Γράφει ο Χρήστος Κ. Αλεξάκος **

Ήταν θυμάμαι καλοκαίρι, μέσα Αυγούστου και η ηρωική μάζα βρισκόταν σε διακοπές. Δηλαδή σε μια περίοδο τεχνητής ευφορίας. Έτσι έκανα και εγώ όταν αγναντεύοντας το μπλε του Αιγαίου, κτύπησε το κινητό μου. Ήταν μια κοπέλα με φωνή γλυκόβραχνη και αγωνιώδη που ζήτησε να με δει. Έτυχε να της μιλήσει την κατάλληλη στιγμή, όπως τόνισε, ένας κοινός γνωστός. Απάντησα καταφατικά και συμφωνήσαμε να την ξανακαλέσω σε δυο εβδομάδες για να κανονίσουμε την ώρα της συνεδρίας. Λίγο πριν κλείσουμε και αφού είπα τον τυπικό χαιρετισμό, αντί για απάντηση συνέβη μια ασυνήθιστη παύση την οποία διαδέχτηκε η τρεμάμενη φωνή της: "σας παρακαλώ μην με ξεχάσετε, να με πάρετε οπωσδήποτε γιατί θέλω να γίνω ξανά ευτυχισμένη". Και έκλεισε.

Ξαφνικά, το μυαλό μου σα να "έσβησε" αλλά μέσα σε δευτερόλεπτα επανήλθε: Η γνήσια ψυχική της επιθυμία και η αγωνία που αναδύθηκε στο λόγο της, μου προκάλεσαν μια ταραχώδη έξαψη και ταυτόχρονα μια πελώρια επιθυμία να τη συναντήσω. Ομολογώ δεν μου είχε ξανατύχει να ακούσω κάτι τόσο απλό, γνήσιο, ανεπιτήδευτο αλλά και επιδεκτικά καθαρό: "...θέλω να γίνω ξανά ευτυχισμένη". Αφυπνίστηκα από την τεχνητή μου ευφορία και μπήκα σε βαθιές σκέψεις για το οριστικό αίτημά της. Σκεπτόμουν ταυτόχρονα διαφορετικά πράγματα, έβλεπα εικόνες, άρχισα να βιώνω συναισθήματα, έκπληξη, λύπη, χαρά. Ένα όμως κατάλαβα: δεν ήξερα από που να ξεκινήσω, βίωνα μια οργιώδη πνευματική ανοργανωσιά.

Ωστόσο, δεν έχασα ούτε στιγμή τη βάση όλων, που δεν ήταν άλλη από την αναζήτηση και επίτευξη της ψυχικής πληρότητας. Την ψυχική πληρότητα και τον τρόπο που μπορεί κάποιος να την συναντήσει ώστε να βιώσει ευτυχισμένες στιγμές άρα και να είναι ευτυχισμένος. Με αυτό δεν εννοώ τίποτα περισσότερο ή λιγότερο από τις παρακάτω σκέψεις τις οποίες περιγράφω όπως ακριβώς μου διαπέρασαν το σώμα:

Σκέφτηκα να την κάνω να κατανοήσει πως τα πράγματα πηγάζουν από μια διαπλοκή αμέτρητων παραγόντων με αποτέλεσμα όλα να είναι ασφυκτικά σύνθετα και πως δεν μπορεί κανένας άνθρωπος να τα ελέγξει όλα μαζί γιατί στο τέλος θα βλάψει την ψυχή του.

Σκέφτηκα το ένστικτο. Δηλαδή ένα μη εσκεμμένο τρόπο συμπεριφοράς, ελεγμένο, κατευθυνόμενο και τυποποιημένο. Σκέφτηκα λοιπόν, να ενεργοποιήσω ξανά τα ένστικτά της, τα οποία προφανώς θα είχαν εκπέσει λόγω της απόστασής της από τη φύση και της απομόνωσης της που μου είπε βιαστικά ότι βρίσκεται. Όσο ο άνθρωπος απομακρύνεται από αυτή τόσο τα ένστικτά του λαθεύουν και οι επιλογές του υπολείπονται ορθότητας.

Σκέφτηκα και τα αισθητήρια ζωής τα οποία συρρικνώνονται ή έχουν μάθει να λειτουργούν με ένα τρόπο στείρο, μονότονα μοναδικό ενώ υπάρχουν δεκάδες διαφορετικοί τρόποι για να λειτουργήσουν. Ένστικτο και αισθητήρια δηλαδή λειτουργούν με ασυνέπεια. Δραματικό έως επικίνδυνο όταν υφίσταται.

Σκέφτηκα τα λάθη και τις επιλογές. Διαφέρουν μεταξύ τους, αλληλο-συγκρούονται ή αλληλοκαλύπτονται; Η απάντηση είναι πως δεν υπάρχει λάθος. Υπάρχει όμως η επιλογή η οποία μπορεί να μας κάνει να αισθανθούμε ωραία ή όχι ωραία. Ωραία όχι με την έννοια της ομορφιάς άλλα της πληρότητας. Γιατί όταν κάποιος είναι πλήρης αισθάνεται γεμάτος. Ο στόχος είναι να είμαι πάντα γεμάτος και αυτό ενδιαφέρει περισσότερο από το "με τι" είναι κάποιος γεμάτος.

Σκέφτηκα, πως επειδή η πληρότητα είναι μια προσωπική αίσθηση δε σημαίνει πως όταν κάποιος τη νιώθει πρέπει να την ακτινοβολεί ως συμπεριφορά προς τα έξω. Ενδέχεται να μη βγαίνει και καθόλου προς τα έξω γιατί αποτελεί κάτι εντελώς προσωπικό και εσωτερικό. Μπορεί όμως και να βγαίνει προς τα έξω με τη μορφή ενέργειας. Το παν είναι να νιώθει όχι με το μυαλό αλλά με τη σπονδυλική στήλη δηλαδή την αίσθηση της ενέργειας που σε διαπερνά.

Σκέφτηκα, πως για τη συνέχεια, το μέγα ζήτημα είναι το πως θα διατηρήσει αυτή την ενέργεια. Κάτι που με τη σειρά του, προκαλεί μια αγωνιώδη έξαρση μην τυχόν και φύγει ή λιγοστέψει άρα και θα χαθεί η αίσθηση του γεμάτου. Η πληρότητα ως κατάσταση είναι αυτή που τελικά σου δίνει την αίσθηση της επαλήθευσης της αμεσότητας με τον κόσμο. Δηλαδή τα γύρω μας πράγματα. Ενδεχομένως, κάτι τέτοιο συμβαίνει και με την κοπέλα. Δηλαδή μια αθέλητη απώλεια ενέργειας, εν τέλει αίσθησης πληρότητας κάτι που οδηγεί στο πένθος, στη μελαγχολία, στην κατάθλιψη. Σε βαθμό όμως μεγαλύτερο από τον φυσιολογικό, σε βαθμό τέτοιο που σε κάνει να αποσύρεσαι από τον κόσμο, να μαζεύεσαι, να κουρνιάζεις και να κρύβεσαι σα το ζώο που αισθάνεται πληγωμένο.

Σκέφτηκα τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η ανάρρωση. Και αυτή εξαρτάται από την αντίδραση, από το πόσο το συνειδητοποιείς, από την ενεργοποίηση ή όχι των αντανακλαστικών και όποιων αμυνών διαθέτει κάποιος. Καθαρά και όχι με αδιέξοδα ψυχοτροπικά, αλκοολικά ή συνταγογραφημένα φαρμακευτικά. Και βρίσκουν ένα νέο δρόμο, διαφορετικό για να επιστρέψουν στην ενέργεια, στην πληρότητα και εν πάση περιπτώσει στη δραστηριότητα. Η διαδρομή αυτή είναι μαγική, όχι όμως πάντα ανώδυνη. Εμπεριέχει άγχος που σε συνθλίβει, κατάθλιψη και απόδραση. Και ενίοτε κάποιον να σε οδηγεί ή να σου δείχνει μερικά μονοπάτια. Κάποιον που θα δεθείς μαζί του και θα εμπιστευτείς απόλυτα.

Σκέφτηκα την αλήθεια και πως μπορεί κάποιος να τη βρει. Αυτό με οδήγησε αυτόματα στην Τέχνη, την πιο χαρακτηριστική τακτική (και όχι στρατηγική) για να δεις την αλήθεια του κόσμου. Και μάλιστα πολύ περισσότερο από κάθε άλλη επιστημονική ή άλλη ψυχολογική τακτική που διαθέτουμε σήμερα. Γιατί η Τέχνη έχει το μοναδικό χάρισμα να σου δείξει την αλήθεια και να σε απομακρύνει από τη λήθη, την κατάσταση δηλαδή όπου λησμονείς το παρελθόν σου αλλά δε σε θυμάται και κανένας. Στην αρχαία Ελλάδα ή Λήθη ήταν η αδελφή του Θανάτου και του Ύπνου. Σήμερα λήθη είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Η αλήθεια λοιπόν, είναι αυτό που δε μπορείς να ξεχάσεις. Και αυτό στο προσφέρει η τέχνη.

Σκέφτηκα τον Άμλετ, το κορυφαίο θεατρικό έργο του Σαίξπηρ (έργο του 1603). Σκέφτηκα την μελαγχολία του για την οποία αναφέρθηκα κα νωρίτερα στο κείμενο. Τη μελαγχολία του που ενώ δεν είναι ψυχοπαθολογική είναι το κλειδί για τη συμπεριφορά του, για την ύπαρξή του, για όσα κάνει και όσα αποφασίζει για τη ζωή του. Γιατί η μελαγχολία του προκαλείται από τον υψηλό βαθμό οξυδέρκειας που τον διακρίνει και με την οποία κατανοεί και αισθάνεται τον κόσμο που ζει. Στο πρόσωπό του σκέφτηκα το σύγχρονο άνθρωπο που είναι έωλος, αστήρικτος, χωρίς παραγωγικά ερεθίσματα, με σαθρή ελπίδα και αισθανόμενος ότι το παιχνίδι είναι χαμένο. Τον άνθρωπο που έχει καταντήσει να μαστιγώνεται και να αυτοτιμωρείται λόγω ηθικών ή νομικών υποχρεώσεων και τελικά να θέλει να τιμωρήσει και να εκδικηθεί ή να βάλει μια τάξη. Χωρίς όμως να μπορεί να κάνει κάτι σημαντικό γιατί δε τον αφήνουν. Τελικά τον καθιστούν θυμωμένο, εξοργισμένο και ακίνητο μέσα σε μια αρρωστημένη αντιφατικότητα που τον κάνει να θέλει να αποχωρήσει αλλά ταυτόχρονα τον εξαναγκάζει να δρα, δηλαδή τον αναγκάζει να ζει, όχι όμως όπως θα ήθελε και θα του άξιζε. Και τελικά φτάνει στο έσχατο δίλλημα: να ζήσεις ή να πεθάνεις;

Σκέφτηκα τη ρουτίνα της καθημερινότητας. Δηλαδή την αδυναμία κάποιου να απογειωθεί μέσα από κάτι που τον κάνει χαρούμενο. Ρουτίνα και καθημερινότητα είναι ταυτόσημα και αφορούν εκείνον που δεν μπορεί να ζει τίποτα άλλο, τίποτα διαφορετικό. Είναι δηλαδή η απουσία του να κυνηγάς μια ένταση, μια κατάσταση, μιας ιστορία. Ξεχνάμε για κάποιο λόγο, πως γεννιόμαστε για να ζήσουμε, για να αισθανόμαστε, για να σκεπτόμαστε. Και οι λόγοι δεν είναι άλλοι από την επιβολή σειράς, προγράμματος, καθωσπρεπισμού και τελικά μιας κλινικής στειρότητας, ακινησίας και ολόιδιας καθημερινότητας που σε οδηγούν στην απώλεια των προαναφερθεισών στιγμών (έντασης, κατάστασης, ιστορίας). Πόσο μίζερο αλλά ταυτόχρονα και ηρωικό είναι να ζεις και να ξέρεις ότι αύριο θα δεις πάλι το ίδιο επεισόδιο! Γίνεσαι λοιπόν υποψήφιος για να πάθεις νεύρωση, καταναγκασμό ή κρίση που θα σε οδηγήσουν στην αρρώστια ή ακόμα και στο θάνατο. Πριν από όλα όμως θα έχουν καταφέρει να σου ελέγξουν και τυποποιήσουν το μυαλό. Σε κάθε περίπτωση για να μη γίνει κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο το αναπόφευκτο βίωμα της καθημερινότητας μέσα από την προοπτική του διαφορετικού (π.χ. ένταση, κατάσταση, ιστορία κλπ), μια προοπτική που θα μας κάνει να βγούμε από τον άχρωμο και σκοτεινό κόσμο μας. Και να υπερηφανευτούμε για τις ανθρώπινες στιγμές μας, που οφείλουν να είναι όσο πιο σαφείς γίνεται, καθαρές και όχι αμφιλεγόμενες.

Σκέφτηκα πως είναι εξαιρετικά σημαντικό να ζεις το παρόν. Γιατί έτσι καταργείς το χρόνο, του προκαλείς ανακοπή. Παρελθόν και μέλλον είναι πλασματικά, όχι πραγματικά. Το ένα πέρασε, το άλλο δε το ξέρεις. Δεν υπάρχει στο παρόν ούτε μνήμη ούτε πρόβλεψη. Με λίγα λόγια δεν υπάρχει χρόνος για το παρόν του βιώματος. Για αυτό και οφείλουμε να ξανασκεφτούμε πόσο σημαντικό είναι να βιώνεις το παρόν. Και όσο καλύτερα το βιώνει κάποιος τόσο πιο χαρούμενος γίνεται. Το παρελθόν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως σημείο αναφοράς για καταστάσεις παρόντος (επιλογές) που δεν μας ευχαρίστησαν. Με λίγα λόγια δεν υπάρχει πρόβλημα χρόνου. Αυτή είναι μια επινόηση για να δικαιολογούμαστε. Αν θέλω κάτι μπορώ να το κάνω.

Σκέφτηκα τον έρωτα. Επειδή μέσω του έρωτα αναδεικνύονται γνήσια και έντονα συναισθήματα, σκέφτηκα πως η προσέγγισή της κοπέλας με όρους αναζήτησης μιας ερωτικής κατάστασης, θα της ενδυνάμωνε την οργανικότητα, τις αισθήσεις της, θα την έφερνε πιο κοντά στο να αναγνωρίσει έναν άνθρωπο έτσι ώστε να καταφέρει να βιώσει την ύπαρξη της περιπτωσιακής ευτυχίας και να τη γευθεί μέσα από την επικοινωνία με κάποιον που, προφανώς, ήθελε ή δεν μπορούσε να έχει.

Σκέφτηκα πως σαν άνθρωποι είμαστε ακατέργαστοι. Και μαζί με αυτό μας απομακρύνουν διαρκώς και εντέχνως, από την ανακάλυψη του "μεγάλου" που έχουμε μέσα μας. Από την ανακάλυψη της δύναμής μας, των δυνατών μας σημείων. Αυτό προκαλεί ζήτημα ταυτότητας. Γινόμαστε "θεατές των λόγων και ακροατές των έργων", όπως έλεγε και ο Θουκυδίδης πριν χιλιάδες χρόνια. Μένουμε στην επιφάνεια, στα ανούσια, δεν ψάχνουμε, δε συζητάμε, δεν προβληματιζόμαστε, δεν αντιδρούμε. Αντίθετα αποκτήσαμε την εικόνα του κουρασμένου, του τεμπέλη, του ανίκανου, του μπουχτισμένου από το πολύ τίποτα, του ασυντόνιστου, του μαρμαρωμένου παρατηρητή της ζωής μας. Αμέτρητες παρεμβολές μας παρεμποδίζουν να βρούμε το μεγαλείο μας.

Σκέφτηκα πως όταν αισθάνεσαι ψυχικά υγιής, αισθάνεσαι ταυτόχρονα και σωματικά δυνατός. Πολύ δυνατός και άτρωτος, γεμάτος ευεξία και ενέργεια να σε διαπερνά και να σε απογειώνει.

Σκέφτηκα τελικά, πως θα ήθελα να ήμουν αλχημιστής για να μπορέσω να κωδικοποιήσω τα κρυμμένα υλικά που υπάρχουν μέσα στην ψυχή, να τα συνδυάσω με υλικό σκέψης και με ένα μαγικό τρόπο να της τα μετουσιώσω ως ευτυχισμένες στιγμές.

Σκέφτηκα όμως πολύ και εξαντλήθηκα. Για αυτό γύρισα τη ματιά μου στο μπλε του Αιγαίου και χάθηκα αναζητώντας αυτό που έλεγε ο Αριστοτέλης: πως το σώμα και η ψυχή αντιδρούν μεταξύ τους με συμπάθεια.

Μετά από ένα χρόνο συνεδριών η κοπέλα κατάφερε να ξαναζήσει ευτυχισμένες στιγμές. Σαν και αυτή που βίωνα όταν αγνάντευα το μπλε του Αιγαίου.


* Η πολιτική νοείται ως μορφοπλαστική των κοινωνικών ανησυχιών από την πλευρά της ηγεσίας του Κράτους και όχι ως το γνωστό ελληνικό πολιτικό παίγνιο που αφορά χειραγώγηση, προπαγάνδα, παιχνίδια εξουσίας κλπ.

** * Ο Χρήστος Αλεξάκος είναι Σύμβουλος Οργανωσιακής Ανάπτυξης και Συμβουλευτικός Ψυχολόγος. Σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων και είναι κάτοχος μεταπτυχιακών τίτλων στη Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού καθώς και Κλινικής- Συμβουλευτικής Ψυχολογίας με διάκριση.
Είναι αναγνωρισμένο και συνεργαζόμενο μέλος του American Psychological Association (No 28592811).
Είναι ιδρυτής και σύμβουλος στην Counseling 4U – Συμβουλευτική Υποστήριξη Ψυχικής Υγείας (
www.counseling4u.gr).