Γράφει η Ποτούλα Πασχαλίδη

Η ιστορία που θα σας διηγηθώ είναι πέρα για πέρα αληθινή αν και σε πολλούς θα φανεί δημιούργημα της οργιάζουσας φαντασίας μου, μια και θα τους είναι δύσκολο να κατανοήσουν το τι θα πει αλληλεγγύη. Τόσα χρόνια παραδομένοι στην επίπλαστη υλική ευδαιμονία χάθηκαν έννοιες που κατοικία τους έχουν ψυχές στολισμένες με αγάπη για τον διπλανό τους.

Τη δεκαετία του 80 λοιπόν, έγινε επιτακτική η ανάγκη της χρήσης των αυτοκινήτων. Ι.Χ. και Αγροτικά αυτοκίνητα άρχισαν να γεμίζουν τους δρόμους των πόλεων αλλά και της επαρχίας.

Τα Ταξί, που στο ξεκίνημα της χρήσης τους ήταν η πολυτέλεια των πόλεων, ήρθε η ώρα που κατέκτησαν και τις αγροτικές περιοχές με την ονομασία <Αγοραία>. Και ανάλογα με τον πληθυσμό των χωριών οι άδειες δίνονταν για να εξυπηρετούνται και περισσότερα του ενός (χωριά).

Στη Δόξα, το χωριό του πατέρα μου ,στην ορεινή και άγονη Γορτυνία δόθηκε μια άδεια Αγοραίου για κοινή χρήση με το διπλανό χωριό το Καλλιάνι. ΄Ενας χωριανός με κάμποσα παιδιά όπως και η πλειοψηφία των φαμελιάριδων στην περιοχή, μέτρησε τις δυνάμεις του, πούλησε και κάποια κομμάτια γης από τα πατρογονικά, έβαλε και γραμμάτια στην αντιπροσωπεία (οι Τράπεζες τότε δεν κάνανε σαν λυσσασμένες να χρηματοδοτήσουν αγορά αυτοκινήτου. Αργότερα απόκτησαν το βίτσιο και νοιώσαμε τα αποτελέσματα στο πετσί μας) και έγινε ο Ταξιτζής της περιοχής.

Δουλευταράς και αγαπητός στους συντοπίτες του, έβαλε σε σειρά τη ζωή της φαμίλιας του και όλα πήγαιναν πρίμα. Το καλοκαίρι δε που ήρθαν και οι ξενιτεμένοι να επισκεφτούν τα πατρογονικά τους μέρη (οι Γορτύνιοι φημίζονται για την αγάπη στον τόπο που τους γέννησε και φροντίζουν να τον τιμούν και να τον επισκέπτονται όταν μπορούν) , η δουλειά για τον καλοκάγαθο Ταξιτζή πολλαπλασιάστηκε. Δεν τις προλάβαινε τις <κούρσες>. Τη διαδρομή Γορτυνία-Αεροδρόμιο την έκανε πια με κλειστά μάτια, παρ’ όλες τις αντίξοες συνθήκες που επικρατούσαν στους δρόμους.

Δόξα τω θεώ το ταξί είχε πάντα αγώι και τα γραμμάτια πληρωνόντουσαν στην ώρα τους. Έβαλε, σαν ήρθε η ώρα και το γιό του στο τιμόνι για να μοιράζονται τη δουλειά και να τα προλαβαίνει όλα.

Τι θα φέρει η επόμενη μέρα κανένας δεν μπορεί να προβλέψει ούτε και να προλάβει. Και ο καλός ο Ταξιτζής ούτε που φανταζότανε τι του είχε γραμμένο η μοίρα στα κιτάπια της. Οι δρόμοι της Γορτυνίας κακοτράχαλοι, βοήθησε και η απειρία του νεαρού και το <τρακάρισμα> ήταν σφοδρό. Το παλληκάρι τραυματίστηκε σοβαρά, τόσο που τον πρώτο καιρό οι γιατροί δεν ήταν αισιόδοξοι για την πορεία της υγείας του. Όσο για το αυτοκίνητο έγινε μια μάζα παλιοσίδερα.

Ύστερα από αρκετές μαρτυρικές εβδομάδες στο ΚΑΤ το παλληκάρι άρχισε να συνέρχεται και άνθησε πάλι το χαμόγελο των δικών του ανθρώπων που είχαν παρατήσει το χωριό και ξημεροβραδιαζόντουσαν έξω από το δωμάτιό του.

Δεν πρόλαβαν όμως να το χαρούν όλοι τους και άρχισε ο δύστυχος ο Ταξιτζής να αγωνιά για τα γραμμάτια που τρέχανε και δεν ήταν δυνατόν να εξοφληθούν. Τι κιαν δεν υπήρχε πια αμάξι για να βγει το μεροκάματο. Έπρεπε να κόψει το λαιμό του να τα εξοφλήσει. Και μήπως είχε και πολλά στρέμματα γης να πουλήσει; Ένα λιοχώραφο του είχε μείνει όλο και όλο για το λάδι της φαμίλιας και ένα που τόσπερναν με στάρι για το ψωμί τους. Αλλά και να τα πουλούσε πόσα θα πιάνανε; Λύση δεν ήταν. Βάλε και τα έξοδα στην Αθήνα για το παιδί! Πήγε να τρελαθεί.

Και τότε ήταν που μεγαλούργησε το πνεύμα αλληλεγγύης των χωριανών, που είχε ποτίσει τις ψυχές των αμόρφωτων ορεσίβιων από τα γεννοφάσκια τους. Με τον συντονισμό των προέδρων των δυο χωριών τα χρήματα βρέθηκαν. Όλες οι φτωχές φαμελιές των χωριών, κάποιες από τις οποίες ο Ταξιτζής είχε βοηθήσει χωρίς να πάρει χρήματα, έδωσαν από το υστέρημα τους τον οβολό τους. Μικρός ο οβολός του καθενός, ποτισμένος με τον τίμιο ιδρώτα αλλά όπως λέει και ο σοφός λαός μας «Φασούλι το φασούλι γεμίζει το σακούλι».

Και το συγκεκριμένο σακούλι γέμισε γρήγορα. Το τρακαρισμένο αυτοκίνητο αποπληρώθηκε και δόθηκε και προκαταβολή για το καινούργιο. Το παιδί ανέρρωνε στο Νοσοκομείο και ο πατέρας είχε πάλι δουλειά στα χέρια του. Με τη βοήθεια του θεού και των συγχωριανών είχε γίνει το θαύμα.

Ποιος άλλος θα μπορούσε να τον βοηθήσει τον άτυχο πατέρα;

ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΗΠΩΣ;

Όχι βέβαια. Το κράτος τα χρήματα τα έχει συνήθως για να βοηθάει τους ισχυρούς και τις Τράπεζες και για να μεγαλώνει τις καταθέσεις των κάθε λογής λαμόγιων.

Η ΤΡΑΠΕΖΑ ΜΗΠΩΣ;

Με ποια εγγύηση άραγε; Τα φτωχοχώραφα του; Μα αυτός θα δούλευε και θα πλήρωνε τα γραμμάτια του. Δεν ήταν και κανένας μπαταξής. Οι τράπεζες όμως δίνανε δάνεια <Δανικά Και Αγύριστα> σε μεγαλοκαρχαρίες, σε μεγαλοεργολάβους, σε μεγαλοεκδότες, σε πολιτικούς και σε κόμματα. Τι δουλειά είχε ανάμεσα τους ένας φτωχός μεροκαματιάρης Γορτύνιος Ταξιτζής!

Αν σας έβαλε σε σκέψεις η παραπάνω ιστορία, αν σας προβλημάτισε λιγάκι ή αν σας συγκίνησε, για σκεφτείτε αυτό που σκέφτηκα και εγώ και την μοιράστηκα μαζί ας.

Η χώρα μας βρίσκεται σε δεινή θέση. Η δυσκολίες δείχνουν να είναι ανυπέρβλητες. Ζητάμε βοήθεια από το εξωτερικό που δεν βλέπουμε να έρχεται. Εκείνο που έρχεται είναι αύξηση του χρέους κάθε που δανειζόμαστε και τον γκρεμό να μεγαλώνει.

Μήπως ήρθε η ώρα να πάρουμε τις ζωές μας στα χέρια μας; Μήπως ήρθε η ώρα να ψάξουμε να βρούμε τον τρόπο να βοηθήσουμε εμείς οι ίδιοι τον τόπο μας; Οι επίδοξοι ξενόφερτοι σωτήρες μόνο κακό σκοπεύουν να κάνουν στην προσπάθεια τους να συσσωρεύσουν όσο γίνεται περισσότερο παρά.

Μήπως ήρθε η ώρα βρε παιδιά να γίνουμε και εμείς Γορτύνιοι;

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr