Γράφει ο Ηλίας Μπόνος

Όπου πεζοδρόμιο εννοώ την καθημερινότητα και όχι βέβαια τις εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσες… Άλλωστε αυτές έχουν περίβλεπτο θέση στις εισόδους τόσο της νέας όσο και της αρχαίας πόλης μας ώστε να αφήνουν τα πεζοδρόμια για άλλες χρήσεις.

Καμία σχέση με την «αρχαία αγορά»… Φυσικά και καμία σχέση με την αξιομνημόνευτη αγορά της μεταπολεμικής πόλης. Βεβαίως και καμία σχέση με τις συνήθειες κοινωνικής καθημερινής συνεύρεσης των πολιτών είτε στα ζαχαροπλαστεία της εποχής, είτε στις «καμαρωτές» βόλτες πέριξ της πλατείας.

Πεζοδρόμιο λοιπόν.

Ο τόπος όπου οι «ενάρετοι» άνδρες του κειμένου μας θεωρούν ότι είναι γι’ αυτούς η κολυμβήθρα του Σιλωάμ.
Μια πρωτοφανής για τα ανθρώπινα πολιτισμένα μέτρα νοοτροπία αναπτύσσεται, ως θρασύτατος και ύπουλος κισσός, που θέλει τους άνδρες (ολίγους ευτυχώς για να μην φοβάμαι ότι θα αγγίξουν κάποια στιγμή τον κανόνα), όταν βρίσκονται σε δημόσιο χώρο, είτε αυτός είναι κερκίδα, είτε πλατεία, είτε πεζοδρόμιο στην περίπτωσή μας να φέρονται ως ανώνυμα όντα, που δεν έχουν ταυτότητα. Βέβαια στα εν οίκω τους, τα ίδια πρόσωπα είναι «όρνιθες» και μάλιστα πετρωτές.

Όντα, λοιπόν, που αφήνουν με οφθαλμοφανή ικανοποίηση να ξεχειλίζει όλη η καταπιεσμένη και υπόδουλη προσωπικότητά τους (ζητώ συγνώμη για τον όρο προσωπικότητα που χρησιμοποιώ εδώ).

Ποιά μπορεί να είναι λοιπόν αυτά τα «ενάρετα» όντα που βρίσκουν την ευκαιρία να επιδείξουν το μόριο του ήθους και του ύφους τους ανάμεσα σε ανύποπτους πολίτες;

Αυτά τα όντα είναι οι τζάμπα μάγκες, οι αργόσχολοι «δημοκράτες», οι ευέξαπτοι νεαροί, οι μακάριοι καφενόβιοι, οι έξαλλοι νομιμόφρονες, οι απατημένοι στρογγυλής βασίλισσας, οι ανήκοντες στην κατηγορία «περαστικός ήμουν» αλλά και στην κατηγορία «αυτή είναι η καρέκλα μου, σήκω» - ανάλογα τις συνθήκες, οι άχρωμοι, άοσμοι, άνευροι, άκαμπτοι πολίτες που έχουν λόγο για τα πάντα και πράξη για το τίποτα.

Αυτοί που λένε ότι νοιάζονται για τη Σπάρτη τους αλλά ξεχνούν συστηματικά το Σ… Οι αριθμοί ενός όχλου που έχουν τόσο κοντή μνήμη όση είναι η θολή ματιά τους. Αυτοί που βλέπουν τόσο μακριά όσο ένα τετράγωνο της πόλης που ζουν. Αυτοί που για ολοκληρώσεις μαζί τους μια στοιχειωδώς λογική κουβέντα με συντακτικό και απλά ελληνικά πρέπει να πασχίσεις...

Αυτοί που νομίζουν ότι έχουν όλο τον κόσμο στα πόδια τους επειδή κοιτούν επί ώρες μέσα σε τεράστιες οθόνες.
Αυτοί που θεωρούν ότι το fecebook είναι η προέκταση της φαλλικής τους ονείρωξης. Αυτοί που νομίζουν ότι το κέντρο της γης είναι η πτυχή του αφαλού τους.

Αυτοί που λογίζουν τη φάρα τους ημεδαπή και τις αφεντιές τους πατριώτες που ψάχνουν να βρουν τους «άλλους» με ωράριο, εκεί φυσικά που δεν υπάρχουν.

Οι κριτές και τιμητές των πάντων… με λίγα λόγια.

Δυστυχώς είναι αυτοί, που ορίζουν τα πάντα στη ζωή τους, πριν και μετά από ένα σφύριγμα.

Αυτοί που γνωρίζουν, με εκνευριστικές λεπτομέρειες την μηχανολογία ενός μεταλιζέ τέρατος στριμωγμένων αλόγων, αλλά δεν ξέρουν λέξη από τον κώδικα συνύπαρξης και συγκυκλοφορίας με τους συνανθρώπους τους.

Αυτοί που σε «σκοτώνουν» για το πήδημα του ψύλλου και κάνουν γαργάρα το «πήδημα» μιας ολόκληρης κοινωνίας.

Αυτοί, δυστυχώς, που ανεξαρτήτως ηλικίας και καταγωγής (θέλουν να) ελέγχουν και τον νόμο αλλά και τον παράνομο...

Αυτοί που όταν το πλήθος τους το ορίζει μπορεί και να σε κρεμάσουν χωρίς δίκη. Αυτοί που όταν βρεθούν μόνοι είναι η ανάγλυφη αξιολύπητη προσωποποίηση της δειλίας.

Αυτοί που αδιαφορούν για τον ανάπηρο, τον φτωχό, τον δυστυχισμένο, τον άρρωστο, όταν αυτός βρίσκεται έξω από τη ολιγόμετρη διαδρομή της καθημερινής τους πορείας προς το… πεζοδρόμιο. Ωστόσο μιλούν συνεχώς γι αυτόν και τον νοιάζονται αρκεί να είναι εντός παιδιάς…

Αυτοί που λειαίνουν τα κράσπεδα των πεζοδρομίων με την καθημερινή τους αφρώδη κριτική χωρίς να αλλάζουν τίποτα και κυρίως τον ατσαλάκωτο εαυτό τους.

Αυτοί λοιπόν, ξέρουν τα πάντα και καλύτερα απ’ όλους. Τι είναι ηθικό, τι είναι αμαρτία, τι είναι βλάσφημο, τι είναι απαγορευμένο και τι είναι νόμιμο.

Αυτοί ορίζουν τους κανόνες του μικρόκοσμού τους και κανιβαλίζουν πάνω στο διαφορετικό, στο άλλο, στο ξένο, στο άγνωστο, στο ακατανόητο, στο αντίθετο.

Αυτοί προκαλούν και νομιμοποιούν τους ανατροπείς, τους ακραίους και όσους βρίσκουν πλέον πρόσφορο έδαφος για κόντρες και αναμετρήσεις…

Αυτοί λοιπόν έχουν τη δική τους ηθική, χάριν - και ελέω - της οποίας απειλούν, εκβιάζουν, υπονομεύουν, φοβίζουν, απαξιώνουν, τσακίζουν, απογοητεύουν, αποθαρρύνουν, εξαφανίζουν, συσκοτίζουν, αλλοιώνουν, κατηγορούν και δυστυχώς καταστρέφουν ό,τι αυτόνομο, ξεχωριστό, αλλιώτικο.

Γι’ αυτό και η «ηθική» του πεζοδρομίου αυτού, στερούμενη ψυχικής ευγένειας και αρχοντικής καρδιάς, «κολλάει», μόνον αυτή, στις μαύρες τσίχλες του, σκοντάφτει, μόνον αυτή, στις σπασμένες πλάκες του και μυρίζει, μόνον αυτή, όπως οι κάδοι του που αν και τόσοι δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα της δυσωδίας και της βρωμιάς του…

Πόσο ευτυχής είμαι που γράφω για την θορυβώδη όσο και αξιολύπητη αυτή εξαίρεση…

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr