Γράφει ο Χρήστος Α. Πλειώτας, Δικηγόρος

Ο τίτλος δεν είναι δικός μου, ούτε το άρθρο που εδώ δημοσιεύεται. Αποτελεί – πλην των δικών μου σχολίων – αναδημοσίευση κειμένου υπό τον τίτλο: «Συνδεδεμένοι με την μοίρα μας» που υπογράφει στο νομικό περιοδικό: «Νομικός Σύμβουλος» τεύχος Ιουλίου – Αυγούστου 2013 ο συντάκτης Αντώνης Καρατζάς.

Με συνεπήρε όταν το διάβασα και θεώρησα ότι πρέπει να γίνει γνωστό σε ευρύτερο αριθμό Ελλήνων και Ελληνίδων, γιατί σε λίγες γραμμές τα λέει όλα!!! Διαβάστε λοιπόν και προσπαθήστε να το «πραγματώσετε». Κατ’ αρχήν μέσα από την εμπέδωσή του. Εκ δευτέρου μέσα από την ενεργοποίηση για την δημιουργία κοινωνικών δικτύων που θα μπορούσαν να βοηθήσουν όλους μας να κάνουμε καλύτερη την ζωή μας.

Ζωή για εμένα σημαίνει υγιής καθημερινότητα. Η έννοια ζωή του χθες έχει «πεθάνει». Ουδείς μπορεί να σχεδιάζει σήμερα την ζωή του μετά από 5 ή 10 ή 20 χρόνια δηλαδή μακροπρόθεσμα διότι όλοι μας βιώνουμε πρόβλημα καθημερινής υγιούς επιβίωσης. Μην βιάζεστε να γελάσετε επειδή ίσως αναρωτηθείτε: «Τι είδους πρόβλημα καθημερινής επιβίωσης βιώνει αυτός που μας τα λέει;» ο οποίος ούτε άνεργος είναι, ούτε νεόπτωχος, ούτε απελπισμένος; Πρόβλημα επιβίωσης – μπορεί να πει κάποιος - μόνον οι ανωτέρω βιώνουν.

Όχι φίλοι μου. Κάθε τέτοια σκέψη είναι μία πλάνη. Και μάλιστα μη συγγνωστή (μη συγχωρητέα). Πρόβλημα επιβίωσης βιώνουμε όλοι όσοι δεν έχουμε αντιληφθεί τα μηνύματα των καιρών. Όσοι λειτουργούμε με το εγώ και όχι με το εμείς. Σταματώ εδώ και παραθέτω το άρθρο όπως το υπογράφει ο συντάκτης του Αντώνης Καρατζάς:

«Κάθε καλοκαίρι εδώ και πολλά χρόνια, εντονότερα ίσως τα χρόνια της κρίσης, μετρώ τις ποιο απαισιόδοξες σκέψεις μου για το παρόν και το μέλλον αυτού του τόπου. Η αναξιοποίητη φυσική και πολιτιστική κληρονομιά, η έλλειψη καθαριότητος, η εγκατάλειψη, η αδιαφορία και η «αρπακτή» συνεχίζουν να είναι κυρίαρχες εικόνες, της βαριάς βιομηχανίας της χώρας, που α μη τι άλλο σήμερα αποτελεί εγκληματική πρόκληση απέναντι στους ενάμιση εκατομμύριο ανέργους, τους νεόπτωχους και τους απελπισμένους. Η απόλυτη αντίθεση σε μία μοναδική, για τα πλεονεκτήματα και τις δυνατότητές της χώρα, που θα μπορούσε εκμεταλλευόμενη μόνο τη φυσική της ομορφιά και κάποιες τυχαίες συγκυρίες, να αποτελεί υπόδειγμα συλλογικής ανάπτυξης και ευημερίας για όλους τους κατοίκους της.

Η Ελλάδα της κρίσης θυμίζει «το φλεγόμενο σπίτι δίπλα στο ποτάμι» από το οποίο προσπαθούμε να πάρουμε νερό για να σβήσουμε τις φλόγες. Δεν έχουν όλα τα σπίτια την τύχη να έχουν δίπλα τους ένα ποτάμι, είναι δώρο Θεού και όχι μόνο για ώρα ανάγκης όπως αυτή. Τρέχοντας στο ποτάμι, ξανά και ξανά, με έναν κουβά στο χέρι κουβαλώντας απεγνωσμένα νερό δεν έχουμε καμία ελπίδα. Χωρίς βοήθεια δεν μπορούμε να κουβαλήσουμε αρκετό νερό για να πολεμήσουμε την φωτιά.

Κινητοποιώντας ίσως εκατό πρόθυμους γείτονες με έναν κουβά ο καθένας στο χέρι, θα ήταν αναμφισβήτητα καλύτερα. Εκατό άνθρωποι είναι σαφώς καλύτερα από έναν, ωστόσο δρώντας όλοι ανεξάρτητα, δεν παύουν να σπαταλούν πολύ χρόνο τρέχοντας μπρος – πίσω, να κουράζονται ή ακόμα και κάποιοι από αυτούς να χύνουν αρκετό νερό στο δρόμο, με αποτέλεσμα ακόμα και με τόση βοήθεια να μην υπάρχουν πολλές ελπίδες να σβηστεί η φωτιά.

Ο μόνος σίγουρος τρόπος για να σβήσει η φωτιά, είναι να σχηματίσουν οι εκατό γείτονες μία σειρά από το ποτάμι ως το σπίτι, δίνοντας τους γεμάτους κουβάδες χέρι – χέρι προς την κατεύθυνση του σπιτιού και τους άδειους προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Με τον τρόπο αυτό εξοικονομούν αντοχή, χρόνο και ενέργεια, που αντιστοιχεί σε αποτέλεσμα προσπάθειας διακοσίων ανθρώπων που δρουν ανοργάνωτα. (Connected, The Surprizing Power Of Our Social Networks and How They Shape Our Lives, Nicholas A.Christakis and James H. Fowler,2009). Το παραπάνω παράδειγμα γνωστό για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο λειτουργούν τα κοινωνικά δίκτυα, αποδεικνύει ότι το όλον είναι ισχυρότερο από το άθροισμα των μερών, ακόμα και όταν αυτά είναι περισσότερα σε αριθμό, εκφράζει δε απόλυτα τον τρόπο που λειτουργεί η χώρα για να σβήσει η φωτιά που άναψε στον τόπο. Στην χειρότερη περίπτωση δρα ο καθένας μόνος του, στην καλύτερη, τρέχουμε μπουλούκια, ανοργάνωτα εδώ και εκεί για να σβήσουμε ότι μπορούμε. Είμαστε όλοι κατά κάποιο τρόπο συνδεδεμένοι μεταξύ μας και με την μοίρα μας. Για αυτό και τα τελευταία χρόνια που ζούμε σε μία κοινωνία παραδομένη στον αρνητισμό και την εσωστρέφεια, μεταδίδουμε ο ένας στον άλλον σχεδόν ενδημικά απαισιοδοξία σε συλλογικό επίπεδο.

Ακόμα και εκείνοι που κατορθώνουν να διατηρήσουν ένα επίπεδο επιτυχίας, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι δεν θα μπορούν εσαεί να πηγαίνουν καλά, όταν όλοι οι υπόλοιποι πηγαίνουν ή θεωρούν ότι πηγαίνουν συστηματικά από το κακό στο χειρότερο. Τι είδους ευτυχία μπορεί οποιοσδήποτε να παράξει για τον εαυτό του και τον περίγυρό του όταν όλοι οι υπόλοιποι γύρω του δυστυχούν; Αν οι τελευταίοι αισιόδοξοι αυτού του τόπου, δεν είναι τελικώς οι κακά πληροφορημένοι απαισιόδοξοι, όπως λέει η γνωστή ρήση, αλλά έχουν γνήσια αισθήματα αισιοδοξίας μετά από τέσσερα χρόνια «μεταρρύθμισης της χώρας» ας τους φυλάμε σαν τα μάτια μας, καθότι αρχίζουν να αποτελούν είδος προς εξαφάνιση».

Δικαιούμαι έναν ταπεινό επίλογο: Θέλω όπως προφανώς πολλοί από Εσάς να ανήκω σ’ έναν εκ των τελευταίων αισιόδοξων αυτού του τόπου, όχι βεβαίως υπό την έννοια των «κακά πληροφορημένων απαισιόδοξων» αλλά υπό την έννοια του σκεπτόμενου Έλληνα που εμφορείται από γνήσια αισθήματα αισιοδοξίας για ένα καλύτερο πολιτικό μέλλον της χώρας μας.

Στο δικαίωμά μου αυτό αντιτάσσεται υποχρέωση βοηθείας, αλληλεγγύης στήριξης, όλων όσων απαισιοδοξούν σήμερα γύρω μου, ώστε «συνδεδεμένοι όλοι με την μοίρα μας» να την αλλάξουμε προς το καλύτερο.

Για να το επιτύχουμε αυτό, θέλει τρόπο και διάθεση, κατ’ αρχήν ψυχική. Θέλει όμως και «ομολογία ενοχής» για την έως σήμερα ολιγωρία και αδιαφορία μας. Θέλει επίσης να βρεθούμε και να γνωριστούμε όλοι οι πραγματικά αισιόδοξοι για να ενώσουμε τις κοινές μας δυνάμεις. Και τέλος θέλει Δημιουργία κοινωνικών Δικτύων υποστήριξης των αδυνάτων.

Μπορούμε;