μάς διδάσκει περί αυτού καθώς σε δύσκολες περιστάσεις, όποτε ετέθη το δίλημμα «ελευθερία ή θάνατος», το γένος μας, ως άλλος Δαβίδ, αντιμετώπισε τον πανίσχυρο εχθρό, τον γίγαντα Γολιάθ, με σθένος και ηρωισμό: ο Λεωνίδας στις Θερμοπύλες, ο Μιλτιάδης στον Μαραθώνα, ο Θεμιστοκλής στη Σαλαμίνα, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος στην Κωνσταντινούπολη, οι Αγωνιστές του ΄21, με ορόσημα το Μεσολόγγι, το Ζάλογγο και το Μέγα Σπήλαιο, το Αρκάδι της Κρήτης, το έπος του ΄40 στο αλβανικό και μακεδονικό μέτωπο και η Αντίσταση στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Το μεγαλείο της ελληνικής ψυχής αποτυπώνεται στην περιβόητη φράση του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη (Διήγησις, 190–191): Ὁ κόσμος μᾶς ἔλεγε τρελούς. Ἡμεῖς, ἂν δὲν εἴμεθα τρελλοί, δὲν ἐκάναμε τὴν ἐπανάσταση, και καταμαρτυρείται στη συνομιλία του στρατηγού Μακρυγιάννη (Ἀπομνημονεύματα, 218) με τον Γάλλο ναύαρχο Derigny, πριν από τη μάχη στους Μύλους της Αργοναυπλίας, την 13η Ιουνίου του 1825, όπου ολίγοι Έλληνες, άτακτοι μαχητές, νίκησαν το πολυάριθμο και εμπειροπόλεμο ασκέρι του Ιμπραήμ πασά: Ἐκεῖ ὁποὔύφκειανα τῆς θέσες εἰς τοὺς Μύλους ἦρθε ὁ Ντερνὺς νὰ μὲ ἰδῆ. Μοῦ λέγει: «Τί κάνεις αὐτοῦ; Αὐτὲς οἱ θέσες εἶναι ἀδύνατες· τί πόλεμον θὰ κάμετε μὲ τὸν Μπραΐμη αὐτοῦ; – Τοῦ λέγω, εἶναι ἀδύνατες οἱ θέσες κ᾿ ἐμεῖς, ὅμως εἶναι δυνατὸς ὁ Θεὸς ὁποῦ μας προστατεύει· καὶ θὰ δείξωμεν τὴν τύχη μας ῾σ αὐτὲς τῆς θέσες τῆς ἀδύνατες. Κι᾿ ἂν εἴμαστε ὀλίγοι εἰς τὸ πλῆθος τοῦ Μπραΐμη, παρηγοριώμαστε μ᾿ ἕναν τρόπον, ὅτι ἡ τύχη μας ἔχει τοὺς Ἕλληνες πάντοτε ὀλίγους. Ὅτι ἀρχὴ καὶ τέλος, παλαιόθεν καὶ ὡς τώρα, ὅλα τὰ θερία πολεμοῦν νὰ μᾶς φᾶνε καὶ δὲν μποροῦνε· τρῶνε ἀπὸ ῾μάς καὶ μένει καὶ μαγιά. Καὶ οἱ ὀλίγοι ἀποφασίζουν νὰ πεθάνουν· κι᾿ ὅταν κάνουν αὐτείνη τὴν ἀπόφασιν, λίγες φορὲς χάνουν καὶ πολλὲς κερδαίνουν. Ἡ θέση ὁποῦ εἴμαστε σήμερα ἐδῶ εἶναι τοιούτη· καὶ θὰ ἰδοῦμεν τὴν τύχη μας οἱ ἀδύνατοι μὲ τοὺς δυνατούς.

Με το ίδιο σθένος, αυταπάρνηση και πατριωτική συνείδηση έδρασε το 1460 και ο Πρινοκοκκάς στο Καστρί. Ο ίδιος, γέννημα και θρέμμα ενός τόπου, βαθειά ποτισμένου με την πλατωνική διδασκαλία του Γεωργίου Πλήθωνος-Γεμιστού, τήρησε λόγῳ και έργῳ τη ρήση του φιλοσόφου του Μυστρά (Γεωργίου Γεμιστοῦ, Εἰς Μανουὴλ Παλαιολόγον, 247 στ. 14–15): Ἐσμὲν γὰρ οὗν ὧν ἡγεῖσθε τε καὶ βασιλεύετε ἕλληνες τὸ γένος ὡς ἥ τε φωνὴ καὶ ἡ πάτριος παιδεία μαρτυρεῖ. Και η ελληνική παιδεία, ως γνωστό, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη φιλοπατρία, ήδη από αρχαιοτάτων χρόνων, σύμφωνα με τον ομηρικό στίχο της Ιλιάδας (Μ 243): Εἷς οἰωνὸς ἄριστος ἀμύνεσθαι περὶ Πάτρης (μτφρ.: Το μεγαλύτερο καθήκον σου είναι να πολεμάς για την πατρίδα). Με αυτή την παιδεία φαίνεται πως είχε γαλουχηθεί και ένας σύγχρονος ευπατρίδης του Καστρίου, ακολουθώντας τα χνάρια του Πρινοκοκκά, ο αείμνηστος Γεώργιος Αλαφόγιαννης, ηρωικός στρατιώτης του οχυρού Ρούπελ κατά την επίθεση των γερμανικών στρατευμάτων τον Απρίλιο του 1941.

Κλείνοντας, θα αναφερθώ σε δύο αντινομίες που επιτείνουν τη σημασία και το μέγεθος της θυσίας των Καστριωτών. Από τη μια, η Άλωση του Μυστρά ισοδυναμεί με την ατιμωτική παράδοση του αστικού κέντρου του Δεσποτάτου του Μορέως και την καταισχύνη του ριψάσπιδος Δημητρίου Παλαιολόγου, και από την άλλη, η Άλωση του Καστρίου διακρίνεται για την ηρωική αντίσταση των ορεσίβιων οικιστών του, με προεξάρχοντα τον Πρινοκοκκά. Είναι σπουδαίο το ό,τι οι σύγχρονοι Καστριώτες θυμούνται το γεγονός της Αλώσεως της πατρογονικής γης• και πώς αλλιώς άλλωστε θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά, αφού οι πρόγονοι ορισμένων κατοίκων γνώρισαν το 1922, ως πρόσφυγες, μια αντίστοιχη Άλωση, αυτή της αλησμόνητης μικρασιατικής γης.

Με αυτοσυνειδησία και ειλικρίνεια, σύμφωνα με τον Γιάννη Μακρυγιάννη (Ἀπομνημονεύματα, 518), οφείλουμε εἰς τὸ ἑξῆς νὰ μάθωμεν γνώση, ἂν θέλωμεν νὰ φκειάσωμεν χωριόν, νὰ ζήσωμεν ὅλοι μαζί...ὅλοι οἱ Ἕλληνες ν’ ἀγωνίζωνται διὰ την πατρίδα τους, διὰ τὴν θρησκείαν τους…καὶ νὰ λένε• «Ἔχομεν ἀγῶνες πατρικούς, ἔχομεν θυσίες»...Καὶ νὰ μπαίνουν σὲ φιλοτιμίαν καὶ νὰ ἐργάζωνται εἰς τὸ καλὸ τῆς πατρίδος τους, τῆς θρησκείας τους καὶ τῆς κοινωνίας…Ὄχι ὅμως νὰ φαντάζωνται γιὰ τὰ κατορθώματα τὰ πατρικά, ὄχι νὰ πορνεύουν τὴν ἀρετὴ καὶ νὰ καταπατοῦν τὸν νόμον καὶ νἄχουν τὴν ἐπιρροὴ γιὰ ἱκανότη.

* Λόγος εκφωνηθείς από τον γράφοντα στο πλαίσιο επιμνημόσυνης δέησης που τελέστηκε την 29η Ιουλίου 2017 στον Ι. Ν. Αγίας Βαρβάρας Καστρίου, χοροστατούντος του Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Μονεμβασίας και Σπάρτης κ.κ. Ευσταθίου, για τους υπέρ πίστεως, ελευθερίας και πατρίδος πεσόντες Καστριώτες, το έτος 1460. Ευχαριστίες εκφράζονται στην κα. Βαρβάρα Κεμερίδου για την ευγενική πρόσκληση και φιλοξενία.