Γράγει ο Παναγιώτης Τζουνάκος

Ευθύνη είναι η υποχρέωση που έχει κάποιος να ανταποκριθεί σε κάτι που έχει αναλάβει να πραγματοποιήσει. Είναι η δέσμευση απέναντι σε αυτό που πρέπει να γίνει για αναγκαίους κοινωνικούς επιβαλλόμενους λόγους. Είναι η θέση που δίνεται σε κάποιον να ενεργεί, να κατευθύνει και να αποφασίζει για ένα σύνολο εργαζομένων. Πηγάζει από τις ιδιαίτερες ικανότητες, από την πραγματική και πιστοποιημένη εξειδίκευση, από την ειδικότητα, αλλά και τον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς. Αποτελεί επιβεβαίωση της προσπάθειας, της πολύχρονης παιδευτικής διαδικασίας, της κεκτημένης γνώσης, αλλά και του τρόπου προσέγγισης και επικοινωνίας. Είναι η ανειλημμένη ηθική δέσμευση, το χρέος και η αποστολή απέναντι στο κοινωνικό σύνολο.

Η κοινωνία των ανθρώπων δομημένη και οργανωμένη κατά τα πρότυπα του ιεραρχικού κράτους αναπνέει, κινείται, παράγει και αποφασίζει μέσα στο πλαίσιο που καθορίζουν οι κυρίαρχες δυνάμεις του τόπου. Η συνέπεια, η σοβαρότητα και η ευσυνειδησία οφείλουν να είναι τα κατ’ εξοχήν χαρακτηριστικά όσων εμπλέκονται στη διαδικασία των υπηρεσιών και της παραγωγής και πολύ περισσότερο σε αυτούς που έχει δοθεί ο τίτλος του Διοικητή, του Διευθυντή κ.λπ. δηλ. θέση αυξημένης ευθύνης. Τα άτομα αυτά πρέπει να είναι φορείς αξιών και ιδανικών, να δύνανται να σηκώσουν το φορτίο της συγκεκριμένης θέσης, να έχουν συναίσθηση και να αναγνωρίζουν την ευθύνη που τους αναλογεί, να διακατέχονται από αισθήματα σεβασμού προς τον υπάλληλο-εργαζόμενο και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις ειδικές συνθήκες και τις ιδιαιτερότητες κάθε ανθρώπου προσβλέποντας πάντοτε στη βελτίωση των διαπροσωπικών σχέσεων, την καλύτερη οργάνωση, την αύξηση της παραγωγικότητας, στο πλαίσιο της αρμονικής και αγαστής συνεργασίας, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην ομαλή λειτουργία και άνοδο του επιπέδου της ζωής.

Περίπου τριάντα χρόνια, αν εξαιρεθεί η περίοδος της κρίσης, η πυραμίδα του Δημοσίου εξέθρεψε και ανέδειξε πρακτικές και συμπεριφορές, που κάθε άλλο παρά συνηγορούσαν στην επιδοκιμασία, τη συγκατάθεση και την παραδοχή. Άτομα με περιορισμένα προσόντα, χωρίς επιστημονική εκπαίδευση και πιστοποιημένη παιδεία, αναλάμβαναν θέσεις ευθύνης σε υπηρεσίες του δημοσίου, δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών, αλλά και κρατικών τραπεζών. Το φαινόμενο αυτό είχε πάρει τεράστιες διαστάσεις τη στιγμή μάλιστα που εμφανίζονταν πολλοί κάτοχοι πανεπιστημιακών τίτλων, με μεταπτυχιακά, ξένες γλώσσες κ.λπ., στοιχεία αναγκαία, προκειμένου οι μονάδες να αντιμετωπίσουν τον ολοένα αυξανόμενο ανταγωνισμό και να πετύχουν καλύτερη απόδοση στις υπηρεσίες. Αλλά και στις περιπτώσεις που υπήρχαν η συνέντευξη καθόριζε το βαθμό της προτεραιότητας. Η διάβρωση ήταν τέτοιας έκτασης σε τέτοιο βάθος, που ένας διευθυντής σχολείου θεωρούσε τον εαυτό του πολιτικό πρόσωπο.

Για μια ακόμη φορά – στη μεγάλη πλειοψηφία τους – οι πολιτικές σκοπιμότητες και οι παρεμβάσεις ήταν πίσω από τους προϊσταμένους στο δημόσιο τομέα. Η έλλειψη αξιοκρατίας και ο παραγκωνισμός εκείνων που αντικειμενικά θεωρούντο (και ήταν) οι πιο άξιοι και ικανοί αποτελούσε την επιλογή της πολιτικής εξουσίας. Η προώθηση των ημετέρων, των δικών μας παιδιών, υπηρετείτο με θρησκευτική ευλάβεια. Τα δυο κόμματα που κυβέρνησαν πάνω από σαράντα χρόνια τον τόπο συντήρησαν, στήριξαν και διεύρυναν πρακτικές αδιαφάνειας και αναξιοκρατίας.

Δεν καταχωρούνται ούτε αποδίδονται ευθύνες σε αυτούς που υπηρέτησαν από οποιαδήποτε θέση αυτόν τον τόπο. Ο καταμερισμός και ο επιμερισμός των ευθυνών τους γίνεται στο βαθμό και στο μέτρο που οι ίδιοι άσκησαν πίεση έναντι ικανότερων και αξιότερων για να καταλάβουν τη θέση δεδομένου ότι και οι αμοιβές ήταν υψηλότερες. Τη βαριά και απόλυτη ευθύνη φέρουν εκείνοι που έβαζαν την υπογραφή τους και συνέβαλαν στη διαιώνιση ενός νοσηρού, αδιάκριτου και διαβλητού συστήματος διοίκησης. Αυτοί που πρόβαλαν την εικόνα μιας κοινωνίας να ρέπει και να φθίνει στα χέρια ανίσχυρων, άβουλων και αναποφάσιστων με μεγάλη συμμετοχή στο σημερινό ηθικό και οικονομικό κατάντημα.

Η κρίση για την επιλογή και τοποθέτηση των κατάλληλων στελεχών στη διοίκηση είναι μεγάλης σπουδαιότητας και σημασίας. Η αδιάβλητη διαδικασία και το δίκαιο αποτέλεσμα θα επιφέρουν ισορροπία και αποδοχή. Σε αντίθετη περίπτωση θα εμφανιστούν φαινόμενα ασυνεννοησίας, αταξίας, αντίδρασης και απόρριψης. Οι υποψήφιοι παρουσιάζονται αρχικά σε μια επιτροπή που διαπιστώνει την πνευματική και διανοητική τους υγεία και στη συνέχεια βαθμολογούνται από τη συμμετοχή τους σε γραπτές εξετάσεις, ως τις μόνες αδιάβλητες και αποδεκτές. Οι προφορικές εξετάσεις που ακολουθούν σε αρκετές περιπτώσεις, αλλά και η προφορική συνέντευξη υπάρχουν ακριβώς για να αλλοιώνεται, από ενδεχόμενη μεροληψία, ο βαθμός των γραπτών εξετάσεων. Η κατάργηση των προφορικών εξετάσεων και της προφορικής συνέντευξης είναι λίαν επιτακτική.

Είναι ανάγκη η αξιοκρατία να επικρατήσει σε όλες τις δραστηριότητες της κοινωνικής και επαγγελματικής ζωής, από την τοπική αυτοδιοίκηση ως τα ανώτατα κλιμάκια της πολιτείας. Να χτιστούν και να σφυρηλατηθούν σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους και πολιτών. Η επιλογή των ικανότερων να γίνει θεσμός με διαφανείς διαδικασίες και μετρήσιμα μόρια. Τότε ο καθένας θα οδεύει ευθεία στη μπροστινή πόρτα και δεν θα οδηγείται ως υποχείριο όργανο ψηφοθηρίας πολιτικών και κομματικών επιδιώξεων.

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr